ΕΔΩ ΜΙΛΑΝΕ ΓΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ (2025)
- ΕΙΔΟΣ: Μουσικό Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βύρωνας Κριτζάς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 89'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ
Ήταν μια φορά κι έναν καιρό στην Κέρκυρα ένα συγκρότημα που το έλεγαν Κόρε. Ύδρο. Αυτή είναι η ιστορία τους, έως και το σε διάσπαση σήμερά τους.
Αν δεν ήμουν σίγουρος πως οι Κόρε. Ύδρο. αποτελούν υπαρκτό συγκρότημα, θα έλεγα πως τούτο το ντοκιμαντέρ είναι το ελληνικό «This Is Spinal Tap» (1984)! Εάν δεν έχει πέσει ποτέ στην αντίληψή σου αυτή η (διαλυμένη πλέον) κερκυραϊκή μπάντα, όντως μπορεί και να αισθανθείς ότι το «Εδώ Μιλάνε για Λατρεία» τρολάρει φαρσικά, αποκαλύπτοντας πως τα περισσότερα από τα αρχικά της μέλη δεν είχαν ιδέα από χρήση μουσικών οργάνων και φτάνοντας στα σημερινά, «επικά» στιγμιότυπα εμφανίσεων / συνεντεύξεων του (με τη φήμη του δυσπρόσιτου) frontman Παντελή Δημητριάδη, όπου το χιούμορ ακροβατεί επικίνδυνα με το… ξεφτιλίκι!
Μέχρι ενός σημείου, η περίπτωση των Κόρε. Ύδρο. (από το Κορεσμένοι Υδρογονάνθρακες) δεν διέφερε ιδιαίτερα από τις άπειρες… σχολικές μπάντες που σχηματίζονται σε ολόκληρη την Ελλάδα και παίζουν για την πλάκα τους, με βασικό χαρακτηριστικό έναν εφηβικό «αναρχισμό», πράγμα που εδώ γίνεται άμεσα διακριτό από το πλούσιο υλικό των home movies των «παιδιών». Μεγαλώνοντας και αναζητώντας με κάποια σχετική σοβαρότητα το μέλλον τους στην ντόπια δισκογραφία (όντας και ένα από τα σπάνια συγκροτήματα που χρησιμοποιήσαν αποκλειστικά ελληνικό στίχο στις αρχές των ‘00s), οι Κόρε. Ύδρο. προσθέτουν στο ενεργητικό τους τον Αλέξανδρο Μακρή (που γνώριζε μουσική…) και το 2003 κυκλοφορούν το πρώτο τους album, το οποίο… πήραν χαμπάρι μονάχα λίγοι μουσικοκριτικοί και media-κές περσόνες οι οποίες αγωνίζονται να «ανακαλύψουν»… οτιδήποτε, μπας και δικαιολογήσουν μαζί και τη δική τους ύπαρξη (σε «rock» πλαίσιο, πάντοτε).
Όλα αυτά τα καταγράφει με σωστό τρόπο το ντοκιμαντέρ, σχεδόν απομυθοποιώντας τους Κόρε. Ύδρο. και το «cult» περιτύλιγμά τους, δίνοντας μεγάλο βάρος στα αθηναϊκά live της μπάντας, κατόπιν του (τελικά) πετυχημένου ως κυκλοφορία δεύτερου album (από την EMI, παρακαλώ!), «Φτηνή Ποπ για την Ελίτ». Η hipster-ιά του μουσικού Τύπου (κυρίως) ξεσάλωσε με υμνωδίες τίτλων του στυλ «ο σημαντικότερος ελληνικός δίσκος της δεκαετίας μέχρι στιγμής» (!) και το συγκρότημα άρχισε να εκτροχιάζεται εξαιτίας προσωπικών ερίδων, καταφέρνοντας να κυκλοφορήσει ακόμη δύο δίσκους, ενώ οι medi-ο-fans μετέτρεπαν τον… γυμνόστηθο (συναυλιακά) Δημητριάδη σε ίνδαλμα τύπου Μόρισεϊ (φευ).
Αποτελεί ένα αξιοπερίεργο ντοκουμέντο η αναφορά σε όλα αυτά, όμως, τα «talking heads» που συμμετέχουν με δηλώσεις τους (πέραν των μελών της μπάντας) είναι εξωφρενικά λίγα σε αριθμό (έχει γούστο η ένθεση ενός… hater!) και, μοιραία, «καπελώνονται» κιόλας από την εκκεντρική πληθωρικότητα του Δημητριάδη, ο οποίος (αναπάντεχα) δεν βάζει γλώσσα μέσα (!), κυριολεκτικά αυτοθαυμαζόμενος (μετά σαρδόνιου χαμόγελου ενίοτε).
Μετά από μιάμιση ώρα, διαφαίνεται το μέγα ψεγάδι τούτου του ντοκιμαντέρ, που δεν είναι άλλο από την ατολμία του Βύρωνα Κριτζά να τοποθετηθεί (με δική του, τίμια άποψη) απέναντι στο υλικό του, στα σοβαρά ή στ’ αστεία. Κάτι που, στην τελική, αφήνει μετέωρο και τον θεατή στο (μη) συμπέρασμα: ήταν καλό αυτό που είδε ή ήταν… «φτηνό» το δούλεμα (από μια δήθεν «ελίτ»);