MΑRY, ΜARΙΑNNΑ, ΜΑRΙA: ΤΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΛΑΣ (2025)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μιχάλης Ασθενίδης, Βασίλης Λούρας
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO
Πληρέστατη αναδρομή στην επί ελληνικού εδάφους ζωή και καριέρα της Κάλλας, από την παιδική ηλικία έως και τα τελευταία της χρόνια, «ντυμένη» με πλούσιο και σπάνιο υλικό αρχείου ή συνεντεύξεις.
Σπάνια είχαμε την ευκαιρία να δούμε στην Ελλάδα ένα φιλμ τεκμηρίωσης που προδίδει το μέγεθος σπουδαίας έρευνας και σεβασμού γύρω από το θέμα του. Τέτοια δουλεία είναι το καθηλωτικό σε περιεχόμενο, πληροφορία και ρυθμό ντοκιμαντέρ «Mαry, Μarιάnnα, Μαrίa: Τα Άγνωστα Ελληνικά Χρόνια της Κάλλας» των Μιχάλη Ασθενίδη και Βασίλη Λούρα, παραγωγή του 2023 που είναι άξιον απορίας γιατί δεν έφτασε νωρίτερα στις κινηματογραφικές αίθουσες (πάλι καλά που δούλεψε η «Maria», δηλαδή…).
Άγνωστα ή μη, από το 1937 έως το τέλος της, εδώ παρουσιάζονται συνολικά τα χρόνια παρουσίας της Κάλλας στον τόπο μας, είτε μεγαλώνοντας φτωχικά ως μια παχουλή κοπέλα με μοναδικό φωνητικό ταλέντο (και κατόπιν μια τόσο ωφέλιμη για τις ερμηνείες της θεατρικότητα), είτε αντιμετωπίζοντας τη συνήθη φθονερή συμπεριφορά λόγω της (ιλιγγιωδώς) ανοδικής της πορείας, είτε ως μιας μεγάλης diva που επέστρεφε συχνά στην Ελλάδα για να προσφέρει στο κοινό (και στους πιο απλούς ανθρώπους ακόμη) ένα κομμάτι του εαυτού της. Πληθώρα συνεντεύξεων με συνεργάτες και προσωπικούς της φίλους ή μελετητές του έργου της εναλλάσσονται με στιγμιότυπα αρχείου ή ακουστικά ντοκουμέντα που δίνουν μια τόσο αληθινή διάσταση σ’ αυτό το μυθικό πρόσωπο, δίχως να επιχειρείται η κολακεία ή η «αγιογραφία», συνδέοντας ακόμη και το σήμερα με απομεινάρια από τοπόσημα του βίου της.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι σταθμοί της εξέλιξής της εντός της Εθνικής Λυρικής Σκηνής δεν συνοδεύονται από οπτικοακουστικό υλικό, μα από φωτογραφίες, προγράμματα και δημοσιεύσεις (έστω, οι αφηγήσεις είναι τόσο γλαφυρές και συναρπαστικές σε λεπτομέρεια, που κρατούν το ενδιαφέρον), ενώ πιο ουσιαστική είναι η απώλεια παρόμοιου υλικού από μνημειώδεις εμφανίσεις στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο. Στην τελευταία, εγκαινίασε τις παραστάσεις όπερας στο αρχαίο θέατρο με τη «Νόρμα», το 1960. Εμβόλιμα, παρουσιάζεται (ολίγον «στάχτη στα μάτια») video απόσπασμα από ανέβασμα του 1964 στο παριζιάνικο Palais Garnier, ενώ, αν δεν κάνω λάθος, «ξεφεύγουν» και μια-δυο εικόνες από τη μετέπειτα (επίσης επιδαύρια) «Μήδεια» του 1961, η οποία σωστά ακολουθεί.
Οι μεγάλες εκπλήξεις του ντοκιμαντέρ αποκαλύπτονται στο τελευταίο ημίωρο, με ένα ερασιτεχνικό και ανέκδοτο έως σήμερα video έξαφνης εμφάνισης σε πολιτιστική εορτή στη Λευκάδα, τον Αύγουστο του 1964, όπου βρισκόταν σε διακοπές. Το φιλμ ολοκληρώνεται με ακόμη ένα σπανιότατο αρχειακό υλικό ηχογράφησης πρόβας / μελέτης φωνητικής, συνοδεία της pianista Βάσως Δεβετζή, από τον Αύγουστο του 1977. Είναι μία στιγμή κορύφωσης που… ατυχεί στην οπτικοποίηση, ειδικά όταν φεύγει από το νυχτερινό αστικό τοπίο, για να συναντήσει (με γραφικό, «λυρικό» τρόπο) μελαγχολικούς ουρανούς και καταγάλανες θάλασσες. Συμβουλεύω να τη ζήσετε με κλειστά τα μάτια. Το δέος της πρώτης εμπειρίας με αυτό το άκουσμα, λίγες μέρες πριν πεθάνει, αρκεί.