CRIMINAL (2016)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άριελ Βρόμεν
- ΚΑΣΤ: Κέβιν Κόστνερ, Γκάρι Όλντμαν, Γκαλ Γκαντότ, Τόμι Λι Τζόουνς, Άλις Ιβ, Μάικλ Πιτ, Τζόρντι Μογιά
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Με την ελπίδα να ανακτήσει σημαντικές πληροφορίες γύρω από την ταυτότητα ενός hacker που έχει βρει μέθοδο πρόσβασης στο σύνολο του οπλισμού των ΗΠΑ, η CIA οργανώνει απίθανη χειρουργική επέμβαση με δότη νεκρό πράκτορά της, χρησιμοποιώντας το σώμα μεταμοσχευτικά συμβατού θανατοποινίτη με ανεξέλεγκτη συμπεριφορά.
Θυμάσαι εκείνα τα ωραία χρόνια στα 80’s, που πήγαινες στο video club της γειτονιάς σου, απογευματάκι Σαββάτου, και ζητούσες να σου προτείνουν κάτι «καινούργιο» και ελαφρύ (τύπου περιπέτεια, όμως) για το weekend; Και ο βιντεοκλαμπάς (sic) σου πάσαρε μεγάλη φουρλούκα από τα αζήτητα, με το άλλοθι ενός ονομαστού πρωταγωνιστή, ο οποίος παρίστανε τη «βιτρίνα» στο εξώφυλλο, εν μέσω εκρήξεων και μιας ξώφαλτσης γκόμενας; Ε, αυτό είναι το «Criminal»! Και αν ζούσαμε ακόμη στα 80’s (δήλωση που σηκώνει δεύτερη σκέψη και πολλαπλές αναγνώσεις…), θα γινότανε χαμός για δαύτο (στο video club, πάντα). Έλα, όμως, που βρισκόμαστε στο έτος 2016. Και τούτη η ταινία έχει το περιτύλιγμα μιας major, εμπορικής κυκλοφορίας, αλλά στην ουσία ανήκει στην κατηγορία δευτεράντζας την οποία η ανθρωπότητα μπορεί να θυμάται μονάχα ως (πιθανή) υποψήφια για τα Χρυσά Βατόμουρα…
Έχω πολλά να πω για το «Criminal», αλλά μετά θα προβληματιζόμουν για το αν αξίζει τόση έκταση σχολιασμού ένα τόσο μεγάλο σκουπίδι. Από τι να πρωτοξεκινήσω; Ή μάλλον… από ποια ταινία; Αυτό το φρανκενσταϊνικό κατασκεύασμα αποτελείται από ένα πρακτορικό θρίλερ απιθανοτήτων (με τον «Ολλανδό» super τρομοκράτη των νέων μέσων που απειλεί με παγκόσμια σύρραξη ενεργοποιώντας το πυρηνικό οπλοστάσιο των ΗΠΑ, αν δεν του δώσουν το «χαρτζιλίκι» που ζητά και ένα ρωσικό άσυλο εμπνεύσεως… Σνόουντεν) και μια ρέπλικα του τόσο πρόσφατου «Self/less» (2005) του Ταρσέμ (το κομμάτι της «εμφύτευσης» ενός άλλου εαυτού, νεκρού ή μελλοθάνατου, σε υγιές σώμα «δανεικό» και οι συνέπειες της σύγκρουσης με τη μνήμη του πρώτου) που σε κάνει να υποψιάζεσαι «διαρροή» σεναρίων στο Χόλιγουντ!
Το πρώτο κομμάτι δηλώνει ασχετοσύνη με το είδος, εμπλέκει δευτερεύοντες χαρακτήρες που εκθέτουν σχεδόν ξεκαρδιστικά την πλοκή (αν και, ειλικρινά, βαριέσαι και να γελάσεις με όλο αυτό το μπάχαλο) και κάνει οποιαδήποτε τζεϊμσμποντική αποστολή να μοιάζει με ρεαλιστικό δράμα. Το δεύτερο κομμάτι, πάλι, επιφυλάσσει μια από τις χειρότερες ερμηνείες της χρονιάς ή τουλάχιστον ένα νέο lowest score… πάτου από τον Κέβιν Κόστνερ, που σε κάνει να απορείς για το αν ο ηθοποιός βρίσκεται διαρκώς υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών ή δέχεται να εξευτελιστεί με κάθε τρόπο για τη «σύνταξή» του. Τι να μνημονεύσει κανείς; Την πρώτη σκηνή – γνωριμίας στο κελί του; Τη μέθοδο φυγής από το αμάξι των πρακτόρων που σκοπεύουν να τον ξεφορτωθούν για τα καλά; Την κλοπή του van δίπλα στο λονδρέζικο κεμπαμπτζίδικο; Είναι σοκαριστικό το θέαμα…
Με μια ανελέητη διάρκεια (πραγματικό test αντοχής), επίσης, το «Criminal» εντυπωσιάζει μονάχα στη σκέψη της εμπλοκής τόσο γνωστών ονομάτων στο καστ, εδώ σε ένα είδος υποκριτικής «απονεύρωσης», προφανώς επειδή κατά βάθος όλοι τους εξακολουθούν να έχουν και μια κάποια συνείδηση. Το «Γιατί;» που βαραίνει αυτούς τους ηθοποιούς θα είναι το μόνο πράγμα που θα σε ακολουθεί μετά την προβολή, αν κάνεις αυτό το λάθος γιατί ήθελες να δεις… «κάτι ελαφρύ» σε περιπέτεια. Αχ, τιμημένη VHS!