ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΙ (2019)
(CHARLIE'S ANGELS)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Δράσης
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ελίζαμπεθ Μπανκς
- ΚΑΣΤ: Κρίστεν Στιούαρτ, Νεϊόμι Σκοτ, Έλα Μπαλίνσκα, Ελίζαμπεθ Μπανκς, Πάτρικ Στιούαρτ, Σαμ Κλάφλιν, Τζόναθαν Τάκερ, Κρις Πανγκ, Νατ Φάξον, Ντζιμόν Χούνσου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Εναλλακτικό πρόγραμμα παροχής ενέργειας φανερώνει και μία αναπάντεχα… θανατηφόρα χρήση του, ώστε να προκαλέσει το ενδιαφέρον αγοραστών από το οργανωμένο έγκλημα. Μία υπόθεση για τους Άγγελους του Τσάρλι… δυστυχώς.
«Καμία αίσθηση του χιούμορ, αυτό είναι το πρόβλημά σου» ξεστομίζει σε μία σκηνή της ταινίας ο Πάτρικ Στιούαρτ. Και δεν το λέει για το έργο! Έπρεπε. Λοιπόν, όταν το 2000 ο McG ανέλαβε το κινηματογραφικό reboot της κλασικής τηλεοπτικής σειράς από τη δεκαετία του ’70, είχε και χιούμορ και κάτι… πιο pop στο μυαλό του. Ο συνδυασμός αυτών των δύο όχι απλά λειτούργησε, αλλά και βελτιώθηκε με το sequel του 2003. Και δεν μιλάμε για σκηνοθετάρα (σήμερα γυρίζει ταινίες για το Netflix…), απλά τότε ήταν «η στιγμή του». Σήμερα, είναι η στιγμή του… #MeToo και των λοιπών φεμινιστικών ξεσπασμάτων ακρότητας που έχουν εισχωρήσει παντού για να φέρουν την επιθυμητή «ισότητα». Ακόμη κι εκεί που δεν χρειάζεται!
Όταν μας είχαν απασχολήσει ξανά κινηματογραφικά οι «Άγγελοι του Τσάρλι» στα ‘00s, υπηρετούσαν σωστά το genre στο οποίο ανήκουν. Πλέον, αυτό το είδος κινδυνεύει από το σύνδρομο – μάστιγα του… «γυναικουλίστικου», που τόση ζημιά έκανε στο… θηλυκό «Ghostbusters» του 2016 (διαφωνώ κάθετα με την κριτική της Ιωάννας Παπαγεωργίου), όσο και στην επίσης θηλυκή «Συμμορία των 8» πέρσι (με όχι τόσο ολέθρια αποτελέσματα, έστω). Στην περίπτωση τούτης της αναβίωσης των «Aγγέλων του Τσάρλι», το χάλι φτάνει σε βαθμό να σε κάνει να θέλεις να ουρλιάξεις «Πλύνε κανένα πιάτο, μωρή!». Και δεν το αποφάνθηκα μόνος μου αυτό. Το περασμένο weekend, το αμερικανικό κοινό καταδίκασε την ταινία στα ταμεία, τοποθετώντας την στις υψηλότερες θέσεις των πιο χοντρών κινηματογραφικών φιάσκων του 2019. Ούτε γυναίκες, ούτε ψυχή δεν πάτησε! Και είχαν τα δίκια τους.
Αυτή τη φορά, για να γίνει πιο «ντούρος» ο φεμινισμός και η «ισότητα», το φιλμ σκηνοθετεί η ηθοποιός Ελίζαμπεθ Μπανκς, η οποία το 2016 κατέστρεψε ακόμη ένα franchise με το sequel «Pitch Perfect 2». Το πρόβλημα φαίνεται από την πρώτη σεκάνς, αλλά αρχή είναι ακόμη, ελπίζεις ότι θα έχει καλές σκηνές δράσης και μία κάποια πλάκα σε ατάκες και καταστασιακό. Ούτε με σφαίρες! Οι κοπελιές του καστ είναι εντελώς λάθος ως επιλογή και το όλο concept του «girl power» δεν φτουράει εδώ, βλέποντας την Κρίστεν Στιούαρτ να παριστάνει το πιο αλητάκι τυπάκι εκ της γνωστής τριάδας, δίπλα στην οριακά ανεκτή Νεϊόμι Σκοτ (που καλύτερα χορεύει παρά δέρνει) και την Έλα Μπαλίνσκα που ίσως πήρε τον ρόλο γιατί… δεν είχε πάει καμία άλλη για casting;
Επειδή το έργο είναι «large», υπάρχουν αμέτρητοι Μπόζλεϊ (έτσι ονομάζεται η οργάνωση που ελέγχει τις πρακτόρισσες, οι οποίες είναι σχεδόν μόνο γκομενάρες, διότι καλό το φεμινιστικό πνεύμα, αλλά εδώ πουλάμε κιόλας…) και πολλαπλάσιοι Άγγελοι που ενεργούν «undercover». Όλοι μαζί μπλέκουν σε πρακτορική πλοκή που βασικά ζηλεύει τα φιλμ… του Τζέιμς Μποντ (βγαίνει κι ένας ψευτο-Q της γκατζετιάς), για να παρακολουθήσουμε το international κυνήγι συσκευής παροχής ενέργειας οι οποία έχει «γκάου» επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό και μπορεί να λειτουργήσει και σαν φονικό εργαλείο. Αφού ο 007 είχε πεταχτεί μέχρι Ιστανμπούλ για τις ανάγκες τού «Skyfall» (2012), πάμε κι εμείς διότι πρέπει να είχε και χαμηλό κόστος το location, με τα υπόλοιπα γυρίσματα να έχουν πραγματοποιηθεί στη… Γερμανία (Χόλιγουντ ούτε απέξω!), εμπρός στον δρόμο που χάραξε η Millennium Films (που γυρίζει τα αντιστοιχα Β-movies δράσης στη Βουλγαρία), δηλαδή. Κατά τα άλλα, φροντισμένη παραγωγή του studio της SONY…
Η πλοκή θέλει γύρω στο πενηντάλεπτο να πάρει μπρος, η σκηνοθεσία είναι πραγματικά άνευρη και εκτός τόπου και… genre, με την προβλεψιμότητα και την πλήξη να κερδίζουν διαρκώς έδαφος, ενώ ευελπιστείς σε ένα σεναριακό twist για να δικαιολογηθεί το μαρτύριο της παρακολούθησης. Οι μαθημένοι σε πρακτορικές περιπέτειες θεατές θα γελάσουν (για τους λάθος λόγους) και μ’ αυτό. Δεν μπορώ να περιγράψω άλλο. Χάνει και το χιούμορ του κανείς με τέτοιες φόλες.