FreeCinema

Follow us

MIAMI VICE (2006)

  • ΕΙΔΟΣ: Αστυνομικό Θρίλερ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάικλ Μαν
  • ΚΑΣΤ: Κόλιν Φάρελ, Τζέιμι Φοξ, Γκονγκ Λι, Νεϊόμι Χάρις, Κίαραν Χάιντς, Τζάστιν Θερού
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 132'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: UIP

Οι ντετέκτιβ Κρόκετ και Ταμπς αναλαμβάνουν την υπόθεση εξάρθρωσης ενός μεγάλου cartel ναρκωτικών που έχει σαν βασικό σταθμό διακίνησης τη Φλόριντα, δίχως να υπολογίζουν το πόσο μπορούν οι πράξεις τους να επηρεάσουν τις προσωπικές τους ζωές.

Ελάχιστα πράγματα θυμάμαι από το τηλεοπτικό «Miami Vice», το οποίο σάρωνε γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’80, επιβάλλοντας περισσότερο μόδα παρά καλλιτεχνικές αρετές. Ναι, ήταν τόσο χαριτωμένο να βλέπεις μπάτσους να φοράνε Armani και ροζ μπλουζάκια… Ο Μάικλ Μαν ήταν τότε executive producer της σειράς και, φυσικά, εκμεταλλεύτηκε για μερικά χρόνια την επιτυχία της, μέχρι να ορθοποδήσει και ως σκηνοθέτης. Σ’ αυτόν τον τομέα, ο Μαν απέκτησε τη φήμη ενός δημιουργού που μιλά κατευθείαν στην καρδιά του θεατή για θέματα ανδρικής τιμής, μ’ ένα σεβασμό και κώδικες που παραπέμπουν στη «θρησκεία» ενός άλλου, παλαιότερου φιλμικού είδους: του γουέστερν. Κατά κάποιο τρόπο, το σινεμά του Μαν είναι ένα είδος από μόνο του και, προφανέστατα, λατρεύεται από άρρενες θεατές που θα ταυτιστούν με τον cool ναρκισσισμό του, το στυλιζάρισμα της «γαμάω» υπεροχής του και κάποιους ελεγειακούς τόνους οι οποίοι «ντύνουν» τα φινάλε του τόσο αξιοζήλευτα ώστε ακόμη κι αν οι βασικοί ήρωες πεθαίνουν, εσύ, από την άλλη πλευρά της οθόνης, να επιθυμείς ένα παρόμοιο τέλος! Σε φόντο νυχτερινό, με μουσική Moby κατά προτίμηση… Κάπου εδώ θα σε προσγειώσω. Ωραία όλα αυτά, αλλά τι γίνεται όταν από κάτω δεν υπάρχει σενάριο; Θα σου μαρτυρήσω διακριτικά την απάντηση: δες τον τίτλο της άνωθεν ταινίας…

Αρχικά, το «Miami Vice» ξεκινά σαν ένα επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς που μπορεί και να διανύει τον τρίτο κύκλο της, αλλά εσύ δεν έχεις παρακολουθήσει ποτέ στη ζωή σου. Κοινώς, αισθάνεσαι πως έχεις χάσει επεισόδια! Ναι, οι ντετέκτιβ Κρόκετ και Ταμπς είναι πάλι εδώ, όμως, το τι συμβαίνει γύρω τους είναι… άλλου παπά Ευαγγέλιο. Η ιστορία περιληπτικά μπορεί να βγάζει άκρη (η εξάρθρωση ενός cartel ναρκωτικών που κάνει εισαγωγές από Μαλαισία και Κολομβία με σταθμό τη Φλόριντα, προτού καταλήξει στη μεγάλη αγορά της Νέας Υόρκης), αλλά όταν το σενάριο επιχειρεί να μπει σε λεπτομέρειες, εσύ νοιώθεις την ανάγκη να σου φέρουν «μεταφραστή» από το FBI. Οι πληροφορίες που σου δίνει ο Μαν είναι σχεδόν άχρηστες. Ακατανόητες. Και, τελικά, βαρετές. Το ίδιο συμβαίνει και με τη σκιαγράφηση χαρακτήρων. Απουσία ψυχισμού, βάθους ή μιας κάποιας στοιχειώδους «ανθρωπιάς». Με την έννοια πως οι βασικοί χαρακτήρες του φιλμ είναι απόλυτα χάρτινοι. Όλα αυτά μαζί συντελούν στο να απαγορεύεται η ταύτιση κι εσύ να περιμένεις 134 λεπτά για να τελειώσει τούτη η απογοήτευση.

