FreeCinema

Follow us

CAPTAIN PHILLIPS (2013)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πολ Γκρίνγκρας
  • ΚΑΣΤ: Τομ Χανκς, Μπαρχάντ Αμπντι, Φαϊζάλ Άχμεντ, Μπαρχάντ Αμπντιραχμάν, Μαχάτ Μ. Άλι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 134'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ο Ρίτσαρντ Φίλιπς είναι ικανότατος καπετάνιος, υπεύθυνος, μεθοδικός και μάλλον πολύ άτυχος, καθώς το 2009 τού έμελε να έρθει αντιμέτωπος με πραγματικούς πειρατές στα ανοικτά της Σομαλίας, με το εμπορικό πλοίο Maersk Alabama. Τουλάχιστον, θα έχει την ευκαιρία να καυχιέται ότι τον ερμήνευσε ο Τομ Χανκς!

Ο «Captain Phillips» δεν είναι η πρώτη ιστορία πειρατείας στις ακτές της Σομαλίας που καταφθάνει στις κινηματογραφικές αίθουσες τα τελευταία χρόνια. Μόλις πέρυσι, προηγήθηκε η «Πειρατεία στον Ωκεανό» του Τομπίας Λίντχολμ, ένα φιλμ που ηθελημένα ακολούθησε τελείως διαφορετική διαδρομή από αυτό που θα περίμενε κανείς. Εκεί δεν υπήρχαν ούτε ηρωισμοί τού καπετάνιου (ούτε καν προσπάθεια για να ηρωοποιηθεί κάποιος από τα μέλη του πληρώματος), ούτε φρενήρεις σκηνές δράσης. Αντιθέτως, ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ταινίας δεν εξελισσόταν καν στο πλοίο, παρακολουθώντας τις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των ομήρων κατευθείαν μέσα από τα κεντρικά της πλοιοκτήτριας εταιρείας στη Δανία, δίνοντας μια ενδιαφέρουσα διάσταση στις δυνάμεις που αναπτύσσονταν γύρω από μια τυχαία πειρατεία.

Είναι καλό, λοιπόν, που ο «Captain Phillips», παρά τη θεματική συγγένεια με την «Πειρατεία στον Ωκεανό», ακολουθεί τελείως άλλο μονοπάτι, αποφεύγοντας τις συγκρίσεις. Ο μανδύας της «αληθινής ιστορίας» θα του έδινε έτσι κι αλλιώς ελαφρυντικά, όμως, είναι ευχής έργον που το φιλμ σκηνοθετείται από ένα δημιουργό που, αποδεδειγμένα, έχει ένα πολύ προσωπικό στυλ κινηματογράφησης. Ο Πολ Γκρίνγκρας έχει αποδείξει ότι μπορεί να αποτυπώσει ασφυκτικά την αγωνία στη μεγάλη οθόνη, είτε πρόκειται για ιστορίες βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα («Ματωμένη Κυριακή», «Πτήση 93») είτε σε καθαρόαιμες action movies, που κινούνται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες («Στη Σκιά των Κατασκόπων», «Το Τελεσίγραφο του Μπορν»). Αυτό που παραμένει κοινό και στις δύο περιπτώσεις είναι η ικανότητα του Γκρίνγκρας να μη «χάνει» τους πρωταγωνιστές του ανάμεσα στα δραματικά γεγονότα, παρά να καταφέρνει να τους αναδείξει ως δυναμικούς χαρακτήρες, ανεξάρτητα από την de facto δραματουργική ένταση που παρουσιάζει η κάθε ιστορία. Η δημοφιλία του Τζέισον Μπορν, εξάλλου, είναι απόλυτα δικό του κατόρθωμα.

Ύστερα από τα παραπάνω, λοιπόν, η επιλογή του Γκρίνγκρας για τον «Captain Phillips» φαντάζει ιδανική. Στην ταινία, υπάρχει και ένα έντονα δραματικό, πραγματικό γεγονός με κοινωνικές προεκτάσεις και ένας ισχυρός χαρακτήρας που μπορεί να κάνει απόλυτα προσωπική την ανωτέρω ιστορία. Και ο Γκρίνγκρας εκμεταλλεύεται στο έπακρο και τα δύο παραπάνω στοιχεία. Το πρώτο μισό της ταινίας ακολουθεί πιο συμβατικά τα γεγονότα που οδηγούν στην κατάληψη του πλοίου, ενώ το δεύτερο παίρνει μια περισσότερο ανθρωποκεντρική κατεύθυνση ανάγοντας την πειρατεία σε ένα παιχνίδι διαπραγμάτευσης και θέλησης ανάμεσα στον ίδιο τον καπετάνιο και τους πειρατές. Για την ταινία, εξάλλου, περισσότερη σημασία έχει ο ίδιος ο χαρακτήρας του Φίλιπς, παρά η πειρατεία, γεγονός που δικαιολογεί και τον τίτλο αλλά και ολόκληρη την πορεία μέχρι το δραματουργικό κρεσέντο του φινάλε. Αν η ταινία του Λίντχολμ ήταν όντως η ιστορία για μια «Πειρατεία στον Ωκεανό», το φιλμ του Γκρίνγκρας είναι χωρίς αμφιβολία μια ταινία για τον ίδιο τον καπετάνιο Ρίτσαρντ Φίλιπς.

