ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΔΙΑΒΟΛΟΙ (2022)
(LES CINQ DIABLES)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Λέα Μισιούς
- ΚΑΣΤ: Αντέλ Εξαρχόπουλος, Σουαλά Εματί, Σαλί Ντραμέ, Μουσταφά Μπενγκέ, Δάφνη Πατακιά
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Η Ζοάν ζει αρκετά συνηθισμένα με την κόρη της Βικί και το σύζυγό της Τζίμι σε μια μικρή κοινότητα των Γαλλικών Άλπεων, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που ο ερχομός της αδελφής εκείνου ανατρέψει τις εύθραυστες οικογενειακές ισορροπίες.
Δεύτερη μεγάλου μήκους για την Γαλλίδα Λέα Μισιούς, η οποία μετά το ντεμπούτο της «Αva» (2017) επιστρέφει με καινούργια ταινία που πραγματεύεται και πάλι τον τρόπο με τον οποίο ένα παιδί αντιλαμβάνεται κι ερμηνεύει (κυριολεκτικά) μέσα από τις αισθήσεις τον κόσμο γύρω του. Εν αντιθέσει με την ηρωίδα του προηγούμενου φιλμ, η οποία έχανε την όρασή της, εδώ η Βικί διαθέτει μια πανίσχυρη όσφρηση που θα την φέρει αντιμέτωπη με πράγματα που δεν καταλαβαίνει, αλλά σύντομα θα πρέπει να συμβιβαστεί μ’ αυτά, προκειμένου η οικογένειά της να συνεχίσει να υπάρχει στο παραμυθένιο ορεινό χωρίο στο οποίο διαμένει.
Η Ζοάν (Εξαρχόπουλος) εργάζεται ως δασκάλα κολύμβησης στο τοπικό κολυμβητήριο μιας κοινότητας κάπου στις Γαλλικές Άλπεις. Η καθημερινότητά της μοιράζεται μεταξύ δουλειάς και σπιτιού, στο οποίο ζει με το σύζυγό της Τζιμί (Μπενγκέ) και την κορούλα τους Βικί (Ντραμέ). Η τελευταία είναι ένα ιδιαίτερο παιδί, με ιδιαίτερες «δυνάμεις», αφού έχει την ικανότητα ν’ αντιλαμβάνεται επακριβώς όλες τις μυρωδιές που βρίσκονται γύρω της ή ακόμα και σε πολύ μεγαλύτερη απόσταση από εκείνη. Όταν μια μέρα η αδελφή του Τζιμί, Ζουλιά (Εματί), επισκεφθεί την οικογένεια έπειτα από πολυετή απουσία, τα πράγματα θ’ αρχίσουν να περιπλέκονται για όλους, καθώς όπως φαίνεται η αποχώρηση της Ζουλιά από την πόλη πριν από χρόνια είχε σηματοδοτηθεί από ένα πολύ συγκεκριμένο περιστατικό. Η Βικί σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η «μαγική» δύναμη που διαθέτει της επιτρέπει να «επισκέπτεται» χρονικά τα συμβάντα του παρελθόντος κι έτσι αποφασίζει να μάθει την αλήθεια πίσω από την ιστορία της οικογένειάς της.
Η ταινία συστήνεται ως δράμα φαντασίας και η αλήθεια είναι πως η Μισιούς (σε σενάριο δικό της και του συν-σεναριογράφου της, Πολ Γκιλόμ) κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να «χωρέσει» το φανταστικό στην ιστορία της, σκηνοθετώντας επί της ουσίας ένα φιλμικό υβρίδιο που θα μπορούσε να παρουσιάζει ενδιαφέρον… αν αυτή η μείξη είχε πετύχει. Πράγμα που δε συμβαίνει.
Βοηθά να σκεφτεί κανείς τι θα συνέβαινε στην πορεία της ιστορίας, εάν απουσίαζε από το φιλμ το concept της μικρής Βικί που (μέσω της όσφρησης) έχει την ικανότητα να ξαναζεί στιγμές του παρελθόντος. Δεν θ’ άλλαζε απολύτως τίποτα σε όλη την υπόλοιπη πλοκή, πολύ απλά διότι το «μαγικό» εύρημα δεν εξυπηρετεί σε κάτι άλλο, πέραν από μία διαφορετική αφηγηματική προσέγγιση στον τρόπο που παρουσιάζονται τα γεγονότα του τότε, τα οποία «ξεκλειδώνουν» τις πράξεις και τις αποφάσεις των χαρακτήρων στο τώρα. Είναι εμφανές πως η δημιουργός αναζητούσε τρόπους διαφορετικής διήγησης των πεπραγμένων, χωρίς να καταφύγει στα (πολυφορεμένα μεν, λειτουργικά δε) flashback, με αποτέλεσμα να εισάγει στην υπόθεση την ιδέα του φανταστικού ταξιδιού πίσω στο χρόνο. Ατυχώς, αυτό δεν υποστηρίζεται από τίποτε άλλο σχετικό εντός του φιλμ, αφήνοντας ουσιαστικά την όλη ιδέα ανολοκλήρωτη και πρακτικά μετέωρη.
Ακόμα και δίχως αυτό το σεναριακό εύρημα, πάντως, η ταινία μοιάζει αρκετά αδύναμη στην πλοκή της, με «εκπλήξεις» που οι θεατές θα μαντέψουν εύκολα, πριν καν επιβεβαιωθούν επί της μεγάλης οθόνης. Το ενυπάρχον δράμα της οικογένειας είναι υπαρκτό, όχι όμως και τόσο ουσιαστικά… δραματικό, δεδομένου ότι η όλη συνθήκη με την Βικί αποπροσανατολίζει εντελώς την αφήγηση, όσο τίμια κι αν δείχνει σε προθέσεις η απόπειρα της Μισιούς.