FreeCinema

Follow us

JIMMY’S HALL (2014)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κεν Λόουτς
  • ΚΑΣΤ: Μπάρι Γουόρντ, Σιμόν Κέρμπι, Τζιμ Νόρτον, Άντριου Σκοτ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 109'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ιρλανδία, 1932. Μετά τη λήξη τού εμφυλίου, ο σοσιαλιστής ακτιβιστής Τζίμι Γκράλτον επιστρέφει στο χωριό του έπειτα από μια δεκαετία αυτοεξορίας στη Νέα Υόρκη. Με την προτροπή παλιών του φίλων και των νεαρών κατοίκων, αποφασίζει να ξανανοίξει το πνευματικό κέντρο που αποτέλεσε και την αρχική αιτία φυγής του, καθώς θεωρήθηκε ηθικά «επικίνδυνο» από την εκκλησία και τους τοπικούς άρχοντες. Έχουν, όμως, αλλάξει οι καιροί αρκετά ώστε να γίνει το νεοσύστατο κέντρο αποδεκτό από το πολιτικο-κοινωνικό κατεστημένο;

Η απάντηση ασφαλώς είναι «όχι», αλλιώς αυτή η μικρή και ευρύτερα άγνωστη (ακόμα και στην Ιρλανδία) αληθινή ιστορία δε θα είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον του δημιουργικού διδύμου του σκηνοθέτη Κεν Λόουτς και του σεναριογράφου Πολ Λάβερτι, εδώ στην εντέκατη συνεργασία τους και οκτώ χρόνια μετά τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών για το «Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι». Κι ενώ εκείνη διαδραματιζόταν στο μέτωπο του ιρλανδικού αγώνα ανεξαρτησίας εναντίον των Βρετανών του 1919 – 1921, η φετινή τους συνεργασία αποτελεί ένα είδος «sequel» ή, όπως το περιγράφει η – επίσης πολυετής συνεργάτις του Λόουτς – παραγωγός Ρεμπέκα Ο’Μπράιεν, ένα «Τι έγινε μετά;».

Αυτό που έγινε μετά ήταν ο διχασμός του ιρλανδικού πληθυσμού, ο αναπόφευκτος εμφύλιος, η συνεχιζόμενη κοινωνική ανισότητα και, φυσικά (και κυριότερα), η συμβιωτική σχέση Κράτους – Εκκλησίας, τροφοδοτημένη από το φόβο τής ανόδου τού κομμουνισμού. Και ο κεντρικός χαρακτήρας (ή καλύτερα, με βάση τη στάση της ίδιας της ταινίας, ο «ήρωας») της ταινίας, ο Τζίμι Γκράλτον, που φέρνει πίσω στο μικρό του χωριό τον αέρα, τη μουσική αλλά και την πικρή απογοήτευση του χρεωκοπημένου καπιταλισμού (έφυγε από τη Νέα Υόρκη κατά τη Μεγάλη Ύφεση), κυριολεκτικά δαιμονοποιείται από τον ιερέα της περιοχής, ο οποίος καλεί τους εκκλησιαζομένους του να διαλέξουν: «Το Χριστό… ή τον Γκράλτον;».

Το «Jimmy’s Hall» σαφώς και δεν έχει την φιλοδοξία αλλά και την παθιασμένη θεματική τού «… Κριθαριού». Εδώ ο πόλεμος έχει τελειώσει, αλλά οι μικρές μάχες εξακολουθούν να δίνονται, πλέον μεμονωμένα και σπασμωδικά, από τις γειτονιές του Δουβλίνου στα χωριά όπως αυτό του Τζίμι. Οι διαφορετικές δυναμικές συγκρούονται: θρησκεία εναντίον αθεϊσμού, φεουδαρχία εναντίον φτώχειας, τυφλή πίστη στις αξίες τής «παλιάς» Ιρλανδίας εναντίον του (όπως τη χαρακτηρίζει ο ιερέας στο κήρυγμά του) «λος-αντζελισμού τής κουλτούρας μας», όμως οι Λόουτς και Λάβερτι αποφασίζουν να αφηγηθούν την ιστορία του Τζίμι και του πνευματικού του κέντρου με τόνους ηπιότερους του αναμενόμενου. Ασφαλώς, η ματιά του Λόουτς είναι υποκειμενική και, για όσους γνωρίζουν την καριέρα του, αισθητά μονόπλευρη, αν και υπάρχουν σκηνές που αναδεικνύουν τη σαιξπηρική φράση «Όλος ο κόσμος μια σκηνή κι εμείς επάνω της απλοί κομπάρσοι», με τους αντιπάλους να αναγνωρίζουν το θάρρος τού «εχθρού». Ο Τζίμι και οι υποστηρικτές του θέλουν απλά να αποκτήσουν καλλιέργεια και γνώση αλλά και να διασκεδάσουν, να γελάσουν, να χορέψουν, με την πουριτανική θρησκεία και την αμείλικτη (και θρασύδειλη) φεουδαρχία να τους πολεμούν μέχρι τελικής πτώσεως.

