FreeCinema

Follow us

BEL CANTO (2018)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πολ Γουάιτζ
  • ΚΑΣΤ: Τζουλιάν Μουρ, Κεν Γουατανάμπε, Σεμπάστιαν Κοχ, Κριστόφ Λαμπέρ, Ρίο Κάσε
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Μια διάσημη Αμερικανίδα soprano, ένας Ιάπωνας μεγιστάνας και οι λοιποί καλεσμένοι και προσωπικό στην έπαυλη πολιτικού μιας χώρας της Νοτίου Αμερικής γίνονται όμηροι μιας ομάδας επαναστατών.

Άλλη μια πρόσφατη ταινία με θέμα μια απαγωγή / ομηρεία από επαναστάτες, μετά το «7 Μέρες στο Εντέμπε», που δυστυχώς επίσης καταλήγει περισσότερο Πύργος της Βαβέλ παρά μια επιτυχημένη διεθνής συμπαραγωγή. Τουλάχιστον, το «Εντέμπε» είχε τα πιο στιβαρά θεμέλια μιας αληθινής ιστορίας, ενώ αυτό βασίζεται σε ένα bestseller μυθιστόρημα της Αν Πάτσετ, με τη σειρά του αμυδρά εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία που συνέβη στο Περού, αν και η νοτιοαμερικανική χώρα στην οποία διαδραματίζεται παραμένει ακατονόμαστη. Ο (Βορειο)αμερικανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος Πολ Γουάιτζ έχει μαζέψει ένα επιτελείο διεθνών συντελεστών και, όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, το αποτέλεσμα κάπου… χάνεται στη μετάφραση.

Το χειρότερο στοιχείο της ταινίας είναι η άχαρη, άνευρη και γενικότερα ατυχής σκηνοθεσία του Γουάιτζ, ειδικά όταν πρόκειται για τους ηθοποιούς του, αρκετοί εκ των οποίων είναι (το λιγότερο) διεθνώς αναγνωρισμένοι. Αυτό, για έναν σκηνοθέτη που, παρότι όχι σπουδαίος, οι επιτυχίες του έχουν να επιδείξουν σωστή καθοδήγηση ηθοποιών (με ίσως πιο τρανταχτό παράδειγμα το «Για Ένα Αγόρι»), είναι παράξενο και απογοητευτικό. Το καστ του εδώ, μιλώντας κυρίως ο καθένας τη γλώσσα του, μοιάζει κατά καιρούς αβέβαιο για την εξέλιξη των χαρακτήρων τους οποίους υποδύονται, έχοντας ιδιαίτερα «άβολες», ξύλινες στιγμές, ενώ οι συχνά μελοδραματικοί διάλογοι δεν βοηθούν κανέναν να γίνει πιστευτός καθ’ όλη την παρουσία του σε αυτό το δράμα. Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι, κάποιες σκηνές (ή στιγμές, έστω) καταφέρνουν να αποδοθούν με τον απαραίτητο συναισθηματικό αντίκτυπο, αλλά αυτό μάλλον οφείλεται περισσότερο στο φυσικό υποκριτικό διαμέτρημα ηθοποιών όπως η Μουρ, ο Γουατανάμπε και ο Κοχ, παρά στις αδέξιες προσπάθειες του Γουάιτζ να κουμαντάρει ένα τόσο πολυ-πολιτισμικό επιτελείο. Η παρουσία της Μουρ σε αυτή την περίεργη συμπαραγωγή, δε, είναι κάπως απροσδόκητη, περίπου όπως ο ρόλος της, αυτός μιας διεθνούς φήμης soprano (δεν τραγουδά η ίδια, φυσικά): κανείς δεν περιμένει πως θα δει μια τόσο μεγάλη star σε ένα τόσο… αβέβαιο μέρος!

