ΣΥΜΠΕΘΕΡΟΙ ΑΠΟ ΣΟΪ (2024)
(COCORICO)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζιλιέν Ερβέ
- ΚΑΣΤ: Κριστιάν Κλαβιέ, Ντιντιέ Μπουρντόν, Σιλβί Τεστί, Μαριάν Ντενικούρ, Ζιλιέν Πεστέλ, Κλοέ Κουλούντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Δύο οικογένειες που πρόκειται να συμπεθερέψουν υποβάλλονται (δίχως να το γνωρίζουν) σε test DNA από τη μέλλουσα νύφη, με παράδοξα ανατρεπτικά αποτελέσματα σχετικά με την καταγωγή τους.
Ένας κρύος ιδρώτας σε λούζει όταν βλέπεις το όνομα του Κριστιάν Κλαβιέ στα credits γαλλικής κωμωδίας… «του καλοκαιριού». Αναζητώντας το σχετικό tag του Γάλλου ηθοποιού εδώ, μέσα σε μία δεκαετία, μέτρησα συνολικά δεκατρείς κινηματογραφικούς τίτλους. Όλα τα δίκια… δικά μου και δικά σας, δηλαδή!
Στο «Συμπέθεροι από Σόι», όμως, η σεναριακή βάση έχει «ζουμί» και (κάπως) ξεπερνάς την παρουσία αυτού του τόσο ανέκφραστα μονοκόμματου «κωμικού», ο οποίος (επιπλέον) χάνει στην κόντρα με τον άλλο γνωστό συνάδελφό του, αλλά πιο συχνά χρησιμοποιημένο ως καρατερίστα σε μικρότερους ρόλους, Ντιντιέ Μπουρντόν. Οι δυο τους υποδύονται δύο πατεράδες που πρόκειται να συμπεθερέψουν, αν και μια κάποια ταξική διαφορά απειλεί να διαλύσει το χαρμόσυνο γεγονός. Ο πρώτος είναι ένας ξιπασμένος αμπελουργός από σόι ευγενών, ο δεύτερος ένας λαϊκός τύπος, πωλητής αυτοκινήτων Peugeot. Το μόνο πράγμα που τους ενώνει ουσιαστικά είναι η αγάπη τους για την πατρίδα τους. Κάτι που πρόκειται να αμφισβητηθεί, εξαιτίας ενός DNA test που παίρνει ην πρωτοβουλία να κάνει για τα δύο ζευγάρια των γονέων, αντί έκπληξης, η μέλλουσα νύφη.
Από το «εμείς την κόρη μας την προορίζαμε για καλύτερα», μετά το πρώτο ημίωρο προχωράμε στη φάση… «τι κακό μας βρήκε», καθώς όλοι τους ανακαλύπτουν πως… δεν είναι 100% Γάλλοι! Το χιούμορ, προφανώς, βασίζεται στον εθνογραφικό χαρακτήρα των διαφορών στην καταγωγή όλων τους, επιφυλάσσοντας τα καλύτερα αστεία για τους δύο πατεράδες. Αρκετά από αυτά αντέχουν να πείσουν τον κάθε κυνικό για το genre θεατή, αν όχι (έστω) να χαμογελάσει (προσωπικά, εξεπλάγην με… ηχηρό γέλωτα στη σεκάνς όπου ο πατέρας του ήρωα που υποδύεται ο Μπουρντόν εξομολογείται το πραγματικό του πάθος για τη… δεύτερη πατρίδα του).
Φυσικά, το έργο δεν αγγίζει ποτέ τις βαθύτερα πολιτικές προεκτάσεις που διέθετε το θέμα και περιορίζεται σε «επιθεωρησιακού» τύπου one-liners, για εύκολη κατανάλωση, αδικώντας την εκ του σεναρίου πρόθεση του Ζιλιέν Ερβέ, να γυριστεί μια πιο αιχμηρή σάτιρα ηθών για τους φανατικούς πατριδολάτρες (υποψιάζομαι πως οι παραγωγοί του φιλμ θα «κλώτσησαν»…). Στην τελική, μένει ένα έργο που ενοχλεί λιγότερο από τις γαλλικές κωμωδίες που παρακολουθούμε… μαρτυρικά με το τουλούμι κάθε καλοκαίρι στη χώρα μας, λες κι έχει υπογραφεί μια «κρυφή συμφωνία» με τους ντόπιους διανομείς, να συντηρούν ισοβίως την tricolore φιλμική παραγωγή.