ΜΗΤΡΙΑΡΧΙΑ (2015)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νίκος Κορνήλιος
- ΚΑΣΤ: Ίρις Χατζηαντωνίου, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Βασιλική Τρουφάκου, Λαρίσα Βέργου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 160'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ
60 γυναίκες διαφορετικών ηλικιών, εθνικοτήτων και κοινωνικών προελεύσεων μοιράζονται και εξομολογούνται τις εμπειρίες τους (συνήθως κακοποίησης) σε ένα καταφύγιο στο οποίο έχουν κάνει κατάληψη, καθώς βρίσκεται υπό απειλή κατεδάφισης.
Απομονώνοντας την όποια μορφή βίας ως σύμβολο της ανδρικής επικυριαρχίας σε τούτη την ανθρωπότητα, ο Νίκος Κορνήλιος συγκεντρώνει σε ένα καταφύγιο – κτήριο υπό καθεστώς κατάληψης μερικές δεκάδες γυναικών που στήνουν μια φεμινιστική «κιβωτό» και μέσα σε 7 μέρες υποστηρίζουν η μια την άλλη, εξομολογούνται βιώματα τραυματικά, εκφράζονται για την κοινωνία, τη σεξουαλικότητα, την πολιτική των φύλων, τα δικαιώματα σε εργασία και σπίτι, τη μητρότητα.
Το μοτίβο είναι επαναλαμβανόμενο. Μέρα με τη μέρα, εμψυχώνονται για να συνεχίσουν τον αγώνα τους, λες και επιδιώκουν αυτό το καταφύγιο να γίνει ένας νέος «κόσμος» δίχως άνδρες, δένονται προσωπικά, αισθάνονται την ίαση μέσα από τα πράγματα που μοιράζονται, απελευθερώνονται και… περιμένουν ένα τέλος. Μοιραία, το ίδιο θα επιθυμήσει και ο θεατής, ο οποίος θα τολμήσει να παρακολουθήσει τούτο το φιλμ, που εξαρχής αποτελεί ρίσκο λόγω διάρκειας.
Οι προθέσεις είναι τίμιες, όμως η «Μητριαρχία» με μεγάλη δυσκολία επιδέχεται τον χαρακτηρισμό της ταινίας μυθοπλασίας, αδιαφορεί για την ύπαρξη κάποιου σκελετού αφήγησης και δράσης, εξαντλεί την υπομονή (ακόμη και του «ασθενούς» φύλου, πιστεύω) και δεν καταλήγει πουθενά, παρά το ξεχείλωμα των 160 λεπτών της. Τα οποία θα μπορούσαν να είναι και… 360 ή το φιλμ να διαρκούσε μέρες ολόκληρες, όπως αυτές οι 7 που ξετυλίγουν τον χρόνο τους εδώ, ευτυχώς ουχί ρεαλιστικά. Χωρίς να είχαν να προσθέσουν τίποτα ή να αφαιρούσαν κάτι από τούτο το τελικό αποτέλεσμα.
Ακόμη και υπό το πρίσμα ενός «ντοκιμαντέρ» – χρονικού, όμως, η έλλειψη δομής μαρτυρά την αμηχανία του σκηνοθέτη, που κάνει ό,τι μπορεί με την υποστήριξη της πλανοθεσίας και του μοντάζ, να «σφίξει» το ενδιαφέρον γύρω από αυτό το ιδιότυπο κοινόβιο γυναικών. Στο πέρασμα του χρόνου, η ήττα του θεατή γίνεται αβάσταχτα αισθητή και κανένα τραγούδι ή απαγγελία δεν μπορεί να την καταπραΰνει. Στην τελική, ναι, πολλά τα δεινά των γυναικών σε έναν κόσμο μη δίκαιο προς αυτές, όμως γιατί να σηκώσουν και αυτόν τον φιλμικό «σταυρό του μαρτυρίου»; Για να μην χαρακτηρίσω όπως της αξίζει τη συμβολιστική σκηνή «εισβολής» της… φαλλικής μπουλντόζας!