MARS ATTACKS! (1996)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τιμ Μπέρτον
- ΚΑΣΤ: Τζακ Νίκολσον, Γκλεν Κλόουζ, Ανέτ Μπένινγκ, Πιρς Μπρόσναν, Ντάνι ΝτεΒίτο, Μάρτιν Σορτ, Μάικλ Τζέι Φοξ, Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, Ροντ Στάιγκερ, Τομ Τζόουνς, Λούκας Χάας, Νάταλι Πόρτμαν, Τζιμ Μπράουν, Λίζα Μαρί
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΕΛΚΕ
Αφού έκανε τους παιδικούς εφιάλτες να μοιάζουν με παραμύθια, ο Τιμ Μπέρτον μετατρέπει όλο το Χόλιγουντ σε κομπάρσους, για το πιο glam b-movie που διανοήθηκε ποτέ ανθρώπινος εγκέφαλος!
Ο Τιμ Μπέρτον έκρυβε πάντα μέσα στις ταινίες του λίγο από τον ίδιο τον εαυτό του. Βιώματα, επιθυμίες, σκοτεινά όνειρα και μια πένθιμη χαρά, με ήρωες χαμένους, αλλόκοτους, πεθαμένους ή παγιδευμένους σε μια δεύτερη ζωή, αποζητώντας (οι τελευταίοι) το λυτρωμό του θανάτου. Έξω από τον κινηματογραφικό του «παράδεισο», ο Μπέρτον δηλώνει αιώνιος λάτρης ολόκληρης της trash φιλμογραφίας, όπως αυτή δημιουργήθηκε στο περιθώριο του Χόλιγουντ, κυρίως κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’50. Η λογική του σήμερα θα επέβαλε στον Μπέρτον να διαλέξει μια ταινία του παρελθόντος, απαραιτήτως με τέρατα ή εξωγήινους, και να γυρίσει ένα remake της. Ποτέ! Αυτό σημαίνει ιεροσυλία! Γιατί, λοιπόν, να μην φτιάξει πρωτότυπα έργα – αναφορές στα πρόσωπα και στο «είδος» που τόσο θαυμάζει; Η αρχή έγινε με τον «Εντ Γουντ» (1994), μια «ωδή» στον χειρότερο σκηνοθέτη που πέρασε ποτέ απ’ αυτόν τον πλανήτη. Επόμενη «αποστολή», το έξω διάστημα…
Με βάση κάτι μυστήριες καρτούλες που έκαναν την εμφάνισή τους στην Αμερική το 1962 (για να αποσυρθούν αμέσως, λόγω υπερβολικά γραφικής απεικόνισης βίας), ο Μπέρτον είχε έτοιμο υλικό για μία εξωφρενική υπερπαραγωγή, όπου εξωγήινοι από τον Άρη έρχονται με φιλικές προθέσεις στη Γη, αλλά στην πραγματικότητα… κάνουν στάχτη τα πάντα! Το timing του «Mars Attacks!» ήταν καταπληκτικό. Με νωπή την ανάμνηση της σαρωτικής επιτυχίας της πιο ανόητα μιλιταριστικής και πατριωτικής ταινίας που γνώρισε ποτέ το είδος της επιστημονικής φαντασίας («Μέρα Ανεξαρτησίας»), ο Μπέρτον έκανε, μερικούς μήνες μετά, τη δική του επίθεση. Όχι, όμως, κατά των Αρειανών, αλλά κατά του marketing και της ίδιας της πατρίδας του.
