Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΜΕΡΦΥ (2024)
- ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άγγελος Φραντζής
- ΚΑΣΤ: Κάτια Γκουλιώνη, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Νίκος Κουρής, Τόνια Σωτηροπούλου, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Λευτέρης Πολυχρόνης, Θάνος Τοκάκης, Χρήστος Στέργιογλου, Λυδία Φωτοπούλου, Βικτώρια Μπιτούνη, Πολύδωρος Βογιατζής, Έφι Ραμπσίλμπερ, Ευάγγελος Βογιατζής, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Δάφνη Αλεξάντερ, Άλκηστις Πουλοπούλου, Δημήτρης Γεωργιάδης, Παύλος Ιορδανόπουλος, Μάριος Ιωάννου, Τιτίκα Βλαχοπούλου, Βασίλης Μπούτσικος, Θεοδώρα Τσαφωνιά, Μιχαέλα Χαριλάου, Πηνελόπη Μαρκοπούλου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 129'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Λίγο πριν την «επικίνδυνη» στροφή των 40 ετών και δίχως ίχνος καριέρας ηθοποιού στο ενεργητικό της, η Μαρία Αλίκη Οικονόμου βιώνει ατύχημα που τη «στέλνει» σε παράλληλες πραγματικότητες κι αντίστοιχους ρόλους ζωής αρκετά γνώριμους! Από αυτούς, ποιον αγαπά περισσότερο, τελικά; Και θα καταφέρει να παραμείνει έτσι… εν ζωή;
Το έχω ξαναπεί (και με ακραίο τρόπο, μάλιστα). Από όλους τους Έλληνες σκηνοθέτες που μπορώ να σκεφτώ, ο Άγγελος Φραντζής πρέπει να έχει την πιο παράξενη (σε βαθμό ανεξήγητου!) καριέρα. Σαν τα πλέον τρελά mood swings που μπορούν να τύχουν σε άνθρωπο, κάπως έτσι είναι και η φιλμογραφία του! Από το πιο προσωπικό στο πειραματικό έως και το σινεμά «παραγγελιάς», τα έχει… εκτελέσει όλα! Και παρά τις διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς, από την πλευρά του κριτικού ή του θεατή, το βέβαιο είναι πως ωριμάζει. Και δημιουργικά και στο πλαίσιο του επαγγελματισμού, εντός μιας κινηματογραφίας που… χωλαίνει κι ούτε καν αυτό (το τελευταίο, πρωτίστως…) δεν είναι ικανή να βρει συνήθως.
Μετά την (από κάθε άποψη) θριαμβευτική επιτυχία της βιογραφικής «Ευτυχίας» (2019), επιστρέφει μ’ ένα παράτολμο (για τα εμπορικά δεδομένα) project το οποίο πέρασε από ουκ ολίγες φουρτούνες (παραγωγής και σεναριακής επανα-προσαρμογής) μέχρι να υλοποιηθεί. Το τελικό αποτέλεσμα του «Νόμου του Μέρφυ» είναι… μια όμορφη αποτυχία. Που χαίρεσαι να βλέπεις! Το ερώτημα (και πρόβλημά της), όμως, είναι το τι σου αφήνει για να σκεφτείς (μετά).
Με μια ηρωίδα απόλυτα σημερινών προβληματισμών (και νευρώσεων), ο Φραντζής της προσφέρει τη δυνατότητα διαφορετικών βιωμάτων και ερμηνειών της καθημερινότητας, χρησιμοποιώντας ως «όχημα» ένα ατύχημα που φέρνει την Μαρία Αλίκη Οικονόμου σε «παράλληλα σύμπαντα» ύπαρξης (μιας star – influencer, μιας πολύτεκνης μάνας, της ψυχαναλύτριάς της, της ίδιας της μητέρας ή της πρωταγωνίστριας ενός théâtre de boulevard… musical!), με διλήμματα ως προς το πού θα επιλέξει να «σταθμεύσει» για το υπόλοιπο της ζωής της (εάν είναι όντως ζωντανή!).
