Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΞΕΝΗ (2014)
(LOVE IS STRANGE)
- ΕΙΔΟΣ: Δραμεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άιρα Σακς
- ΚΑΣΤ: Τζον Λίθγκοου, Άλφρεντ Μολίνα, Μαρίζα Τομέι, Ντάρεν Μπάροους, Τσάρλι Τάχαν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 94’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
O Μπεν και ο Τζορτζ, ύστερα από 39 χρόνια κοινής συμβίωσης, επιτέλους παντρεύονται στο Μανχάταν, μπροστά στα χαμόγελα και τις ευχές των φίλων τους. Όταν, όμως, ο Τζορτζ χάσει απρόβλεπτα τη δουλειά του, οι δυο τους θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους και να βρεθούν (έστω και προσωρινά) σε διαφορετικές εστίες. Κάτι που θα δοκιμάσει όχι μόνο τη μεταξύ τους σχέση, αλλά σταδιακά και τις σχέσεις όλων των εμπλεκόμενων.
«Η Αγάπη Είναι Παράξενη» ξεκινά εκεί που οι περισσότερες ταινίες επιλέγουν να ρίξουν τους τίτλους τέλους. Η… γαμήλια κατάληξη της πολύχρονης σχέσης του Μπεν και του Τζορτζ, στα χέρια ενός άλλου σκηνοθέτη, θα μπορούσε να ήταν το ρομαντικό φινάλε μιας ακόμη queer ιστορίας, που θα πάσχιζε όχι απλά να αφηγηθεί μια ειλικρινή ιστορία αγάπης αλλά και να κάνει μια δήλωση ισότητας και διεκδίκησης δικαιωμάτων, που θα ήταν απολύτως θεμιτή αλλά θα μετατόπιζε με σαφήνεια αλλού το επίκεντρο του φιλμ. «Η Αγάπη Είναι Παράξενη», όμως, παρά τον… γλυκανάλατο τίτλο, δεν είναι μια τέτοια ιστορία.
Το φιλμ, αντιθέτως, αντιμετωπίζει τον Μπεν και τον Τζορτζ όπως ένα οποιοδήποτε ζευγάρι, που έχει ήδη περάσει μερικές δεκαετίες της ζωής του μαζί. Υπάρχει η καθημερινότητα, η παροδική γκρίνια, το άγαρμπο ξύπνημα το πρωί, οι μικροπαρεξηγήσεις, τα χαμόγελα. Ο Άιρα Σακς επενδύει στη δημιουργία μιας ρεαλιστικής ατμόσφαιρας, που ξεπερνά το ψέμα μιας ρομαντικής κομεντί αλλά, ταυτόχρονα, επιλέγει να διατηρήσει τις εύθυμες νότες και να ακολουθήσει μια ανάλαφρη αλλά συνειδητοποιημένη προσέγγιση στα πράγματα. Αυτό κάνει τις καταστάσεις να δείχνουν απόλυτα αληθινές και την αφήγηση αβίαστη, με αποτέλεσμα να μη χρειάζεται να περάσει αρκετός χρόνος για να ενδιαφερθούμε ειλικρινά κι εμείς, ως θεατές, γι’ αυτό το αξιαγάπητο πρωταγωνιστικό δίδυμο.
Εξάλλου, ο κεντρικός κορμός της ιστορίας αφορά καταστάσεις που ξεπερνούν τον οποιοδήποτε σεξουαλικό προσανατολισμό (αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι η απόλυση του Τζορτζ από τη χορωδία της εκκλησίας προκαλείται από το «επίσημο» coming out του λόγω γάμου) και επικεντρώνεται στην ουσία των προβλημάτων της σημερινής εποχής και στον τρόπο με τον οποίο αυτά μπορούν να επηρεάσουν μια έτσι κι αλλιώς δοκιμασμένη σχέση: την οικονομική κρίση, τους συμβιβασμούς στις προσταγές των νέων συνθηκών, τον επαναπροσδιορισμό των δεσμών, τη φιλία, το πέρασμα του χρόνου, την ξαφνική συνειδητοποίηση της… τρίτης ηλικίας. Αλλά πάνω από όλα, η ταινία αφορά μια αγάπη που δεν είναι και τόσο «παράξενη» αλλά απόλυτα δυνατή, ικανή να παραμείνει η μόνη σταθερά σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο κοινωνικό και οικονομικό τοπίο, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε εξωτερικές δυνάμεις.
Και αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς σε κάθε (μα κάθε) σκηνή που μοιράζονται ο Τζον Λίθγκοου και ο Άλφρεντ Μολίνα. Η μεταξύ τους χημεία είναι κάτι που «κραυγάζει» πραγματικότητα και που ξεχειλίζει από μια φυσικότητα η οποία είναι εξαρχής ακαταμάχητη. Δεν χρειάζονται υπερβολικές αντιδράσεις ή μανιέρες για να πειστεί κανείς για την ειλικρίνεια του δεσμού τους. Και μόνο οι ματιές τους, οι ανεπαίσθητες συσπάσεις των προσώπων τους, ένα απλό χάδι του ενός στο χέρι του άλλου είναι επαρκή στοιχεία δύο μεγαλειωδών ερμηνειών που θα είναι έγκλημα αν υποτιμηθούν στην τελική αξιολόγηση της σεζόν επειδή δεν ήταν αρκετά… θορυβώδεις.
Γιατί, λοιπόν, τα δυόμισι «αστεράκια»; Επειδή, παρά τα θετικά στοιχεία της ανάπτυξης του φιλμ, ένιωσα ότι ενώ η ταινία είχε μια τρυφερή, στέρεη αρχή και ένα εξαιρετικό, αυθεντικά συγκινητικό φινάλε, στο ενδιάμεσο παρέμεινε στάσιμη, βασιζόμενη αποκλειστικά στη δύναμη των πρωταγωνιστών της. Υπάρχουν στιγμές που ο Σακς νιώθει τέτοια σιγουριά από την ισχύ των Λίθγκοου και Μολίνα, ώστε αφήνει την αφήγηση στον αυτόματο πιλότο, δημιουργώντας μεν σκηνές ρεαλιστικής καθημερινότητας αλλά, ταυτόχρονα, αποφεύγοντας να ωθήσει την ιστορία προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση μέχρι… λίγο πριν από το τέλος. Σίγουρα αυτή η προσέγγιση βοηθά στη δημιουργία ακόμα μεγαλύτερης οικειότητας με τους χαρακτήρες και τους δίνει την ευκαιρία να χτίσουν μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα που δεν «ντύνεται» από κλισέ, όμως αφήνει και μια αίσθηση κόπωσης μέχρι το φινάλε, η οποία αδικεί ουσιαστικά τις δυνατότητες όλων των εμπλεκόμενων! Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία, τελικά, ότι το «Η Αγάπη Είναι Παράξενη» είναι μια ταινία με δυνατή ψυχή. Θα ήταν, όμως, ακόμα μεγαλύτερο ευτύχημα αν κατάφερνε να δείξει αποφασιστικότητα σε όλη της τη διάρκεια, χωρίς να περιορίζει τις δυνατές στιγμές της μόνο στην αρχή και στο τέλος.