Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (2020)
(DOMANGCHIN YEOJA)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σανγκ-Σου Χονγκ
- ΚΑΣΤ: Κιμ Μιν-Χι, Σονγκ Σέον-Μι, Έουν-Μι Λι, Γιάνγκ-Χούα Σέο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 77'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Η Γκαμ-Χι επισκέπτεται μερικές φίλες της που ζουν στα περίχωρα της Σεούλ και τα λένε μεταξύ τους σε μια σειρά από ξεχωριστές συναντήσεις.
Εντελώς συμπτωματικά, τα δύο μοναδικά νέα φιλμ της εβδομάδας μας έρχονται με υψηλές διακρίσεις από το Φεστιβάλ Βερολίνου. Έτσι, μαζί με το βραβείο καλύτερης ταινίας της φετινής διοργάνωσης («Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό»), το «art-house» κοινό έχει την τύχη (#sarcasm) ν’ απολαύσει και το περσινό βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας, το «Η Γυναίκα που Έφυγε» του «βετεράνου» Κορεάτη φεστιβαλιστή Σανγκ-Σου Χονγκ. Εκτός από την κοινή σύνδεση της βράβευσης, τα δύο έργα μπορούν επίσης να σε κάνουν να… μισήσεις το σινεμά!
Το μόνο θετικό εδώ είναι η (μικρή) διάρκεια. Χωρίς πολλές-πολλές συστάσεις, παρακολουθούμε μία γυναίκα να φροντίζει τις καλλιέργειές της σ’ ένα παρτέρι, ενώ λίγο παραδίπλα κυκλοφορούν μερικές κότες. Το «επαρχιώτικο» lifestyle δεν ταυτίζεται απόλυτα με το υπόλοιπο σκηνικό, την αρχιτεκτονική των κτηρίων και τις υπόλοιπες πληροφορίες που θα λάβουμε σύντομα γι’ αυτήν. Δεν είναι καν η πρωταγωνίστρια. Η Γκαμ-Χι, μια παλιά της φίλη από την πόλη, είναι εκείνη που οδηγεί την «πλοκή» του φιλμ. Εκείνη, χάρη σε ένα επαγγελματικό ταξίδι του συζύγου της, βρίσκει την ευκαιρία να επισκεφτεί τα περίχωρα της Σεούλ και να περάσει μερικές μέρες (ή ώρες μονάχα) με φίλες της που ζουν στη γύρω περιοχή.
Το φιλμ παρακολουθεί ξεχωριστά τις συναντήσεις και τις συζητήσεις που κάνουν, σε σχετικά μακράς διάρκειας (μονο)πλάνα που κάποια στιγμή, εντελώς απότομα (σαν κάποιος να είπε «πάτα αυτό το κουμπί στην κάμερα, να δούμε τι κάνει»!) ζουμάρουν χωρίς κάποιον ιδιαίτερο σκοπό, ή στο σύνολο της εικόνας ή σε κάποια από τις ηρωίδες. Οι διάλογοι υμνούν το «νατουραλιστικό», με τον θεατή να μαθαίνει (βουλιάζοντας στην πλήξη…) ποιες είναι οι καθημερινές συνήθειες της ζωής στην επαρχία, καθώς και τις διατροφικές προτιμήσεις (γιατί;) των γυναικών που ζουν εκεί και γνώριζαν την Γκαμ-Χι από παλιά.
Ο Σανγκ-Σου Χονγκ έχει «χωρίσει» με την τέχνη του μοντάζ (το οποίο υπογράφει ο ίδιος…), αφήνοντας την ταινία να κυλά με μία φυσικότητα «παρατηρητή» των σεκάνς διαλόγων, οι οποίες διακόπτονται μονάχα από εμβόλιμες εμφανίσεις ανδρών, συμβολικά «επιθετικές», προσδίδοντας στη «Γυναίκα που Έφυγε» έναν χαρακτήρα (μοδάτης εσχάτως) φεμινιστικής ματιάς. Ένας γείτονας διαμαρτύρεται επειδή οι γυναίκες ταΐζουν αδέσποτες γάτες και τρομάζουν τη σύζυγό του, ένας νεαρός εραστής του «one night stand» μετατρέπεται σε stalker που παραφυλάει στην εξώπορτα και ο πρώην της Γκαμ-Χι θεωρεί πως η παρουσία της εκεί σχετίζεται μ’ αυτόν.
Μερίδα της κριτικής (που προσκυνά το έργο του Σανγκ-Σου Χονγκ ακόμη και στην προκειμένη περίπτωση…) εντοπίζει υφολογικές ομοιότητες με την απλότητα και τη λιτότητα του φιλμικού σύμπαντος του Ερίκ Ρομέρ. Είμαι βέβαιος πως τα κόκαλα του (από το 2010) μακαρίτη θα πρέπει να θρυμματίστηκαν ολοκληρωτικά μετά από αυτό…