ΣΤΟ ΝΗΜΑ (2014)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλέξανδρος Παπανικολάου, Έμιλυ Γιαννούκου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 74’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: CineDoc
Ένα έτος από την πολιτική ζωή του «Αλέξη», με αφετηρία την προεκλογική εκστρατεία του το 2012 διαμέσου της θητείας του ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης μέχρι την επαναβεβαίωσή του στην κομματική ηγεσία. Ποιος υπήρξε (κι ενδεχομένως παραμένει)… ο αγών του;
Η λέξη – κλειδί, και ταυτόχρονα το «μαύρισμα» (στον πρώτο γύρο) του φιλμ, στην παραπάνω σύνοψη είναι «πολιτική». Κι αυτό για μία… τρόικα λόγων: εδώ δε θα ζήσεις τον Τσίπρα στις προσωπικές (ξεχάστε τις οικογενειακές, αποτελούν άβατο ή εκούσια παραχώρηση εκ μέρους των δημιουργών, παρά την αποκλειστική πρόσβαση στις λοιπές δραστηριότητές του) στιγμές του – όσο κι αν η φόρμα τού… χαλαρού ημερολογίου φιλοδοξεί ν’ αφήσει να διαφανεί αυτός στη «φυσική» καθημερινότητα των υποχρεώσεών του. Αφετέρου ένα τετ α τετ με τον άνδρα το οποίο, εξορμώντας σε δόσεις, παρέχει ανάσες στο χρονικό εμπειριών του on the road προ & μετά κάλπης / στην Κουμουνδούρου / στη Βουλή (αλλά διαψεύδει τον αυτοχαρακτηρισμό τού ντοκιμαντέρ ως παρατηρητικού) συγκροτεί μόνο ακροθιγώς το συνδυασμό τού υποκειμένου ως ενός από εμάς. Τέλος, το κόψιμο από τη μεθοδολογική λίστα αφήγησης των οποιονδήποτε ρέστων συνεντεύξεων, υλικού αρχείου και παραχώρησης σε πρώτο πρόσωπο του λόγου στους συντρόφους (πολλώ δε μάλλον στους αντιπάλους) δεν επιτρέπει την παρέκκλιση από την επίσημα ανεπίσημη γραμμή: τής καταγραφής απλώς τού «αέρα», των εξω-προγραμματικών δηλώσεων ενός VIP.
Στη γλώσσα του λαού: το ομόφρον περσινό «Ένα Βήμα Μπροστά» του Δημήτρη Αθυρίδη για το Γιάννη Μπουτάρη, το οποίο κατέβαζε ανάγλυφο απ’ το βάθρο του επίσης ένα – διόλου τυχαία όχι κατ’ επάγγελμα – πουλέν της εκτελεστικής εξουσίας, δεν έχει να φοβάται απ’ αυτόν το δελφίνο. Γιατί υφίστανται και έτερες συνιστώσες προς διαγραφή εν προκειμένω. Από το μικρό όνομα του σκηνοθέτη απουσιάζει το τελικό «ς» στους τίτλους αρχής (καταφρόνια στο image-making;). Επουσιώδη σούξου μούξου τής αρσενικής ελπίδας της εδώ Αριστεράς διεκδικούν και καταλαμβάνουν ζωτικό χώρο επιβαρυντικά για το βεριτέ πορτρέτο. Στιγμιότυπα του team τού «αρχηγού», το οποίο σχεδιάζει από τη στρατηγική της παράταξης ως πτυχές της «εικόνας» του, φαντάζουν σχεδόν δειγματοληπτικά αμελητέα, με τους νοματαίους να μη μας συστήνονται ποτέ. Ο (χρωματικής μετριοπάθειας φωτισμών ή blow-up;) φακός γυρεύει ζερβά-δεξιά και δε βρίσκει υποστήριξη στο χώρο δράσης (στα ενδιαιτήματα εργασίας, στην καμπάνια, στα ταξίδια εντός κι εκτός Ελλάδας), κομίζοντας στη συγκέντρωση από αδέξια zoom άνευ λόγου ώς φύρα πλάνων χωρίς νόημα, που η κεντρική επιτροπή τού μοντάζ αδυνατεί να συμμορφώσει ή να εξοβελίσει. Αλλά ακόμη κι όταν η κάμερα «έχει» κάτι ευρύτερα σημαίνον, όπως μία δειλή απόπειρα αιτήματος ρουσφετιού με προσεγγιζόμενο τον ίδιο τον ηγέτη, αυτό κοτσάρεται αδέξια στην εισαγωγή τού φιλμ – για να εκθέσει με το καλημέρα τη… νέα (not) δημοκρατία ενός λαού, αυτήν που έχει να αντιπαλέψει στην κόψη της τότε πτώχευσης και της ευρωπαϊκής οικογένειας ο Τσίπρας or what; Άρα, χάραξη τακτικής ζητάς, σινεψηφοφόρε; Όχι εδώ…
Δε θα το ρίξεις άκυρο, εννοείται. Άνοιγμα του εστιαζόμενου επίδοξου Πρωθυπουργού στην κοινωνία επιτυγχάνεται, τουλάχιστον στο βαθμό ιδία θελήσει επισημάνσεων όπως της αυτοκριτικής παραδοχής περί ενδεχόμενου δειλίας σχετικά με την ανάληψη κυβερνητικής ευθύνης σε περίπτωση νίκης. Ο επίλογος, μ’ ένα μονοπλάνο να τον ακολουθεί πέρυσι κατά πόδας καθώς παίρνει τη μοναχική διαδρομή από ένα γραφειάκι προς το βήμα του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, όπου εκλέγεται Πρόεδρος, για να μιλήσει στο πλήθος, είναι επίσης ένα – και μορφικά – έξοχα ηχηρό (η μειοψηφία επί του παρόντος, δυστυχώς) σχόλιο στο lonely at the top των κοινών. Και για τους πιο ιντριγκαδόρους, υπέρ ή κατά, του πόπολου: ο μύθος περί της αμφιλεγόμενης αγγλομάθειας του Ρωμιού Τσάβες διαλύεται οριστικά εδώ (στο πλαίσιο των ξένων επαφών του, που θα ’λεγαν και οι embedded συνάδελφοι του σχετικού ρεπορτάζ). Και η πολύκροτη αντίδρασή του με γέλιο έκπληξης στο video της βιαιοπραγίας Κασιδιάρη εναντίον των Κανέλλη και Δούρου δικαιολογείται απολύτως – αντιθέτως με το, «καπάκι», κατώτερο των περιστάσεων χιούμορ του για το φασιστικό κρούσμα, σε πείσμα και προς επίρρωση των όσων τού έσουραν τα εξ αμάξης αρθρογραφώντας / μικροφωνίζοντας / καφενολογώντας από «σπασμένο τηλέφωνο» χωρίς να έχουν δει την ταινία. Ιδού μια περίπτωση κατά την οποία εδώ, όντως ανθρώπινα και πολιτικά, πολυδιάστατα, πίσω από τις λέξεις… κρύβεται ο Αλέξης. Τύπου Δελαπατρίδης ή Τσολάκογλου επουδενί παίζουν, βεβαίως, αυτά τα 73 λεπτά επάνω του. Αλλά «Τα χρήματά μας χάθηκαν. Η υπομονή μας τελείωσε». «Ψηφίζουμε & φεύγουν». Συγγνώμη κιόλας, συνθήματά του είναι…