Η Κάτια Γκουλιώνη, μετά τα άπειρα… δραματικά βάσανα τα οποία έχει υποστεί στη μεγάλη οθόνη (αποτελεσματικότατα, έως και επιτρέποντας σε φιλμικά «ναυάγια» να επιπλέουν έστω…), αποκαλύπτει μια κωμική στόφα που ακόμη κι όταν έρχεται σε δύσκολη «κόντρα» με το ηχόχρωμα της φωνής της, βγάζει κάτι το απολαυστικά αυθεντικό, που σε συνδυασμό με τους ρεαλιστικής δύναμης σε γραφή και εξομολογητικούς μονολόγους (σπασίματος του «fourth wall», κυρίως) της, την ευνοεί στο να κερδίζει το δικό της στοίχημα εντός του φιλμ. Το ότι… τρώει τα μούτρα της μ’ έναν χαρακτήρα δίχως εξέλιξη είναι άλλη ιστορία.
Υπάρχει κάτι το αδιαμφισβήτητα σύγχρονο στον «Νόμο του Μέρφυ», όμως, η ταινία κάπου συναντά τη θεωρία του… σεναριακού χάους με προθέσεις τόσο large σε σχεδιασμό έργου, που από στιγμή σε στιγμή φοβάσαι ότι θα ρουφηχτεί ολόκληρη από μια «μαύρη τρύπα» του σύμπαντος! Μεγάλες σεκάνς / μονοπλάνα που δεν είχαν λόγο να πλατειάζουν τόσο, οι εναλλαγές ύφους ανάλογα με την ηρωίδα που υποδύεται η Γκουλιώνη την κάθε φορά, η απορία του… τι στο διάολο παριστάνει παντού η παρουσία του Θάνου Τοκάκη και ο φόβος πως όλο αυτό δεν θα οδηγήσει το κοινό σ’ έναν αποδεκτό τερματικό σταθμό ταύτισης, κάνουν το εγχείρημα να χάνει το νόημά του.
Ως κατασκευή, όμως, το υλικό που παρελαύνει επί της οθόνης, μαζί με το πόσο έχει προχωρήσει ο Φραντζής μέσα σ’ αυτό (σαφέστατα η καλύτερη δουλειά του σκηνοθετικά!), είναι ανωτάτου επιπέδου (για το ευρωπαϊκό σινεμά, όχι απλά στο πλαίσιο της «Μπυθουλίας» μας). Πλάθοντας τόσο διαφορετικούς αισθητικά κόσμους, το production design του Μιχάλη Σαμιώτη είναι ότι πιο άρτιο είδαμε φέτος σε ελληνική παραγωγή, με συνοδοιπόρο στο όλο «λούστρο» της εικόνας τον dp Γιώργο Καρβέλα. Το casting, βέβαια, έχει πολλά λάθη (ονόματα και οικογένειες δεν θέλω να θίξω…) κι αυτό δεν κρίνει αρνητικά μονάχα τις αντίστοιχες επιλογές αλλά και μια ενδεχόμενη απουσία χαρισματικών ταλέντων στην υποκριτική τούτης της χώρας.
Με ένα φινάλε που φέρνει στον νου το «Pas sur la Bouche» (2003) του Αλέν Ρενέ, ο Σταμάτης Κραουνάκης απογειώνει απρόσμενα… μουσικά τον «Νόμο του Μέρφυ», όμως, ένα καλό αστείο για να λειτουργήσει χρειάζεται και το ιδανικό punchline. Και τούτο το «ανέκδοτο» / σενάριο είναι σχεδιασμένο με τόσο intellectuel διάθεση που ενώ σίγουρα μειδιάς, κάπου στη διαδρομή σε αποπροσανατολίζει τόσο ώστε… να χρειάζεσαι πυξίδα για να βρεις τον ειρμό του σκεπτικού του! Ενώ τα πράγματα ήταν τόσο απλά. Με συνέπεια στις επιλογές σου και την αυτοπεποίθηση μιας ισχυρής προσωπικότητας, μη σου πω και μ’ ένα pet για συντροφιά (ενίοτε ακόμη πιο καθοριστικό από όλα τα υπόλοιπα!), το ‘χεις λύσει το όποιο γαμημένο πρόβλημα που σου ‘σκασε στη ζωή σαν «ατύχημα»!