FreeCinema

Follow us

ΣΤΗ ΓΗ ΤΟΥ ΑΓΡΙΟΥ ΜΕΛΙΟΥ (2019)

(HONEYLAND)

  • ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ταμάρα Κοτέφσκα, Λιούμπομιρ Στεφάνοφ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 89'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO

Η ξεχωριστή ιστορία της Χατίτζε Μουράτοβα, μια από τις τελευταίες γυναίκες μελισσοκόμους στην Ευρώπη που χρησιμοποιούν τις αρχαίες, οργανικές μεθόδους για τη δημιουργία άγριου μελιού, και των νέων γειτόνων της στο κατά τα άλλα εγκαταλελειμμένο χωριό της.

Με πολλαπλές νίκες στο Sundance, το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στις Νύχτες Πρεμιέρας και τον πιο πρόσφατο ανεπανάληπτο θρίαμβο διπλής οσκαρικής υποψηφιότητας στις κατηγορίες ντοκιμαντέρ και διεθνούς ταινίας (πρώην ξενόγλωσσης), τούτη η δουλειά των δύο σκηνοθετών από τη Βόρεια Μακεδονία δικαιολογεί κάθε μία από αυτές (και πολλοστές ακόμη) τις δάφνες που έχει έως τώρα. Η ιστορία της Χατίτζε έπεσε εντελώς κατά τύχη στα χέρια τους και έγινε μία από τις πιο δυνατές και αναπάντεχα επικές κινηματογραφικές ιστορίες του 2019, ενώ το γεγονός ότι είναι πέρα για πέρα αληθινή την καθιστά ακόμα πιο ξεχωριστή.

Εξερευνώντας ορεινές περιοχές της χώρας τους για μία περιβαλλοντική ταινία για λογαριασμό παγκόσμιου οργανισμού, οι Κοτέφσκα και Στεφάνοφ βρέθηκαν μπροστά στο ιδιόρρυθμο μα και συναρπαστικό θέαμα μιας κυψέλης κρυμμένης μέσα σε έναν ψηλό βράχο. Αναζητώντας τους ιδιοκτήτες, ανακάλυψαν τη μεσήλικα Χατίτζε Μουράτοβα, μια γυναίκα με ζωντάνια, χιούμορ, ζωντανό πνεύμα, μα και με απίστευτη μοναξιά, καθώς μοναδική ανθρώπινη συντροφιά της ήταν η ηλικιωμένη, κλινήρης μητέρα της, την οποία φρόντιζε με αγάπη αλλά και την αναπόφευκτη «αυστηρότητα» που επέρχεται με τη διαρκή προσοχή. Ως τελευταίες κάτοικοι ενός από χρόνια εγκαταλελειμμένου χωριού, χωρίς ύδρευση και ηλεκτρικό, και μιλώντας κυρίως μια αρχαία τουρκική διάλεκτο, οι δυο γυναίκες έχουν ως μοναδική πηγή εισοδήματος το μέλι από τα μελίσσια που συντηρεί η Χατίτζε με αγάπη και σεβασμό, χρησιμοποιώντας τις παλιές και εντελώς ανόθευτες μεθόδους μελισσοκομίας, μέλι το οποίο μετέπειτα πουλά φθηνά (σε σχέση με την άριστη ποιότητα και την ποσότητα) στις αγορές της πρωτεύουσας, των Σκοπίων. Η ήσυχη μα και μοναχική της ζωή αλλάζει απότομα με τον αναπάντεχο ερχομό νέων γειτόνων, μιας νομαδικής οικογένειας επίσης τουρκικής καταγωγής, του ζευγαριού Σαμ και των… επτά τους παιδιών, παρέα με το πολυάριθμο κοπάδι αγελάδων τους. Η Χατίτζε, λαχταρώντας την κοινωνικότητα και την παρέα, τους υποδέχεται εγκάρδια, όταν όμως ο πατέρας αποφασίζει να την αντιγράψει αγοράζοντας κι εκείνος μελίσσια χωρίς καλά-καλά να γνωρίζει την τέχνη και τις μεθόδους, οι φιλικές τους σχέσεις δοκιμάζονται.

Οι δύο δημιουργοί πέρασαν τρία ολόκληρα χρόνια παρακολουθώντας και κινηματογραφώντας αυτή την τόσο σημαντική περίοδο της ζωής της ηρωίδας τους, ειδικά με την εμφάνιση της θορυβώδους και ολίγον τι «ημι-άγριας» οικογένειας των Σαμ, καθώς η πίεση που ασκεί ο πλεονέκτης αγοραστής στον πατέρα Σαμ για όλο και περισσότερο μέλι, ωθεί τον πάτερ φαμίλια όχι μόνο να αγνοήσει τις χρήσιμες και σοφές συμβουλές της καλοπροαίρετης Χατίτζε, αλλά εν τέλει να ζημιώσει και την ίδια με τις λάθος αποφάσεις του, την ίδια στιγμή που ρίχνει τις ευθύνες της αποτυχίας του σε όλους εκτός από τον εαυτό του. Βέβαια, η πρόθεση των σκηνοθετών, οι οποίοι παρακολουθούν άφωνοι (όπως και ο θεατής) την ιστορία που διαδραματίζεται τόσο αναπάντεχα μπροστά στα μάτια και τις κάμερές τους, δεν είναι να κακολογήσουν ή να καταδικάσουν τον οικογενειάρχη. Τους δίνεται η ευκαιρία να συμπονέσουν όλους τους συμμετέχοντες, καθώς πρόκειται για ανθρώπους που ζουν πολύ κάτω από τα αποδεκτά ή ακόμη και γνώριμα στους περισσότερους από εμάς όρια φτώχειας. Ο Σαμ και η πολυμελής οικογένειά του, όμως, ενώ πασχίζουν για να επιβιώσουν, σε αντίθεση με την «ήρεμη δύναμη» και αρχέγονη σοφία της Χατίτζε, πέφτουν θύματα των λίγο μεγαλύτερων «ψαριών» που σπρώχνουν και πιέζουν για όλο και περισσότερα, απομυζώντας έτσι και τις σοδειές και την ψυχική ισορροπία των φτωχότερων παραγωγών. Η αβάσιμη αυτοπεποίθηση του Σαμ, σε συνδυασμό με την πρακτική άγνοια και την τόσο τοξική (κι επίσης εντελώς αβάσιμη) επίδειξη «ανδρισμού» του, όχι μόνο θα καταστρέψει τη φιλική σχέση του με τη Χατίτζε, αλλά και θα καταπονήσει τους δικούς του οικογενειακούς δεσμούς.

