KON-TIKI (2012)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Εποχής
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιόαχιμ Ρόνινγκ, Έσπεν Σάντμπεργκ
- ΚΑΣΤ: Πολ Σβέρε Χάγκεν, Άντερς Μπάασμο Κρίστιανσεν, Γκούσταφ Σκάρσγκορ, Τομπίας Σάντελμαν, Οντ Μάγκνους Γουίλιαμσον, Γιάκομπ Όφτερμπρο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Επίμονος Νορβηγός εξερευνητής, θρύλος πλέον, με το όνομα Τορ Χάιερνταλ, διέσχισε (εν έτει 1947) 4.300 ναυτικά μίλια του Ειρηνικού Ωκεανού, με ξύλινη σχεδία (!) ονόματι Κον-Τίκι, για να αποδείξει πως οι πρώτοι κάτοικοι της Πολυνησίας ήρθαν από τη θάλασσα, εκ Λατινικής Αμερικής και ουχί από την ξηρά, εκ Ασίας, όπως πίστευαν οι επιστήμονες μέχρι τότε.
Υποψήφιο για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και πολυβραβευμένο στη χώρα του, αυτό το νορβηγικό… καμάρι πατάει στο ασπρόμαυρο, βραβευμένο με Όσκαρ ντοκιμαντέρ τού 1951, για να αφηγηθεί την αληθινή ιστορία του. Έτσι, ό,τι εισαγωγικά προηγείται του παρακινδυνευμένου εγχειρήματος στη θάλασσα, έχει μικρή σημασία και η… (σεναριακή) βάρκα του μπάζει νερά. Από το παιδικό ατύχημα του Τορ στα παγωμένα νερά της πατρίδας του, που του φόρτωσε το φόβο για το υγρό στοιχείο (ο οποίος δεν τον άφησε ποτέ να μάθει κολύμπι), μέχρι το ανθρωπολογικό του ταξίδι, μαζί με τη νεαρή σύζυγό του στην Πολυνησία και τη μετέπειτα άφιξή του στην Αμερική για να βρει (μάταια) εκδότη για τη διατριβή του, ελάχιστα πράγματα μαθαίνεις. Τα εξής δύο: τον ατρόμητο, επίμονο – εξωφρενικά αισιόδοξο, όσο και εξωφρενικά ισχυρογνώμονα – χαρακτήρα τού Τορ, καθώς και το λόγο που τον έκανε να τολμήσει τη διέλευση του ωκεανού με ένα πρωτόγονο σκάφος (για να βρει εκδότη έπρεπε να αποδείξει εμπράκτως τη θεωρία του).
Με άλλα λόγια, ο Τορ ήταν από τους ανθρώπους που όσο του έλεγες όχι, τόσο πιο πολύ ατσάλωνες τη θέλησή του, ώστε να πάει κόντρα ακόμα και στο μεγαλύτερο φόβο του. Πλην αυτού, το φιλμ δε διαπερνά το δέρμα άλλου. Τα κίνητρα και οι αιτίες συμπεριφοράς ή χαρακτήρα τόσο της γυναίκας και των χρηματοδοτών του, όσο και των συνεργατών / συνεπιβατών στο σκαρί «Κον-Τίκι» ή καθόλου ή μοναχά ακροθιγώς ιχνηλατούνται. Μόλις, όμως, η σχεδία του ανοίξει πανιά, όλες οι παραπάνω ατέλειες γίνονται ψιλά γράμματα και ποσώς σε απασχολούν, χρίζοντας ταυτόχρονα, ειρωνικά, την εισαγωγή στα δρώμενα… περιττή. Γιατί μερικές φορές το έργο των ανθρώπων τούς ξεπερνά. Αν και φέρει την υπογραφή τους, παύει να τους ανήκει και συνεχίζει να υπάρχει αυτόνομο και απέθαντο στην Ιστορία. Και αυτό ακριβώς το έργο του Χάιερνταλ θέλησαν να κινηματογραφήσουν οι Ρόνινγκ και Σάντμπεργκ. Με παλλόμενα χρώματα, κρυστάλλινο HD και ανατομικό μοντάζ, έτσι όπως δε θα μπορούσε ποτέ να το κάνει ο ίδιος ο Τορ στο ομότιτλο ντοκιμαντέρ των 50’s. Άνευ εξαντλητικά επεξηγηματικής αφήγησης. Μόνο με ένα soundtrack, που μοιάζει να συνδυάζει τα πνευστά εξωτικών, πρωτόγονων φυλών με ήχους της Φύσης και των πλασμάτων της, να δίνει διακριτικά το ρυθμό.
Όλο το (πανέμορφο) μεγαλείο της Πλάσης μεταγγίζεται αλογόκριτο, θαρρείς, στις εικόνες αυτού του φιλμ: και όταν είναι ήρεμη και φιλόξενη (στην ηλιόλουστη συνάντηση με το φαλαινοκαρχαρία / αγαθό γίγαντα, κατά την οποία μπορεί και να βουρκώσεις ή την αντάμωση με τα φωσφορίζοντα μαλακόστρακα εν μέσω μαύρης νύχτας) και όταν εφορμά ανταριασμένη (στην καταιγίδα που σκίζει το πανί και απειλεί να προκαλέσει την αποδημία της σχεδίας ή στην αιματοβαμμένη αναμέτρηση με τον λευκό καρχαρία). Και μαζί με αυτό το μεγαλείο κοινωνείς ατόφιο όλο το δέος που προκαλεί η Φύση όταν αφεθείς σε αυτήν, όποιος και αν είναι ο χαρακτήρας σου, σχεδόν άοπλος, χωρίς την πανοπλία του εξελιγμένου πολιτισμού σου. Τότε που ίσως, επιτέλους, πάψεις να προσπαθείς να τη δαμάσεις και επιχειρήσεις να καταλάβεις τη γλώσσα της, να ανοίξεις διάλογο μαζί της.