Για σχεδόν δυόμισι ώρες, ο Γκρίνγκρας διατηρεί την αγωνία στο κόκκινο, δίχως να κάνει διαλείμματα για να ξεκουράσει το θεατή. Σε πλήρη αντιστοιχία με το σύνολο της φιλμογραφίας του, χτίζει τη μια σκηνή έντασης πάνω στην άλλη με αποτελεσματικότητα, κινηματογραφεί τα πρόσωπα των χαρακτήρων σε ασφυκτικά κοντινά χωρίς να τους χάνει μέσα στο χάος των περιφερειακών εξελίξεων, έχει απόλυτη αίσθηση της τοπογραφίας και, παρά το κοφτό μοντάζ, δε γίνεται ποτέ ασαφής στην αποτύπωση του τι πραγματικά συμβαίνει κάθε στιγμή. Ο Γκρίνγκρας έχει τελειοποιήσει την τεχνική του και σχεδόν δεν αφήνει το θεατή να πάρει τα μάτια του από την οθόνη μέχρι να φτάσει στην κατάληξη της ιστορίας του.

Φυσικά, μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία της ταινίας έχει και ο ίδιος ο Τομ Χανκς, ο οποίος ερμηνεύει, στην πλειοψηφία των σκηνών (έμφαση στο «πλειοψηφία»), το Φίλιπς αρκετά μετρημένα και συγκρατημένα, αφήνοντας να διαφανεί η αγωνία του, η διάθεσή του να πολεμήσει, η αποφασιστικότητά του αλλά και η ανησυχία για την ίδια του την ζωή. Όλο το φάσμα των συναισθημάτων βρίσκει τον εκφραστή του στην ερμηνεία του Χανκς, ο οποίος δε θα είναι έκπληξη αν πλασαριστεί και στην οσκαρική πεντάδα (εξάλλου, ο ρόλος του αποθεώνει το ανθρώπινο πνεύμα και τη δύναμη της θέλησης, που τόσο αγαπά η Ακαδημία). Δυστυχώς, η ερμηνεία του, προς το τέλος του φιλμ, συνοδεύεται και από μερικά «ξεσπάσματα» (που υπογραμμίζουν βεβιασμένα την εξέλιξη του χαρακτήρα του και τραβούν το χαλί κάτω από την προγενέστερη προσεγμένη ανάπτυξη), που μπορεί να λειτουργούν στο αμερικανικό κοινό, όμως, εδώ φαντάζουν θεατρινίστικα κόλπα, άστοχα και, κυρίως, αχρείαστα, ύστερα από μία ομολογουμένως εντυπωσιακή προσέγγιση.

Πέρα από τα δυνατά της σημεία, εκεί που χάνει ουσιαστικά η ταινία είναι στη δυναμική της μετά το τέλος της προβολής. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα του φιλμ και την ικανότητά του να προσφέρει μία έντονη κινηματογραφική εμπειρία (ο κινηματογράφος είναι πάνω από όλα ψυχαγωγία), όμως, όταν τα φώτα ανάψουν και η κινηματογραφική μαγεία εξαϋλωθεί, οι προβληματισμοί του και ο κοινωνικός σχολιασμός του αποδεικνύονται αρκετά σαθροί για να διατηρήσουν τη δυναμική του «Captain Phillips» για καιρό στο μυαλό. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό, όταν όμως το φιλμ αφιερώνει χρόνο για να σχολιάσει την κοινωνική υπόσταση των πειρατών και το κατά πόσο είναι υποχείρια των συνθηκών ή κάνουν τις δικές τους επιλογές, το ηθικό δίδαγμα του τέλους αποδεικνύεται αρκετά ελαφρύ και μονοδιάστατο. Με άλλα λόγια, η περιπέτεια αποδεικνύεται δυναμίτης, αλλά το κοινωνικό σχόλιο είναι εκείνο που πλήττεται περισσότερο.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αν είσαι λάτρης του αμερικανικού κινηματογράφου, ο «Captain Phillips» θα σου προσφέρει δύο ώρες με αγωνία, ένταση και καρδιοχτύπια, δε χρειάζεται να το σκεφτείς παραπάνω. Για την ακρίβεια, δε χρειάζεται να σκεφτείς γενικά, καθώς η ταινία στραβοπατάει στο κομμάτι του κοινωνικού σχολιασμού και των ανθρωπιστικών προεκτάσεων αλλά αριστεύει στο κομμάτι της περιπέτειας. Διαλέγεις και παίρνεις, εμείς δεν απειλούμε κανέναν εδώ.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.