ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ (2006)
(CHAHARSHANBE-SOORI)
- ΕΙΔΟΣ: Κοινωνικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ασγκάρ Φαραντί
- ΚΑΣΤ: Χεντιγέ Τεχρανί, Ταρανέ Αλιντουστί, Χαμίντ Φαροχνεζάντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS
Νεαρή Ιρανή που ετοιμάζεται, μες την καλή χαρά, να παντρευτεί, πιάνει δουλειά ως οικιακή βοηθός σε οικογένεια με σοβαρά προβλήματα… γάμου.
Τιμημένο σε πολλές χώρες και με συμμετοχή στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ του Λοκάρνο, στην Ελβετία, αυτό το δράμα σύστησε τον Ιρανό – βραβευμένο, πλέον, με το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας για το «Ένας Χωρισμός» – Φαραντί στο σινεφίλ κοινό της Δύσης.
Μόλις τρίτο σκηνοθετικό του πόνημα, φαντάζει πιο άγουρο από το νεότερο, οσκαρούχο «αδέρφι» του, όχι όμως και πιο γερασμένο ή ξεπερασμένο, παρόλο που φτάνει στη χώρα μας με έξι χρόνια καθυστέρηση. Γνώριμα αφτιασίδωτο, στα όρια του ντοκιμαντέρ, άνευ (χειραγωγού) μουσικής επένδυσης ή (παρεμβατικού) αεικίνητου μοντάζ, κερδίζει επίσης τις εντυπώσεις με τις ερμηνείες – ατόφια κομμάτια ανθρωπιάς όλων των πρωταγωνιστών του, καθώς και την άρνησή του να πάρει (επικριτική) θέση απέναντι στους ήρωές του, τους οποίους και προσεγγίζει χωρίς προκαταλήψεις / φεμινιστικές διαθέσεις (που είναι πολύ της μοδός στο ιρανικό σινεμά).
Προκύπτει, όμως, πιο κωμικοτραγικό από το «Ένας Χωρισμός», αφού διαθέτει περισσότερο, ουκ ολίγο σαρκαστικό χιούμορ (που πηγάζει κυρίως από την αφέλεια της νεαρής βοηθού, η οποία μπλέκει εκεί που δεν τη σπέρνουν), ενώ εκπλήσσει με τις λανθάνουσες, ναι, χιτσκοκικές διαστάσεις του! Σαν ένα εναλλακτικό «who done it» χτίζει υπόκωφο σασπένς, πυροδοτώντας επίμονα ερωτηματικά και αμφιβολίες (είναι, τελικά, η σύζυγος τρελή, ή όντως ο σύζυγος την απατά;), σπάει την κανονικότητα της καθημερινότητας με τον κρότο των πρωτοχρονιάτικων βεγγαλικών να ηχεί ακατάπαυστα, ιντριγκάρει με ένα αναπάντεχο MacGuffin (το… εδώ τσαντόρ, εκεί τσαντόρ, που είναι το τσαντόρ;) και ένα αντικείμενο που γνωρίζει πολλά (ο μουσικός αναπτήρας της γειτόνισσας), και μας κάνει συνενόχους, προκαλώντας την ταύτισή μας με έναν κάθε άλλο παρά αμέτοχο ή «Σιωπηλό Μάρτυρα» (τη νεαρή, όλο περιέργεια, μέλλουσα νύφη).
Τελικά, όμως, μη θέλοντας να προδώσει την ανήσυχη κοινωνική συνείδησή του, καταλήγει στην πιο πιθανή, πραγματική και δη πιο προβλέψιμη «λύση». Πριν ολοκληρώσει την αφήγησή του με ένα αναμενόμενο, ρεαλιστικά ανοιχτό, άνευ εκπλήρωσης ή λύτρωσης, κάθε άλλο παρά «happy» ή «end» φινάλε. Και εδώ ακριβώς χάνει το παιχνίδι σε σύγκριση με τον ίσως λιγότερο διασκεδαστικό, αλλά σαφώς πιο ειλικρινή, ξεκάθαρο και στιβαρό «Χωρισμό».