ΣΚΙΕΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ (2025)
(BLACK BAG)
- ΕΙΔΟΣ: Κατασκοπικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Στίβεν Σόντερμπεργκ
- ΚΑΣΤ: Μάικλ Φασμπέντερ, Κέιτ Μπλάνσετ, Μαρίσα Αμπέλα, Τομ Μπερκ, Νεϊόμι Χάρις, Ρεγκέ-Ζαν Πέιτζ, Πιρς Μπρόσναν, Γκούσταφ Σκάρσγκορ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 93'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Πράκτορας των βρετανικών Μυστικών Υπηρεσιών λαμβάνει την προειδοποίηση πως η σύζυγος και συνάδελφός του ενδέχεται να κρατά διπλό ρόλο, πουλώντας κρατικά απόρρητα σε ξένη χώρα. Θα λάβει τη διορία μίας εβδομάδας ώστε να εξετάσει την περίπτωση η πληροφορία να είναι αληθής, βάζοντας σε δοκιμασία και άλλους ύποπτους συνεργάτες του.
Σχεδόν από το τίποτα, δίχως σκηνές δράσης τύπου «Mission: Impossible» ή αξιοποιώντας τζεϊμσμποντικά στερεότυπα, ο Στίβεν Σόντερμπεργκ παραδίδει ένα συναρπαστικό θρίλερ κατασκοπικής πλοκής, πατώντας επιδέξια πάνω σ’ ένα πανέξυπνο και πνευματώδες σενάριο το οποίο τοποθετεί ως πρωταγωνιστές χαρακτήρες και όχι ήρωες, με τόσο μεστή διάρκεια που δεν επιτρέπει να περισσεύει το παραμικρό. Πόσο παράδοξο, δε, το να βγαίνεις από την αίθουσα και να συνειδητοποιείς πως το πραγματικό θέμα των «Σκιών στο Σκοτάδι» δεν είναι η αφοσίωση στην πατρίδα αλλά στα… δεσμά του γάμου!
Είτε στο γραφείο, είτε στο σπίτι, για το ζεύγος των Γούντχαουζ η δουλειά είναι πανταχού παρούσα. Ακόμη και σ’ ένα τραπέζωμα για συναδέλφους, όπου ο βασικός σκοπός είναι ο Τζορτζ να περάσει τους πάντες από «ανάκριση», μαζί και την αγαπημένη του Κάθριν, για να διαμορφώσει το προφίλ του διπλού κατασκόπου που κρύβεται ανάμεσά τους και, σταδιακά, να προχωρήσει στην εξουδετέρωσή του. Κατ’ ευχήν, χωρίς να λερωθεί το χαλί…
Τούτες οι «Σκιές» ξεκινούν με πάρα πολύ διάλογο και καθόλου δράση! Γιατί ο Ντέιβιντ Κεπ έχει γράψει κάτι ουσιαστικά ζουμερό γύρω από την αλήθεια, την εμπιστοσύνη, την προδοσία και τις επιλογές που πρέπει να παρθούν κατόπιν αυτής. Σ’ ένα φιλικό τραπέζι τριών ζευγαριών, ο Τζορτζ προτείνει να παιχτεί ένα παιχνίδι προσωπικών αποκαλύψεων για… τον διπλανό καθήμενο, στο οποίο η κατάληξη αποτελεί κυριολεκτική… μαχαιριά! Είναι μόλις το ξεκίνημα των δοκιμασιών που θα επιτρέψουν στον Τζορτζ να εντοπίσει έναν ύποπτο προδότη του έθνους, μεταξύ των οποίων ενδέχεται να είναι και η ίδια η σύζυγός του. Μια γυναίκα που λατρεύει και ομολογεί πως θα σκότωνε και άνθρωπο για εκείνη!
