THE UGLY STEPSISTER (2025)
(DEN STYGGE STESØSTEREN)
- ΕΙΔΟΣ: Ρομαντική Μαύρη Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έμιλι Μπλίχφελντ
- ΚΑΣΤ: Λέα Μάιρεν, Άνε Νταλ Τορπ, Τέα Σόφι Λοκ Νες, Φλο Φάγκερλι, Ίσακ Κάλμροθ, Μάλτε Γκόρντινγκερ, Ραλφ Κάρλσον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 109'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: THE FILM GROUP
Η ασχημούλα Ελβίρα ονειρεύεται να παντρευτεί τον ποιητή πρίγκιπα του γειτονικού και παραμυθένιου πύργου, αλλά πρώτα πρέπει… να βγάλει τα σιδεράκια, να χάσει κιλά, να σουλουπώσει τη μύτη της και ν’ αποκτήσει βλεφαρίδες (τουλάχιστον)! Ο δρόμος προς την ομορφιά δεν (θα) είναι ανώδυνος…
Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις σε ποιο κινηματογραφικό είδος ανήκει το νορβηγικό «The Ugly Stepsister» και τούτο αποτελεί έναν λόγο παραπάνω για το χαρακτηρίσεις επιτυχημένο. Σίγουρα υπάρχει ένα layer κοινωνικής αλληγορίας γύρω από τον «φασισμό» της ομορφιάς, υπάρχουν ίχνη του (εσχάτως) αποκαλούμενου «body horror» genre, όμως, αυτό που κυριαρχεί στο ντεμπούτο της Έμιλι Μπλίχφελντ είναι μία προκλητικά σατυρική αναδιατύπωση των προτύπων των κοριτσίστικων παραμυθιών, με αέρα… αίματος, σπέρματος και μπόχας σαπισμένου ανθρώπινου σώματος! Γενικά, μια αίσθηση αποσύνθεσης.
Σε περιβάλλον ταιριαστά παλιακό (και άχρονο, ουσιαστικά), το φιλμ παραπέμπει εικαστικά ανάμεσα στο σινεμά του Βαλέριαν Μπόροβζικ, του Ντέιβιντ Χάμιλτον, του Ζαν Ρολέν και του Ζιστ Ζεκέν. Το «ασχημόπαπο» Ελβίρα και η αδελφή της μετακομίζουν στην έπαυλη του καινούργιου τους πατριού, που (τελικά) όχι απλά αποκαλύπτεται πως δεν είχε την κράση ν’ αντέξει άλλες έντονες συγκινήσεις, αλλά είναι και καταχρεωμένος, καταστρέφοντας έτσι κάθε πλάνο ευημερίας της μητέρας των δύο κοριτσιών, που ως χήρα πια ελπίζει μονάχα να τις καλοπαντρέψει, μπας και δουν άσπρη μέρα.
Η μεγάλη τους ελπίδα είναι ο πρίγκιπας που κατοικεί σε γειτονικό πύργο και πρόκειται να διοργανώσει χορό, στον οποίο ίσως ανακαλύψει τη δεσποσύνη των ονείρων του. Η Ελβίρα τον θέλει παθιασμένα… χωρίς να τον έχει δει καν, διότι εκτός από πλούτη τυγχάνει να διαθέτει και… ποιητική φλέβα, με τους στίχους του να έχουν κυριεύσει την καρδιά της προ πολλού! Έλα, όμως, που η σκληρότερη ανταγωνίστριά της βρίσκεται στο ίδιο της το σπίτι! Η ετεροθαλής αδελφή της τυγχάνει… ξανθιά καλλονή και οι πάντες στοιχηματίζουν πως λίγο απέχει από το να γίνει και πριγκίπισσα.
Από ένα σημείο κι έπειτα, οι αναφορές στη «Σταχτοπούτα» είναι ηθελημένα προφανείς και αυτό το αναγνωρίσιμο μυθοπλαστικό στοιχείο βοηθά (κάπως) στην εξοικείωση του πιο σοκαρισμένου (απλού) θεατή με τη βιαιότητα των δρώμενων και μια σχεδόν σουρεαλιστική υπερβολή που φτάνει στα άκρα στη σεκάνς με τις βλεφαρίδες (επειδή έχω ένα θεματάκι σε κοντινά πλάνα με μάτια και οτιδήποτε… τρομακτικό μπορεί να συμβεί γύρω από αυτά, ομολογώ πως δεν κοιτούσα την οθόνη για όσο διαρκούσε!). Το γκροτέσκο ισορροπεί σωστά με το χιουμοριστικό, το electropop συνοδευτικό score προσθέτει μια «άκυρη» μοντερνιά και η ροπή προς το παράλογο κάνει το έργο να αποδρά από σοβαροφανείς «αναγνώσεις» του περιεχομένου του.
Σίγουρα δεν πρέπει να ιδωθεί σαν ένα (συνηθισμένο ή μη) φιλμ τρόμου, αλλά μια μοντέρνα αναζήτηση ανατροπής κάμποσων στερεότυπων του κινηματογραφικού storytelling, που μας συστήνει ένα πολλά υποσχόμενο καινούργιο όνομα σκηνοθέτιδος η οποία φαίνεται πως (θα επιδιώξει να) λειτουργεί έξω από φεστιβαλικά και φεμινιστικά δεδομένα που «φοριούνται» ως υποχρεωτικό δεδομένο «καλλιτεχνικής» πορείας και στόχων τα τελευταία χρόνια. Καθόλου άσχημα, δηλαδή!