Πέρα από τις σεναριακές αδυναμίες (sic τρόπος για να καλυφθεί το ανύπαρκτο…), υπάρχουν και στοιχειώδη προβλήματα στο α λα Μαν στυλ εικονογράφησης. Γυρισμένο κυρίως με ψηφιακές κάμερες που τρέχουν με αστάθεια «ρεαλιστικού», το «Miami Vice» αντιγράφει τις ρεπορταζιακές, τηλεοπτικές λήψεις πάνω σε λάθος καμβά. Είναι σαν να δώσανε στον Λαρς φον Τρίερ να σκηνοθετήσει το «COPS», μια σειρά αρκετά απεχθή και αμφιλεγόμενη, η οποία παρακολουθεί τη δράση αστυνομικών εν ώρα υπηρεσίας. Στο βωμό αυτού του «αληθινού», ο Μαν επιχειρεί να κάνει μία αισθητική υπέρβαση, μεταφέροντας αυτές τις σχεδόν στερεότυπες (πια) εικόνες στις widescreen διαστάσεις μιας κινηματογραφικής ταινίας, προσθέτοντας αδέξια τα δικά του «καλλωπιστικά» μέσα. Το αποτέλεσμα είναι πραγματικά λυπηρό. Πως αλλιώς να σας το πω; Δεν κάνουν τέχνη πάνω στο είδος της αστυνομικής περιπέτειας δράσης! Πόσω μάλλον όταν το σενάριο γράφτηκε νύχτα… Μαζί και το casting, με εξαίρεση την Γκονγκ Λι, η οποία «επιβιώνει» μ’ ένα σκληρό αν και σαστισμένο βλέμμα. Πιθανότατα γιατί δεν καταλαβαίνει τίποτε απ’ όσα συμβαίνουν γύρω της! Με αυτό μπορείς να ταυτιστείς άφοβα…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα το 2006, όταν το φιλμ διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Ή του ύψους ή του βάθους ο Μάικλ Μαν. Από το κινηματογραφικό «Miami Vice» κι ύστερα, δυστυχώς, βάλτωσε εντελώς και δεν προβλέπεται να επιστρέψει σε στιγμές θριάμβου του παρελθόντος. Η κριτική, πάντως, εξακολουθεί να στηρίζει και ν’ αναζητά «δικαιολογίες» για το σερί φιάσκου στο οποίο επιδίδεται εσχάτως. Με κάτι τέτοια… θυμώνω! Ξέρετε. «Ιερές αγελάδες» του «auteur»-ισμού…


MORE REVIEWS

ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ

Μεροκαματιάρης εργάτης με «αθώο» πρόβλημα αλκοολισμού γνωρίζει προλετάρια «αδελφή ψυχή» σε karaoke bar, εμφανίζεται το ενδεχόμενο του ρομαντικού σκιρτήματος, μα η κακοτυχία δέρνει και τους δύο, λες κι η μοίρα δεν επιθυμεί την ένωσή τους.

ΣΙΩΠΗΛΗ ΟΡΓΗ

Πατέρας που πενθεί τον θάνατο του γιου του, ορκίζεται να εκδικηθεί τις συμμορίες ναρκωτικών που μεταμόρφωσαν τη ζωή του σε βουβό δράμα. Όταν μιλούν τα πιστόλια, ποιος έχει ανάγκη τα λόγια;

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Στο Σέιλεμ, ομάδα από νεαρά αγόρια και κορίτσια ανακαλύπτει κατά τύχη ένα καταραμένο μαχαίρι. Μέσα από μια σειρά από flashbacks, μαθαίνουμε πως το συγκεκριμένο αντικείμενο υπήρξε η αφορμή για πολλούς θανάτους και καταστροφές στο παρελθόν. Η χρήση του σε δαιμονικά παιχνίδια μεταξύ των παιδιών, αποκαλύπτει μια μικρή λεπτομέρεια: ο κάθε χαμένος, πεθαίνει πραγματικά!

ΦΟΝΙΣΣΑ

Σ’ ένα νησιωτικό χωριό, γύρα στα 1900, η γιαγιά Φραγκογιαννού αποφασίζει να κάνει πράξη αυτό που της δίδαξε η ζωή: απαλλάσσει βρέφη θηλυκά και μικρά κορίτσια από τη μαρτυρική εμπειρία του να μεγαλώσουν και να υποταχθούν σε μια σκληρή κοινωνία ανδροκρατίας, που μόνο βάσανα και δυστυχία μπορεί να τους προσφέρει.

ΝΑΠΟΛΕΩΝ

Μέσα στην οργή και τις κοινωνικές αναταραχές που ακολούθησαν της Γαλλικής Επανάστασης, ο Κορσικανός στρατιωτικός διοικητής Ναπολέων Βοναπάρτης εκμεταλλεύεται τους θριάμβους του στα πεδία των μαχών για ν’ ανέλθει στην εξουσία, ενώ παράλληλα φλέγεται από την ερωτική του επιθυμία για την Ιωσηφίνα ντε Μποαρνέ.