Ο Κεπ το καταδιασκεδάζει με τις ψυχαναλυτικές πλευρές του σεναρίου του, που μοιάζουν με session αφιερωμένο στην απιστία και την ευκολία ή μη της προσφυγής στο ψέμα, επιλογή πράξης που (αρκετά ειρωνικά) αποτελεί πρόκληση για ανθρώπους με τη συγκεκριμένη ασχολία, καθώς σχεδόν όλοι παρακολουθούν αλλήλους! Η ιστορία χτίζει κάποιες βάσεις που μας παρασύρουν στο να εστιάσουμε σε ένα πρόσωπο, οι πληροφορίες που λαμβάνουμε γέρνουν εις βάρος του, όμως, τα συμπεράσματα εδώ δεν προκύπτουν τόσο εύκολα και σταδιακά οι υποψίες πληθαίνουν και μετατοπίζονται από χαρακτήρα σε χαρακτήρα, χωρίς να είναι διακριτά τα όρια της συνομωσίας και τα οφέλη που μπορεί να έχει ο καθένας από αυτούς.
Η Μέρι Ανν Μπέρναρντ του μοντάζ είναι… ο ίδιος ο Σόντερμπεργκ, ο οποίος «κεντάει» σε ρυθμό και ψυχρό στυλιζάρισμα που ταυτίζεται απόλυτα με τα βασικά «πιόνια» της πλοκής, λες και το έργο δεν έχει να κάνει με κανονικούς ανθρώπους αλλά με προγραμματισμένα δημιουργήματα μιας αρρωστημένης τεχνολογίας, τα οποία αγνοούν τις έννοιες των συναισθημάτων και δρουν σεβόμενα μονάχα τα «manual» της Υπηρεσίας τους. Εξαίρεση (ίσως) αποτελούν ο Τζορτζ και η Κάθριν (αν και για να σιγουρευτούμε γι’ αυτό θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι την εμφάνιση των end credits…), βαθιά ερωτευμένοι πρώτα με το… επαγγελματικό τους καθήκον κι ύστερα με τη βεβαιότητα του ταιριάσματος που έχουν επιτύχει, μιας (αλληλο)προβολής των εαυτών τους… as one. Όποιος από τους δύο είναι ικανός να παρασυρθεί από το ψεύδος, θα προκαλέσει την ίδια ήττα και στους δύο. Μία καταστροφική ήττα της ιδέας (και των ιδανικών) του «εις γάμου κοινωνίαν».
Ο Μάικλ Φασμπέντερ παίζει κάτι πιο… «εξωγήινο» κι από το android David του «Προμηθέα» (2012), κάνοντας τον μονόχνωτο ήρωα του «The Killer» (2023) να μοιάζει με κανονικότητα (!), απογειώνοντας το blasé με μοναδική αυθεντικότητα, δίπλα σε μία παρόμοιας εμβέλειας επιτυχημένη εμφάνιση της Κέιτ Μπάνσετ, η οποία… αγωνίζεται (εσκεμμένα) να τονίσει τη θηλυκότητά της (πόσο κρίμα, που οι επεμβάσεις στο πρόσωπό της έχουν αρχίσει να το «αλλοιώνουν» επικίνδυνα…). Συνολικά, το καστ δένει μια χαρά, η Έλεν Μιρόζνικ βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα στο ενδυματολογικό και ο Ντέιβιντ Χολμς στο score προσθέτει άλλη μία αξιοσημείωτη συνεργασία του με τον Σόντερμπεργκ (κορυφή παραμένει το «Εκτός Ελέγχου» του 1998).
Το «Σκιές στο Σκοτάδι» παραδίδει μαθήματα άσκησης ύφους και σκηνοθετικής οικονομίας, υπενθυμίζοντας τη λειτουργική σημασία του σεναρίου ως ο άρχοντας των φιλμικών «trick». Θα είναι πάντοτε το καλύτερο «όπλο» εξαπάτησης για το σινεμά φυγής και για θεατές οι οποίοι αναζητούν κάτι ώριμο σε ανάλυση χαρακτήρων όσο και… παιχνιδιάρικο στην αφήγησή του. Μία πραγματικά αναπάντεχη έκπληξη ταινίας, λοιπόν (πόσω μάλλον μετά την εντελώς χαμένη ευκαιρία του πρόσφατου «Presence»)!