Ωστόσο, η οικογένεια των Σαμ είναι μόλις ένα (αν και μεγάλο) κεφάλαιο στην κεντρική ιστορία, που δεν είναι άλλη από εκείνην της Χατίτζε. Οι δημιουργοί χτύπησαν «φλέβα χρυσού» ανακαλύπτοντας αυτή τη γυναίκα, η οποία έχει γίνει πια επάξια ηρωίδα της μικρής της χώρας, μετά την παγκόσμια επιτυχία και τον αντίκτυπο του ντοκιμαντέρ. Τη γυναίκα που φροντίζει ανιδιοτελώς την ηλικιωμένη της μητέρα, θυσιάζοντας (πιθανότατα) μια άλλη ζωή, στα πλαίσια της οποίας θα έμενε σε ένα σύγχρονο σπίτι και θα είχε τη δική της οικογένεια ίσως, αλλά αποδέχεται στωικά τη μοίρα της, χωρίς ωστόσο να χάνει το φυσικό της μπρίο και τη λαχτάρα για κοινωνικότητα. Φοράει συνεχώς μαντήλα για θρησκευτικούς λόγους, και τον περισσότερο καιρό ο μόνος άνθρωπος που τη βλέπει είναι η ημίτυφλη μητέρα της, όμως της αρέσει να αγοράζει βαφή μαλλιών για να συντηρεί το καστανό της χρώμα. Ταυτόχρονα, χωρίς μάλλον να το γνωρίζει, είναι μια από τις ελάχιστες πια γυναίκες στην Ευρώπη που χρησιμοποιούν τη φυσική μέθοδο μελισσοκομίας, φροντίζοντας με λατρεία και σεβασμό τις μέλισσές της, αφήνοντάς τους το μισό μέλι και παίρνοντας μόνο τη μισή σοδειά προς πώληση. Η Χατίτζε δεν ζει για να βγάζει κέρδος, για να καταπιέζεται από τους καπιταλιστικούς ρυθμούς που καταστρέφουν τις αγνές πηγές ενέργειας και τροφής στον αγώνα για μεγαλύτερες ποσότητες (άρα και περισσότερα χρήματα). Και οι μέλισσες τής το ανταποδίδουν αυτό απλόχερα, μέχρι που η οργανική ισορροπία, η αρμονική σύνδεση με τη Φύση, χάνεται με τον ερχομό των «παρασίτων» (επίκαιρη και κατάλληλη κινηματογραφική λέξη), στόχος των οποίων είναι το γρήγορο χρήμα. Η παρουσία της κατά τα άλλα μικροκαμωμένης και καταπονημένης Χατίτζε ανάγεται σε γιγαντιαία, ένας από τους τελευταίους «μονόλιθους» (ξε)περασμένων πια εποχών, η μοναχική, ασυμβίβαστη ηρωίδα που δεν ενδίδει στις μοντέρνες πιέσεις, που συνεχίζει ατρόμητα το μοναχικό της ταξίδι, που δεν σταματά να ελπίζει και να ονειρεύεται, πίσω από το ειλικρινές, καθάριο βλέμμα. Η παρουσία της, σε συνδυασμό με το έξοχα κινηματογραφημένο, άγριο περιβάλλον της, κάνει αυτό το σεμνό ντοκιμαντέρ μια ιδιαίτερη, αξέχαστη κινηματογραφική εμπειρία, με μία κεντρική πρωταγωνίστρια που αξίζει πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε στουντιακό… superhero. Και αυτός είναι ο αδιαμφισβήτητος, υπέρτατος θρίαμβός της.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εκπληκτική κινηματογράφηση, με μαγευτικά πλάνα φύσης που περιστοιχίζει σχεδόν μητρικά την κεντρική ηρωίδα, που όμοιά της είναι μάλλον αδύνατον να ξαναδείτε σε ταινία, πόσω μάλλον σε άλλο ντοκιμαντέρ. Ακόμη και αν δεν είστε fan του είδους, οι Κοτέφσκα και Στεφάνοφ αφηγούνται την ιστορία της με τέτοια ειλικρίνεια, σεβασμό και ατόφια κινηματογραφική ματιά, που σύντομα θα ξεχάσετε πως βλέπετε μια αληθινή περίπτωση, μια πραγματική γυναίκα παράδειγμα η οποία αντιπροσωπεύει τους ήρωες που βρίσκονται διάσπαρτοι στις πιο άγονες, απομονωμένες γωνιές του κόσμου μας, έτοιμοι να μας εντυπωσιάσουν και να μας εμπνεύσουν.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.