Τι γίνεται στο «Mars Attacks!»; Ο Λευκός Οίκος αναστατώνεται από τη λήψη μηνυμάτων από τον Άρη. Ομάδα επιστημόνων καταφέρνει να «μεταφράσει» τις ακατάληπτες αρθρώσεις του φωνήεντος α και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται περί ειρηνικής φυλής που έρχεται για μια επίσκεψη από τα μέρη μας. Με πολύ λιγότερα λόγια, η συνέχεια: Χαμός! Και εδώ ο σκηνοθέτης παίρνει απροκάλυπτα το μέρος των εξωγήινων, οι οποίοι ήρθαν να παίξουν με την ανθρωπότητα και το διασκεδάζουν απόλυτα. Δίπλα τους, η απέραντη βλακεία του αμερικάνικου «πολιτισμού». Ο ίδιος ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δικαιολογεί την πρώτη επίθεση των Αρειανών ως «πολιτισμική παρεξήγηση», οι επιστήμονες εμφανίζονται ως κρετίνοι που επιμένουν ότι οι επισκέπτες μας ήρθαν ως φίλοι, βασιζόμενοι σε μία μεταφραστική συσκευή που (προφανώς) δεν λειτουργεί καλά, ένα πολεμόχαρο γομάρι ορμά εναντίον τους με μοναδικό όπλο… τη σημαία (φυσικά, γίνεται στάχτη) και ένα άλλο τυπικό δείγμα ανθρώπινης νοημοσύνης προσφέρει τις νομικές του γνώσεις με αντάλλαγμα τη ζωή του, γιατί… «για να κατακτήσετε τον κόσμο, χρειάζεστε δικηγόρους»! Σωστά;
Από την αρχή ως το τέλος, το «Mars Attacks!» υποκύπτει στη δύναμη του «κανιβαλισμού» και συνθλίβει τα πάντα. Ακόμα και την ίδια την άμυνα της ταινίας απέναντι στην κρίση του θεατή! Γεγονότα, δράση, πλοκή, χαρακτήρες και ό,τι άλλο φαντάζεστε, στο σύνολό τους, προσπαθούν να μην έχουν ουσιαστικό λόγο ύπαρξης και να φαίνονται αστεία, υποτυπώδη ή και αποτυχημένα. Αυτό είναι το σωστό! Ο Μπέρτον είχε μία και μοναδική πρόθεση: να εξευτελίσει τα κινηματογραφικά studios, αποσπώντας 70.000.000 δολάρια, για να γυρίσει το πιο αισχρά δαπανηρό b-movie στην ιστορία του σινεμά και να υπογράψει μία αυτοκαταστροφική ταινία, όπου κανένας mega star δεν διαφεύγει το θάνατο για χάρη του θεατή, όλα τα εθνικά σύμβολα της Αμερικής χλευάζονται και, στο φινάλε, αν πρέπει να συμβιβαστεί μ’ ένα happy end, μόνο η ηλιθιότητα και το kitsch γίνονται τα σωτήρια όπλα!
Άψογο σε τεχνικό επίπεδο, το «Mars Attacks!» υποστηρίζεται από καμιά ντουζίνα καραμπινάτων ονομάτων του Χόλιγουντ και πολύ περισσότερο από τους digital κακάσχημους και γελοίους Αρειανούς της ILM, οι οποίοι έχουν το πάνω χέρι στη δράση της ταινίας, μέχρι να φτάσει το εξοργιστικό φινάλε. Τώρα, αν αυτό που ζητάτε είναι οι ζουμεροί χαρακτήρες και ο τέλειος συντονισμός άπειρων υποπλοκών με βάθος για «ανάγνωση» σε πολλά επίπεδα, λυπάμαι, αλλά ο Μπέρτον δεν σας είχε κατά νου. Εδώ, η επιθυμία του σκηνοθέτη είναι η ξεκάθαρη συμμετοχή σ’ ένα πανηγύρι σκουπιδολαγνείας. Κι αν κάπου, στο ελάχιστο, χωράει μια κατηγορία, τότε… ναι. Ο Τιμ Μπέρτον απέτυχε στο να υλοποιήσει το όνειρό του, γιατί αντί να κάνει ένα «τέρας» αντάξιο με τα b-movies του δοξασμένου παρελθόντος, έκανε ένα φαντασμαγορικό αριστούργημα που… βλέπεται!