ΤΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΕΝΙΟ ΚΟΥΜΠΙ (2015)
(EL BOTON DE NACAR)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πατρίσιο Γκουσμάν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 82'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Η ιστορία της Χιλής και της ευρύτερης περιοχής της Παταγονίας, μέσα από τις φωνές εκείνων που οι ισχυροί κάθε εποχής απείλησαν με ολική καταστροφή και καταδικασμό σε αιώνια λήθη. Το νερό, όμως, κρατά τις μνήμες του σφιχτά σφραγισμένες…
Μια σταγόνα νερού αιώνια διατηρημένη, παγιδευμένη. Μια μακρόστενη λωρίδα γης καθορισμένη από το νερό που την περιβάλλει. Η άλλοτε μυστικιστική, άλλοτε σοκαριστικά άγρια ιστορία της Χιλής μέσα από το βασικό στοιχείο τής φύσης που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την Ιστορία και την ίδια την ύπαρξή της. Ο Πατρίσιο Γκουσμάν επιστρέφει κινηματογραφικά στην εξερεύνηση της χώρας του, μια πενταετία μετά το υπέροχα λυρικό «Nostalgia de la Luz», στο οποίο βασικό στοιχείο και θεμέλια λίθος ήταν η άμμος της Ερήμου Ατακάμα. Σε αυτή την, κατά κάποιον τρόπο, «συνέχεια» (που όμως μπορεί άνετα να ιδωθεί ανεξάρτητα), ο βετεράνος Χιλιανός σκηνοθέτης ξεκινά την ιστορία του με έναν ποιητικό τρόπο, με μια γαλήνια ωδή προς το νερό, παρασύροντάς μας σαγηνευτικά στην αφήγησή του, η οποία σταδιακά μεταμορφώνεται, από μια σχεδόν λυρική σπουδή, σε ένα βασικό μάθημα χιλιανής Ιστορίας, σε μια τραγική αλλά και κατά καιρούς «θυμωμένη» ελεγεία για τη χαμένη αθωότητα του τόπου.
Μέσα από τη φυσική, άγρια και παράξενη ομορφιά της Παταγονίας, μαθαίνουμε την ιστορία των ιθαγενών φυλών που ζούσαν σε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον τους και τον βασικό τους πόρο ζωής, το νερό, μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα όπου – αναπόφευκτα – το ίδιο το νερό έφερε στις ακτές τους τους πρώτους αποικιοκράτες (δεν χρειάζεται να εντρυφήσουμε περαιτέρω, λίγο-πολύ γνωστές και κοινές οι ιστορίες της αποικιοκρατίας ανά την υφήλιο). Άλλωστε, και ο ίδιος ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στη γνωστή, τραγική ιστορία ενός ιθαγενούς στα 1830, τον οποίον οι αποικιοκράτες έπεισαν να πάρουν «πειραματικά» μαζί τους στο Ηνωμένο Βασίλειο για να τον «εκπολιτίσουν», σε αντάλλαγμα με ένα μαργαριταρένιο κουμπί, ονομάζοντάς τον συμβολικά «Τζέρεμι Μπάτον»… Ελάχιστοι οι σημερινοί επιζώντες αυτών των «καταδικασμένων» φυλών, κρατούν ώς και σήμερα τα λίγα ψήγματα της παλιάς τους ταυτότητας: το λεξιλόγιο, τις άγραφτες ιστορίες, την απτή σχέση τους με τη φύση, με το νερό που τους γέννησε, τους μεγάλωσε και, κατά κάποιον τρόπο, τους κατέστρεψε στην πορεία της «εξέλιξης».
Για όσους δεν γνωρίζουν τίποτα από το πρότερο έργο του, θα λέγαμε πως ο Γκουσμάν στήνει στον θεατή μια αφηγηματική «παγίδα». Αυτό που ξεκινά ως ένα σχεδόν σουρεαλιστικό, «φεστιβαλικό» ντοκιμαντέρ α λα National Geographic για τα 2.670 μίλια ακτογραμμής της πατρίδας του, καταλήγει μια δυνατή, αφυπνιστική γροθιά στο στομάχι, καθώς από τις φρικαλεότητες εναντίον των ιθαγενών φυλών του δεύτερου μέρους, ο δημιουργός μάς μεταφέρει στις φρικαλεότητες της πιο σύγχρονης χιλιανής ιστορίας, στα 17 χρόνια της αμείλικτης στρατιωτικής δικτατορίας του Πινοτσέ, από το 1973 έως το 1990. Συμπεριλαμβάνοντας συνεντεύξεις με ανθρώπους που βίωσαν από πρώτο χέρι την αγριότητα του καθεστώτος αλλά και μαρτυρίες για τα θύματα που «εξαφανίστηκαν» στον βυθό του μεγαλύτερου αρχιπελάγους του πλανήτη, ο αρχικός λυρισμός δίνει τη θέση του στον αισθητό θυμό και στην προσπάθεια να αναδυθούν στην επιφάνεια οι ιστορίες των θυμάτων, τόσο του Πινοτσέ όσο και της αποικιοκρατίας. Η εναλλαγή στυλ κάποτε επιτυγχάνει αυτό το αναπάντεχο σοκ, κάποτε μάλλον πλήττει την αφηγηματική ροή της ταινίας, όμως το συνολικό κατόρθωμα παραμένει κάτι παραπάνω από αξιοπρεπές.
Η μνήμη του νερού, όπως και η εναρκτήρια σκηνή με τη σταγόνα παγιδευμένη στην αιωνιότητα, είναι αέναη και, στις αναρίθμητες πτυχές της, φυλάει ευλαβικά τις φωνές εκείνων που η άσχημη όψη της Ιστορίας φίμωσε ή και κατάφερε να σιγήσουν. Ο Γκουσμάν αναζητά κι αποπειράται να ξυπνήσει αυτές τις μνήμες και να κάνει τις χαμένες φωνές να ακουστούν ξανά και δυνατά. Το αποτέλεσμα, αν και όχι πέρα για πέρα θριαμβευτικό, είναι ωστόσο υπέροχα σεβάσμιο και σεβαστό, ένα ιδανικό μάθημα Ιστορίας αλλά και πνευματικότητας αυτού του παράξενου, πολύπαθου αλλά και εν τέλει ανθεκτικού τόπου.