ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ (2018)
(EL DESENTIERRO)
- ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ Μυστηρίου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νάτσο Ρουιπέρεθ
- ΚΑΣΤ: Μίτσελ Νόερ, Χαν Κορνέτ, Λεονάρντο Σμπαράλια, Γιελένα Γιοβάνοβα, Νεσρίν Καβαντζάντε, Φρανσέσκ Γκαρίντο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Επιστρέφοντας εξ Αργεντινής στα πάτρια εδάφη δια να παραστεί στην κηδεία ενός θείου του, νεαρός Ισπανός αποφασίζει να ανακαλύψει τι πραγματικά συνέβη στον θεωρούμενο νεκρό πατέρα του, ο οποίος εδώ και είκοσι χρόνια έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης. Το σκάλισμα του παρελθόντος, όμως, αποδεικνύεται λίαν επικίνδυνη ασχολία.
Με γοργούς ρυθμούς, όπως φαίνεται, μπαίνουν στη θέση τους κατά την τρέχουσα θερινή σεζόν τα κομμάτια που (φευ) εδώ και αρκετά χρόνια διαμορφώνουν το puzzle του ελληνικού κινηματογραφικού καλοκαιριού. Οι γαλλικές κομεντί που προσδοκούν να επαναλάβουν το σουξέ ενός «Θεέ Μου, Τι Σου Κάναμε;» (2014) έχουν ξεκινήσει ήδη δυναμικά, με τούτο εδώ ανοίγει λογαριασμό η κατηγορία ισπανόφωνο θρίλερ α λα «Το Μικρό Νησί» (2014), και μοναδική πια εκκρεμότητα υπάρχει στο πεδίο της ιταλικής μπαλαφάρας τύπου «Που Πάω, Θεέ Μου;» (2015), η οποία οσονούπω λογικά έπεται. Όλα τακτοποιημένα κι όμορφα, δηλαδή, χωρίς να μπορούμε να έχουμε παράπονο από την ντόπια διανομή (σαρκασμός). Είναι ξεκάθαρο πως μετά από τόσα χρόνια… σκληρής προπόνησης, έχει ρίξει εμφανώς τους χρόνους της!
Στο σκηνοθετικό και σεναριακό του ντεμπούτο, ο νεαρός Ισπανός Νάτσο Ρουιπέρεθ μοιάζει πως έχει βαλθεί να δείξει μια κι έξω τόσα όσα θα έφταναν για μία ολόκληρη σεζόν τηλεοπτικής σειράς. Διατηρεί μια αισθητική κινηματογράφησης που ταιριάζει γάντι στη μικρή οθόνη, ουδέν όμως ενδιαφέρον για τη μεγάλη έχει (πλην ίσως της φωτογραφίας της άνυδρης ισπανικής υπαίθρου, όπου και όταν αυτή εμφανίζεται), ανοίγοντας παράλληλα δεκάδες υποπλοκές και μέτωπα στο στόρι, τα οποία για να καταφέρουν να ενωθούν σε κάτι που στοιχειωδώς θα βγάζει ένα κάποιο νόημα θα έπρεπε ο ενορχηστρωτής τους να είναι κάποιο πολύ σπουδαίο ταλέντο. Δυστυχώς, ο Ρουιπέρεθ δεν καταθέτει τέτοια διαπιστευτήρια εδώ.
Γυρισμένο σε ένα νεονουάρ ύφος (κάτι ανάμεσα στο προαναφερθέν «Μικρό Νησί» – στα υπό το φως του ήλιου πλάνα του – και το ίδιας χρονιάς πλην όμως αδιανέμητο στη χώρα μας «Cold in July» – στα υπό του σκοταδιού της νύχτας), το φιλμ ξεκινά με την κηδεία ενός βετεράνου της πολιτικής, για τον οποίο σταδιακά μέσω συνεχών και αμέτρητων flashback (που πηγαίνουν από το σήμερα είκοσι χρόνια πίσω και τούμπαλιν) μαθαίνουμε πως είχε βάλει μπρος σκοτεινό σχέδιο αγοραπωλησίας γης. Για να φέρει τη δουλειά εις πέρας είχε ως δεξί του χέρι νταραβεριτζή που αναλάμβανε τις πιο δύσκολες βρωμοδουλειές του, απαιτούσε δε την αγαστή συνεργασία τού αδελφού του, ο οποίος από εκείνη ακριβώς την περίοδο και μετά έχει εξαφανιστεί για τα καλά, με τον γιο του να δράττεται της ευκαιρίας της επιστροφής του στην πατρίδα, αναλαμβάνοντας να ανακαλύψει εάν πράγματι και υπό ποιες συνθήκες ο πατέρας του έχει πεθάνει.
Αυτό που ακολουθεί είναι πρακτικά αδύνατον να περιγράψει κανείς σε κριτική άνευ spoiler (όχι πως κάτι τέτοιο θα είχε και ιδιαίτερη σημασία, πάντως, αφού ο ειρμός εκλείπει των «Αποκαλύψεων»), ενδεικτικά όμως αναφέρουμε πως στην υπόθεση που οι δύο εξάδελφοι και αυτόκλητοι ντετέκτιβ ερευνούν, μπλέκουν προοδευτικά Αλβανοί μαφιόζοι, έμποροι λευκής σαρκός, άτυχες εξ Ανατολής γυναίκες, ορφανές κόρες, δημοσιογράφοι με αρχείο από «καυτές» ηχογραφήσεις, καλόγριες, σκοτεινοί άνδρες υπεράνω υποψίας και άλλα ανάλογα που μπουκώνουν τόσο πολύ την υπόθεση ώστε από ένα σημείο κι έπειτα τα χέρια να σηκώνονται ψηλά. Μέσα σε όλα αυτά, μια ξεκάρφωτα άγρια σκηνή βασανιστηρίων α λα «Big Bad Wolves: Στο Στόμα των Λύκων» (2013) και μια εν τέλει καταγγελία των αδίστακτων και βρώμικων πολιτικών παιχνιδιών χάνονται μέσα σε ένα σενάριο αχταρμά, το οποίο θέλοντας να πει απνευστί τα πάντα, στο τέλος δεν λέει απολύτως τίποτα.