HASTA LA VISTA (2011)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζόφρι Εντχόβεν
- ΚΑΣΤ: Ζιλ Ντε Σράιβερ, Ρόμπρεχτ Φάντεν Τόρεν, Τομ Άουντενερτ, Ιζαμπέλ Ντε Χέρτογκ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 115’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Τρεις φίλοι, ο ένας σχεδόν τυφλός, ο δεύτερος παραπληγικός και ο τρίτος ανάπηρος λόγω μοιραίας ασθένειας, αποφασίζουν να σπάσουν το καβούκι τους και να ταξιδέψουν μόνοι τους με προορισμό έναν… οίκο ανοχής στην Ισπανία για ανθρώπους με ειδικές ανάγκες. Ή αλλιώς, όταν οι «Άθικτοι» συναντούν το «Hangover»!
Αν υπάρχει πάντα μια παγίδα με αυτού του είδους τις ταινίες, αυτή είναι τα κλισέ που αναπόφευκτα εισχωρούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην αφήγηση. Και κατά κάποιον τρόπο, οφείλει να τα περιμένει κανείς, όταν επιλέγει να δει μια αντίστοιχη ταινία. Η επιτυχία έγκειται όταν το φιλμ αποφασίζει να δώσει μια φρέσκια πνοή στα αναμενόμενα στοιχεία ή, τουλάχιστον, να τα ντύσει με μια δόση αληθοφάνειας, δημιουργώντας αληθινούς χαρακτήρες. Δυστυχώς, ο Τζόφρι Εντχόβεν δεν τα καταφέρνει σε κανέναν από τους δύο τομείς.
Ήδη από την αρχή, όπου η ταινία συστήνει τους χαρακτήρες που θα ξεκινήσουν το ριψοκίνδυνο ταξίδι τους, ο θεατής γνωρίζει τι θα περιμένει: στιγμές συγκίνησης για το θάρρος και το κουράγιο των πρωταγωνιστών, απαραίτητο (αν και άτσαλο, συνήθως) χιούμορ να παρεμβάλλεται ανάμεσα στις λυπητερές σκηνές και έμφαση στις ειδικές ανάγκες του καθενός. Η αφήγηση ακολουθεί δομή μικρών επεισοδίων, όπως και τα βήματα που κάνουν οι χαρακτήρες στον έξω κόσμο, μακριά από την προστασία του σπιτιού και των γονιών τους. Αρχικά, το σύνολο φαίνεται να λειτουργεί, προσφέροντας μια συμπαθητική κινηματογραφική εμπειρία. Δεν αργεί, όμως, να φανεί πως ο κύριος στόχος του σκηνοθέτη είναι να εκβιάσει το δάκρυ του θεατή. Και, μάλιστα, όσο κυλάει η ταινία, αυτός ο στόχος γίνεται σχεδόν και αυτοσκοπός, εγκλωβίζοντας το φιλμ μέσα στο μελόδραμα.
Επιπρόσθετα, οι χαρακτήρες, αν και πρωτότυποι στην επιλογή τους, τελικά ζημιώνονται από τις συμβάσεις στην αποτύπωσή τους. Ο παραπληγικός φίλος είναι γεμάτος οργή για τον κόσμο, η μειωμένη όραση του άλλου εξισορροπείται από μια μεγάλη καρδιά και εκείνος που πάσχει από την ανίατη ασθένεια είναι ο όμορφος της παρέας, ώστε ο θεατής να νιώσει ακόμα περισσότερη λύπη για την τύχη του. Ο μόνος χαρακτήρας που ξεφεύγει από τη στερεοτυπική αποτύπωση είναι η Κλοντ, η οδηγός και συνοδός της παρέας, που διατηρεί μια ισορροπημένη προσέγγιση απέναντι στην κατάσταση, μέχρι, φυσικά, να έρθει το φινάλε και να συμφιλιωθεί κι εκείνη με το σύμπαν των συμβάσεων. Δεν είναι ότι δεν υπάρχει χημεία μεταξύ τους. Αντιθέτως, όλοι μεταξύ τους φαίνεται να δένουν αρμονικά, όμως, ο χειρισμός των χαρακτήρων είναι εκείνος που τους αδικεί και δεν τους αφήνει να «περάσουν» στη δική μας πραγματικότητα.
Είναι κατανοητό ένας σκηνοθέτης να θέλει να κάνει μια ταινία που να αρέσει στο κοινό. Να το κάνει να γελάσει, να κλάψει και, γιατί όχι, να αποκομίσει κάποια μαθήματα ζωής. Όταν, όμως, γίνεται τόσο διδακτικά και εκβιαστικά, το αποτέλεσμα είναι μάλλον το αντίθετο.