Όσον αφορά την αφήγηση της ταινίας, και πάλι τα πράγματα είναι αβέβαια. Είναι περιπέτεια (με την ιστορία της ομηρείας), ρομαντικό δράμα (με το αρκετά βεβιασμένο love story της τραγουδίστριας με τον μεγιστάνα) ή κοινωνικο-πολιτικό δράμα (με τους επαναστάτες που είχαν ως αρχικό σχέδιο την απαγωγή του Προέδρου της χώρας, καταλήγοντας όμως και οι ίδιοι όμηροι του ημι-αποτυχημένου σχεδίου τους); Το ίδιο το φιλμ μοιάζει να μπερδεύει τα είδη, αλλά κυριότερα τις προθέσεις του, χάνοντας έτσι μια αναγκαία ισορροπία και έναν πολυπόθητο ρυθμό που θα κρατούσε το ενδιαφέρον και το σασπένς του θεατή. Αντ’ αυτού, έχουμε μια απροσάρμοστη μίξη ειδών και τόνων, που ναι μεν καταφέρνει να κερδίσει τη συμπάθειά μας όσον αφορά τους χαρακτήρες, αποτυγχάνει ωστόσο να επιβάλει την εγκυρότητά της ως δυνατό, ολοκληρωμένο σύνολο. Το ουμανιστικό «μήνυμα» του «αν δώσουμε την ευκαιρία να γνωριστούμε όλοι σαν άνθρωποι, ασχέτως χώρας, γλώσσας, χρώματος δέρματος, κοινωνικής τάξης και περιουσίας, ο κόσμος μας θα γίνει καλύτερος», δε, είναι δοσμένο με τόση αφέλεια που μπορεί να το βρεις μέχρι και συμπαθές ή (κατά σημεία) συγκινητικό, χωρίς φυσικά να πείθει στο φινάλε. Χωρίς να είναι η «τραγωδία» που προϊδεάζει η soprano της, παρ’ όλα αυτά, η ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί είναι δραματικά αποτυχημένη και καταδικασμένη να ξεχαστεί γρηγορότερα από ό,τι θα περίμενε κανείς.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Απρόσμενα καλό, διεθνές καστ που προσπαθεί να σώσει τον δημιουργό της ταινίας του από το αφηγηματικό μπέρδεμα που ο ίδιος δημιούργησε μέσα από ένα (έτσι κι αλλιώς) μέτριο αρχικό υλικό. Κατά καιρούς το επιτυγχάνει, διασώζοντας τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του ερμηνευτικού του σκέλους. Έτσι, μόνο αν είστε ορκισμένοι fans των πρωταγωνιστών, ίσως εκτιμήσετε λίγο περισσότερο αυτό το… πολυεθνικό δράμα το οποίο μιλά σε τόσο πολλές γλώσσες ώστε στο τέλος καταντά να χάνει την προσωπική του ταυτότητα.


MORE REVIEWS

RICH FLU: ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

Ιός που πλήττει μονάχα τους… πολυεκατομμυριούχους μετατρέπεται σε επιδημία και προκαλεί κοινωνική αστάθεια σε ολόκληρο τον πλανήτη! Το να έχεις τεράστια περιουσία, ξαφνικά, γίνεται… ο θάνατός σου!

ΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Η αφαίρεση ενός μενταγιόν από έναν τόπο ταφής «ανασταίνει» το σαπισμένο πτώμα του Τζόνι, που ζητά εκδίκηση για ένα φρικτό έγκλημα ηλικίας εβδομήντα ετών. Θα την «πληρώσει» μια παρέα νεαρών που… ατυχώς εκδράμει στην δασώδη περιοχή.

ΣΚΥΛΑΚΙΑ ΣΤΗΝ ΟΠΕΡΑ

Καλόκαρδος σκύλος του αλωνιού βοηθά σκυλίτσα του σαλονιού να εντοπίσει έγκαιρα την πολύτιμη τιάρα της prima ballerina αφεντικίνας της, η οποία εκλάπη από τα καμαρίνια της Μητροπολιτικής Όπερας της Νέας Υόρκης, λίγο πριν τη μεγάλη πρεμιέρα της «Κάρμεν». Η αυλαία ετοιμάζεται να σηκωθεί. Θα προλάβουν;

ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ

Ο ξαφνικός θάνατος της συντρόφου της φέρνει την 60χρονη Άντζι αντιμέτωπη με την οικογένεια της εκλιπούσας, για μια σειρά θεμάτων που άπτονται κληρονομικών δικαιωμάτων και ηθικής. Ο Νόμος, εντούτοις, ζητά αποδείξεις και όχι αγάπη.

THE BRUTALIST

Στα 1947, ένας ουγγρικής καταγωγής μοντερνιστής αρχιτέκτονας της σχολής Bauhaus μεταναστεύει στις ΗΠΑ, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο για εκείνον και τη σύζυγό του που αγωνίζεται ακόμη να βρει τρόπο διαφυγής από την Αυστρία. Ένας μεγιστάνας βιομήχανος θα γίνει ο πάτρονάς του και θα του αναθέσει τη δημιουργία ενός μνημειώδους κτηρίου.