Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΜΙΑΣ ΣΧΕΣΗΣ (2017)
(GEU-HU)
- ΕΙΔΟΣ: Ρομαντική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σανγκ-Σου Χονγκ
- ΚΑΣΤ: Μιν-Χι Κιμ, Γιούνχι Τσο, Σαε-Μπιόκ Κιμ, Χάε-Χίο Κουόν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Μια επίδοξη συγγραφέας που εργάζεται ως γραμματέας για να βγάλει τα προς το ζην, θα βρεθεί μπλεγμένη χωρίς να το θέλει σε ένα ερωτικό τρίγωνο, όταν η σύζυγος του αφεντικού της την περάσει για την «άλλη γυναίκα».
Μικρή, λιτή και απέριττη κομεντί παρεξηγήσεων δια χειρός Σανγκ-Σου Χονγκ, ενός δημιουργού γνωστού για τις ταινίες καταστάσεών του, «Η Επόμενη Μέρα μιας Σχέσης», έχοντας ήδη κάνει το πέρασμά της από τα καθιερωμένα κινηματογραφικά φεστιβάλ (και με υποψηφιότητα για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες του 2017), έρχεται τώρα κι από τα μέρη μας σαν μια ενδιαφέρουσα, καλοπροαίρετη επιλογή, ιδανική μονάχα για όσους αρέσκονται στις εν λόγω χαμηλότονες… φεστιβαλικές προτάσεις. Γυρισμένο εξολοκλήρου σε ασπρόμαυρο και με μια σχεδόν glossy, ψηφιακή εικόνα που έρχεται σε ευχάριστη αντίθεση με την «παλαιομοδίτικη» κινηματογράφησή του, το φιλμ του Χονγκ διαθέτει κάτι από την ιδιότυπη μαγεία των ταινιών του Έρικ Ρομέρ, σε συνδυασμό με τη νευρωτική καθημερινότητα των χαρακτήρων και δη των ηρωίδων του Γούντι Άλεν, συνδυασμός βέβαια που ενδείκνυται κυρίως για τους… σκληροπυρηνικούς λάτρεις του είδους.
Ο Μπόνγκουαν (Κουόν) είναι διευθυντής ενός ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου, έχει το σπίτι του, τη γυναίκα του και μέχρι πρότινος και την ερωμένη του, που τύγχανε γραμματέας της μικρής του επιχείρησης. Με το παράνομο love story τους να έχει πια τελειώσει, ο Μπόνγκουαν προσπαθεί ακόμη να ξεπεράσει τον χωρισμό, απομακρυνόμενος ολοένα και περισσότερο από τη σύζυγό του, η οποία με τη σειρά της φαίνεται πως έχει ερμηνεύσει την περίεργη συμπεριφορά του ως πιθανή απιστία. Όταν μια μέρα επισκεφτεί ξαφνικά τη δουλειά του ανδρός της, θα βρει στο γραφείο του μια όμορφη, νεαρή γυναίκα και υποθέτοντας πως αποτελεί την πέτρα του σκανδάλου, θα της επιτεθεί λεκτικά και σωματικά. Χωρίς να έχει καμία ιδέα για το τι ακριβώς συμβαίνει, η… καινούργια γραμματέας θα βρεθεί αναμεμειγμένη στη σκανδαλώδη ερωτική ζωή του νέου της αφεντικού με έναν εντελώς αναπάντεχο τρόπο, την ίδια στιγμή που θα προσπαθήσει να αποδείξει πως ουδέποτε αποτέλεσε το «τρίτο» πρόσωπο σε αυτόν τον γάμο σε κρίση.
Με θεματικές που περιστρέφονται γύρω από τη συγγραφική ιδέα, τη ζωή, την πραγματικότητα και την πρόσληψη αυτής, η ταινία του Χονγκ ξεφεύγει από τη μέση ρομαντική κομεντί που θέλει τους πρωταγωνιστές της να αναλώνονται σε ατέρμονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις περί έρωτος και σχέσεων. Εδώ κρατάμε το μοτίβο του αλκοολικού διαλόγου (το μεγαλύτερο μέρος της πρόζας παίζεται συνοδεία του κατ’ εξοχήν παραδοσιακού ποτού της Κορέας) και του τραπεζώματος, με τα εσώψυχα να βγαίνουν στη φόρα σε ζυγισμένες (αν και κάπως φλύαρες τελικά) δόσεις που μπορεί να δώσουν σε ορισμένους την εντύπωση μιας ταινίας… μεγαλύτερης σε διάρκεια απ’ ό,τι πραγματικά είναι! Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα potpourri υπαρξιακών ιδεών σε ανάλυση, με τον Χονγκ να χρησιμοποιεί την απιστία του πρωταγωνιστή ως αφορμή κυρίως (αν και όχι μόνο) προκειμένου να προκαλέσει μια σειρά παρεξηγήσεων και λανθασμένων εντυπώσεων, οι οποίες θα φέρουν τους ήρωες σε αντιπαράθεση μεταξύ τους, αλλά και με τα ίδια τα διαμορφωμένα τους πιστεύω, σαν ένα μικρό συναισθηματικό ηλεκτροσόκ για να μιλήσουν και να ακουστούν.
Από εκεί και πέρα, μην περιμένεις να συμβούν πολλά άλλα εδώ. Τα πάντα, εξάλλου, λειτουργούν με το σκεπτικό της πρόφασης, μια αναμενόμενη αντίδραση στη συμβατική δράση των χαρακτήρων. Κατά κάποιον τρόπο, ο Χονγκ δημιουργεί προσδοκίες που δεν ικανοποιούνται ποτέ απόλυτα, σε φέρνει όμως σε μια θέση να συνδιαλαγείς με τους ήρωές του και, γιατί όχι, να βρεις και τον εαυτό σου κάπου εκεί. Η επιλογή της ασπρόμαυρης παλέτας ενισχύει ακόμη περισσότερο την απολογιστική και ενδοσκοπική διάθεση των χαρακτήρων, την ίδια στιγμή που το μοντάζ έρχεται και «κλειδώνει» την οπτικοποίηση της κυκλικότητας της ζωής και τη ρευστότητα του χρόνου με match cuts υποδηλωτικά του παρελθόντος και του παρόντος. Από το πρωταγωνιστικό καστ ξεχωρίζει η παρουσία της αιθέριας Μιν-Χι Κιμ σε έναν ρόλο ήρεμης (μεν) δύναμης (δε), με την παρουσία της να «ξεκολλάει» κάπως την υποκριτική υποτονικότητα που έρχεται και φωλιάζει μέχρι τέλους σε τούτο εδώ το εγχείρημα.