HURRY UP TOMORROW (2025)
- ΕΙΔΟΣ: Ψυχολογικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τρέι Έντουαρντ Σουλτς
- ΚΑΣΤ: Έιμπελ Τέσφεϊ, Τζένα Ορτέγκα, Μπάρι Κίγκαν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Celebrity μουσικός, σε φάση έντονης κατάθλιψης εξαιτίας πρόσφατου χωρισμού, συναντά σε ημιτελή συναυλία του μια άγνωστη κοπέλα με την οποία αποδρά από τον manager του και περνούν τη νύχτα μαζί. Θα τον βοηθήσει να «βυθιστεί» στα υπαρξιακά του προβλήματα και να βρει την ηρεμία της εξιλέωσης;
Το vanity project που είχε στο μυαλό του ο The Weeknd (που εμφανίζεται στα credits με το πραγματικό του ονοματεπώνυμο, Έιμπελ Τέσφεϊ) μπορεί να είχε σαν έμπνευση το «Purple Rain» (1984) του Prince, όμως, στο «Hurry Up Tomorrow» το πράγμα δεν απέτυχε απλά, αλλά αδυνατεί (και) να δώσει εξηγήσεις για τον λόγο ύπαρξής του! Εξηγήσεις που θα έπρεπε να είναι (και) λυτρωτικές για τον ίδιο τον pop star, ο οποίος εκφράζει υπαρξιακές αγωνίες, σαν ένα «άνοιγμα» της τραυματισμένης από προσωπικές σχέσεις ψυχής του, με αποδέκτη… παλιούς έρωτες, σχέσεις ήττας ή και (ενδεχομένως) τους fans του.
Απέχοντας αρκετά από το να χαρακτηριστεί κινηματογραφικό έργο, πόσω μάλλον (και) μία «βιντεοκλιπίστικη» μουσική ταινία, το φιλμ πάσχει έντονα από την ελαφρώς αφηρημένη (χρησιμοποίησα μία όσο το δυνατόν πιο κομψή έκφραση…) αφήγησή του, με τους τρεις (!) σεναριογράφους του να μην είναι ικανοί (ή να μην ενδιαφέρονται) να στηρίξουν τη δράση του σε μια κάποια φυσιολογική storyline, με χαρακτήρες για τους οποίους ο θεατής θα νοιαστεί. Ειδικά στην περίπτωση της Άνιμα (Τζένα Ορτέγκα), το «μυστήριο» που καλύπτει την προσωπικότητά της βασίζεται ξεκάθαρα σε… αμέλεια εμβάθυνσης ή και σχεδιασμού ακόμη, παρουσιάζοντας ένα κορίτσι εξίσου «τραυματισμένο» ψυχικά, που καίει το σπίτι του (ασαφές κι αυτό) και παίρνει τους δρόμους για να καταλήξει σε μια συναυλία του… The Weeknd.
Ο βασανισμένος από πρόσφατο χωρισμό star θα της επιτρέψει να τον πλησιάσει και θα μαζί θα το σκάσουν από το concert που εκείνος δεν κατάφερε να ολοκληρώσει, θα περιπλανηθούν σ’ ένα luna park και θα ξεμοναχιαστούν στο ξενοδοχείο του, όπου εκείνη θ’ αρχίσει ένα είδος «ψυχαναλυτικού session» ερμηνείας των στίχων των τραγουδιών του.
Η εξέλιξη είναι ελάχιστη, καθώς η βάση του φιλμ δεν περιλαμβάνει μια ουσιαστική ιστορία, και η κορύφωση έρχεται από… «άλλο» έργο. Ακόμα και οι θαυμαστές της δισκογραφίας του The Weeknd δεν έχουν και πολλά να ακούσουν εδώ, πέραν ενός acapella «επίλογου» που εκφράζει την ανάγκη συγχώρεσης, ενώ η Ορτέγκα χαρίζει τη μοναδική στιγμή ανθολογίας, χορεύοντας το «Blinding Lights». Στην τελική, ίσως όλο αυτό να φανερώνει κάτι για την… έλλειψη ταλέντου του διάσημου αοιδού, ένα είδος δραματικής απομυθοποίησης του (μάλλον τεράστιου) ego του. Αν ζούσε ο Prince, πλέον, θα αισθανόταν λιγότερο εκτεθειμένος…