JOY (2015)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντέιβιντ Ο. Ράσελ
- ΚΑΣΤ: Τζένιφερ Λόρενς, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Έντγκαρ Ραμίρες, Βιρτζίνια Μάντσεν, Ιζαμπέλα Ροσελίνι, Μπράντλεϊ Κούπερ, Νταϊάν Λαντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Single mother, που κουμαντάρει μόνη της κι ολόκληρο «τρελοκομείο» δυσλειτουργικής οικογένειας, σκαρφίζεται «μαγική» σφουγγαρίστρα και δίνει μια αντίξοη μάχη για δόξα και πλούτη με τον τρόπο που μας δίδαξε το «αμερικάνικο όνειρο» (και το teleshopping!).
Αυτή η ταινία φωνάζει «φιάσκο» από τα πρώτα της λεπτά! Σαν ένα ξεκούρδιστο sitcom που φωνασκεί υστερικά, με ήρωες μια απόλυτα δυσλειτουργική οικογένεια, άκυρα flashback και με εμβόλιμες σκηνές από μια φανταστική τηλεοπτική σαπουνόπερα ή και τους οπτικοποιημένους εφιάλτες της ηρωίδας, το σύνολο του «Joy» είναι μια βασανιστικά… joyless κινηματογραφική εμπειρία που, ακόμη χειρότερα, αισθάνεσαι πως ο Ντέιβιντ Ο. Ράσελ έχει επαναλάβει ξανά και ξανά τα τελευταία χρόνια, με τη διαφορά ότι στα προηγούμενά του φιλμ όλο αυτό το ελαφρώς «white trash Americana» στιλ λειτουργούσε ή έβρισκε κάποιες αποδεκτές ισορροπίες. Εδώ είναι… σκέτο δράμα!
Η Τζόι (της Τζένιφερ Λόρενς) είναι μια καπάτσα κοπέλα που η ζωή μοιάζει να την έχει… φτύσει κυριολεκτικά! Χωρισμένη με δύο παιδιά, σέρνει ξοπίσω της τον πρώην σύζυγο που κατοικεί ακόμη μαζί τους (στο υπόγειο!), μια μάνα τρελή και ανίκανη να βοηθήσει στο παραμικρό (δέσμια της σαπουνόπερας που αγαπά και βλέπει μέρα νύχτα στην TV), μια γιαγιά που προσπαθεί να δίνει λίγο κουράγιο στην εγγονή της και… «δορυφόρους» τον φλερτάκια και διαζευγμένο πατέρα της και μια ετεροθαλή αδελφή που δεν έχει τίποτε κοινό μ’ εκείνη (ούτε καν αισθήματα συμπάθειας…).
Όλο αυτό το «μπουλούκι» χαρακτήρων αγωνίζεται να δώσει μια κάποια δραματική υπόσταση αλλά και λόγο ύπαρξης στο φιλμ, το οποίο κάνει διαρκώς μανούβρες γύρω από τα όσα ονομάτισα στην πρώτη παράγραφο, με μια στερεοτυπική δυσλειτουργικότητα στον σχεδιασμό της οικογένειας που, απλά, σου δίνει την εντύπωση ότι ο Ντέιβιντ Ο. Ράσελ είπε στους ηθοποιούς του κάτι σαν… «Προχωρήστε μπροστά από την κάμερα και κάντε τα όλα πουτάνα»! Ατυχώς, ακριβώς το ίδιο πράγμα συμβαίνει και στο φιλμ. Καμία συνοχή στο ύφος, κανένας προσανατολισμός στο αν θέλει να σχολιάσει ουσιαστικά τον κόσμο της σκουπιδολατρείας της αμερικανικής τηλεόρασης, μπροστά και πίσω από το γυαλί, όταν μπαίνει στην ιστορία και το στοιχείο του teleshopping. Μονάχα ένα θορυβώδες, φαντεζί σεβεντίλας μπάχαλο, που ενίοτε σου «πετάει» τραγουδάκια με τον τρόπο της σκορσεζικής μανιέρας, ανακυκλώνει τα βασικά συστατικά των τελευταίων δουλειών του σκηνοθέτη και, προς το φινάλε, σου κάνει μια κομπιναδόρικη «γυριστή» τύπου «Οδηγός Διαπλοκής», για να σου αποδείξει… τι; Ότι το «αμερικάνικο όνειρο» μπορεί να έχει happy end; Με τέτοιους ανθρώπους;
Αν υπάρχει κάτι που καταδικάζει ακόμη περισσότερο το «Joy» είναι η λανθάνουσα συμβολοποίηση των χάρτινων «παιχνιδιών» και των κόσμων που δημιουργεί έτσι η παιδίσκη Τζόι σε λιγοστά flashback τα οποία παραπέμπουν στην ύπαρξη του περίφημου… «Rosebud» από τον «Πολίτη Κέιν»! Πρέπει να ήταν η μοναδική στιγμή που ήθελα να βάλω τα γέλια με τούτο το έργο…