Είναι η προχωρημένη ηλικία (πλέον 78) και τα αυξανόμενα προβλήματα όρασης του σκηνοθέτη που κάνουν την ταινία μια ζεστή, συγκινητική και ανθρώπινη (μα ποτέ γλυκερή) ιστορία, χωρίς όμως τον στιβαρό αντίκτυπο που θα περιμέναμε από το Λόουτς; Υπέροχα κινηματογραφημένη από το Ρόμπι Ράιαν, με αξιόλογες ερμηνείες από το καστ (η γνωστή «λοουτσική» πρόσμιξη επαγγελματιών και ερασιτεχνών), και γυρισμένη στην αληθινή περιοχή όπου γεννήθηκε ο Γκράλτον κι όπου έστησε το κέντρο του, η ταινία δίνει την αίσθηση πως έχει μεγάλη καρδιά αλλά… μικρή γροθιά. Βεβαίως, ο Λόουτς παραμένει παθιασμένος με την Ιστορία και την κοινωνικο-ιστορική ανισότητα, λέγοντας συγκεκριμένα για το «Jimmy’s Hall» πως ήθελε να τρίψει αυτή τη μικρή αλλά χαρακτηριστική ιστορία αντίστασης στη μούρη της βρετανικής άρχουσας τάξης, όμως, δυστυχώς, δεν είναι αρκετά δυνατή για να έχει αυτό το επιθυμητό αποτέλεσμα. Είναι, ωστόσο, μια όμορφη, συναισθηματικά φορτισμένη, μικρή αληθινή ιστορία αντίστασης που μπορεί να μη στέκεται ανάμεσα στις σημαντικότερες ταινίες της πολυετούς φιλμογραφίας του δημιουργού της, όμως σίγουρα αποτελεί μια από τις πιο γοητευτικές. Όσο για το αν θα είναι και η τελευταία του δραματουργική ταινία; Ο ίδιος ο Λόουτς έχει πάρει ήδη πίσω αυτή την «απειλή», οπότε απολαμβάνουμε το «Jimmy’s Hall» για αυτό που είναι και όχι για το hype τού τι μπορεί να αποτελεί στην καριέρα του βετεράνου σκηνοθέτη του.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εάν είσαι παντελώς άσχετος με την ιστορία της Ιρλανδίας του πρώτου μισού του 20ου αιώνα άσ’ το καλύτερα, γιατί το «ποιος μάχεται ποιόν;» μάλλον θα προκαλέσει εγκεφαλικό… βραχυκύκλωμα, και η σύντομη γραπτή εισαγωγή της ταινίας δε θα βοηθήσει και πολύ. Επίσης, αν δε γνωρίζεις περί των πολιτικών πεποιθήσεων του σκηνοθέτη και είσαι του συντηρητικού, καπιταλιστικού, θρησκευόμενου «μπλοκ», καλύτερα πήγαινε να δεις κάτι άλλο. Αν προβιβάζεσαι με τα παραπάνω κριτήρια, πιθανότατα θα απολαύσεις μια μικρή αλλά έξοχα γυρισμένη και βαθιά ανθρώπινη ταινία. Πολλές φορές, μόνο αυτό αρκεί.


MORE REVIEWS

GODZILLA MINUS ONE

Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σικισίμα επιστρέφει σ’ ένα κατεστραμμένο Τόκιο, γεμάτος ενοχές από τη φήμη του kamikaze πιλότου που δεν θυσιάστηκε για πατρίδα του. Θα προστατεύσει μια νεαρή κοπέλα που έχει υιοθετήσει ένα ορφανό μωρό και θα συγκατοικήσουν αναζητώντας τη γαλήνη, καθώς η πόλη αρχίζει να στέκεται ξανά στα πόδια της, ώσπου να εμφανιστεί… ένα γιγάντιο και μεταλλαγμένο από πυρηνικές δοκιμές τέρας.

ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ

Μεροκαματιάρης εργάτης με «αθώο» πρόβλημα αλκοολισμού γνωρίζει προλετάρια «αδελφή ψυχή» σε karaoke bar, εμφανίζεται το ενδεχόμενο του ρομαντικού σκιρτήματος, μα η κακοτυχία δέρνει και τους δύο, λες κι η μοίρα δεν επιθυμεί την ένωσή τους.

ΣΙΩΠΗΛΗ ΟΡΓΗ

Πατέρας που πενθεί τον θάνατο του γιου του, ορκίζεται να εκδικηθεί τις συμμορίες ναρκωτικών που μεταμόρφωσαν τη ζωή του σε βουβό δράμα. Όταν μιλούν τα πιστόλια, ποιος έχει ανάγκη τα λόγια;

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Στο Σέιλεμ, ομάδα από νεαρά αγόρια και κορίτσια ανακαλύπτει κατά τύχη ένα καταραμένο μαχαίρι. Μέσα από μια σειρά από flashbacks, μαθαίνουμε πως το συγκεκριμένο αντικείμενο υπήρξε η αφορμή για πολλούς θανάτους και καταστροφές στο παρελθόν. Η χρήση του σε δαιμονικά παιχνίδια μεταξύ των παιδιών, αποκαλύπτει μια μικρή λεπτομέρεια: ο κάθε χαμένος, πεθαίνει πραγματικά!

ΦΟΝΙΣΣΑ

Σ’ ένα νησιωτικό χωριό, γύρα στα 1900, η γιαγιά Φραγκογιαννού αποφασίζει να κάνει πράξη αυτό που της δίδαξε η ζωή: απαλλάσσει βρέφη θηλυκά και μικρά κορίτσια από τη μαρτυρική εμπειρία του να μεγαλώσουν και να υποταχθούν σε μια σκληρή κοινωνία ανδροκρατίας, που μόνο βάσανα και δυστυχία μπορεί να τους προσφέρει.