ΠΟΙΟΣ ΚΛΕΒΕΙ ΠΟΙΟΝ; (2016)
(CIEN ANOS DE PERDON)
- ΕΙΔΟΣ: Αστυνομικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντανιέλ Καλπαρσόρο
- ΚΑΣΤ: Λουίς Τοσάρ, Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα, Ραούλ Αρέβαλο, Χοσέ Κορονάδο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER / ΦΛΟΙΣΒΟΣ
Έξι ένοπλοι άνδρες χτυπάνε μια τράπεζα στο κέντρο της Βαλένθια. Στόχος τους, οι θυρίδες των πελατών της, αλλά κυρίως εκείνη ενός γνωστού πολιτικού της κυβέρνησης, η οποία κρύβει μέσα της σκληρό δίσκο με περιεχόμενο που μπορεί να προκαλέσει μέγα σκάνδαλο. Με τον τρόπο διαφυγής τους να έχει «βουλιάξει» κυριολεκτικά, πώς θα μπορέσουν να βγουν από εκεί μέσα;
Υπάρχουν καλά συστατικά στο «Ποιος Κλέβει Ποιον», όμως, ούτε η σκηνοθετική ματιά του Ντανιέλ Καλπαρσόρο τα υποστηρίζει με αβανταδόρικο τρόπο (για τον θεατή), ούτε και το σενάριο ανατρέπει έξυπνα τα δεδομένα, έχοντας ανοίξει τα χαρτιά του πολύ νωρίτερα απ’ όσο θα έπρεπε κι αφήνοντας το φιλμ έρμαιο ενός σασπένς που ελάχιστα θυμάται τον ρόλο του στα τελευταία (σα να λέμε μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού…) λεπτά της δράσης του.
Τηρουμένων των… πολιτικών καταστάσεων και εξελίξεων που μαστίζουν την Ισπανία (όσο και εμάς), το σενάριο προσθέτει στο τυπικό στόρι μιας heist movie το στοιχείο της κυβερνητικής διαφθοράς και τη βρώμικη ανάμειξη των τραπεζών στα όσα βιώνει η κοινωνία, αλλά στην τελική χάνει το όποιο focus ενδιαφέροντος, προσθέτοντας διαρκώς χαρακτήρες οι οποίοι δεν οδηγούν ουσιαστικά τις εξελίξεις, όσο και να προσπαθούν να ανανεώνουν το ενδιαφέρον μας. Η υπεύθυνη της τράπεζας που περιμένει την απόλυσή της «καίγεται» γρήγορα στην όλη πλοκή, οι (αρκετοί) όμηροι – πελάτες μένουν πάντα διακοσμητικοί, από την πλευρά των Αρχών τα νέα πρόσωπα που εμφανίζονται δεν δικαιολογούν ολοκληρωμένα τις σχέσεις τους με την πολιτική εξουσία ή και τα media, ενώ ο κυβερνητικός «σύμβουλος», που προσπαθεί να κινήσει τα νήματα και να προστατεύσει τους εργοδότες του από το σκάνδαλο που πάει να σκάσει, παραμένει ασαφής και αδύναμος ως «πιόνι» (ίσως να φταίει και το κάστινγκ εδώ).
Από την πλευρά των πρωταγωνιστών – ληστών, και εκεί υπάρχει πρόβλημα χαρακτήρων, προθέσεων και σκιαγράφησης, με την πλοκή να εστιάζει περισσότερο σε τρία μέλη της συμμορίας, τους δύο «αρχηγούς» και έναν μάλλον εκνευριστικό τύπο που λειτουργεί από comic relief έως και αιτία δεινών. Οι δύο προηγούμενοι δεν κοντράρονται όπως είθισται σε φιλμ του είδους, δεν κρατάνε «κρυμμένα» χαρτιά και το παίξιμο των Λουίς Τοσάρ και Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα είναι υπερβολικό και φωνακλάδικο, ενδεχομένως γιατί ο Καλπαρσόρο ρίχνει μεγάλο βάρος της έντασης σε αυτούς. Χωρίς να εισπράττει κάτι το φιλμ, όμως…
Ληστές, αστυνομικοί, πολιτικοί και τραπεζίτες, όλοι μαζί σαν ένας αχταρμάς προσπαθούν να παραπλανήσουν τον θεατή, αλλά η αλήθεια είναι πως το «Ποιος Κλέβει Ποιον» δεν κάνει ποτέ την έκπληξη, δεν ανατρέπει στα σωστά σημεία την πλοκή και οδηγείται σε ένα φινάλε όχι και τόσο έξυπνο. Είναι ωραίο να βλέπουμε τις απόπειρες του ισπανικού σινεμά σε τόσο διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, δίχως κόμπλεξ «κατωτερότητας» απέναντι στο μεγάλο θέαμα που προσφέρει το Χόλιγουντ. Αν, όμως, βάλεις από δίπλα ακόμη και τον – όχι απόλυτα επιτυχημένο – «Υποκινητή» (2006) του Σπάικ Λι, θα καταλάβεις ότι το genre απαιτεί πολλά κότσια.