ΣΚΑΘΑΡΟΖΟΥΜΗΣ ΣΚΑΘΑΡΟΖΟΥΜΗΣ (2024)
(BEETLEJUICE BEETLEJUICE)
- ΕΙΔΟΣ: Μαύρη Κωμωδία Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τιμ Μπέρτον
- ΚΑΣΤ: Μάικλ Κίτον, Γουινόνα Ράιντερ, Κάθριν Ο’Χάρα, Τζένα Ορτέγκα, Τζάστιν Θερού, Γουίλεμ Νταφόου, Μόνικα Μπελούτσι, Άρθουρ Κόντι, Σαντιάγο Καμπρέρα, Μπερν Γκόρμαν, Ντάνι ΝτεΒίτο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 104'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Τα εναπομείναντα μέλη των Ντιτζ επιστρέφουν στο στοιχειωμένο επαρχιακό σπιτικό τους για να κηδέψουν τον πάτερ φαμίλια τους, ενώ ο Σκαθαροζούμης αγωνίζεται να βρεθεί ξανά στην αγκαλιά της Λίντια, χωρίς να υπολογίζει στον γυρισμό της… πρώτης του συζύγου, μιας φλογερής και… διαμελισμένης Ιταλιάνας με δαιμονικές δυνάμεις!
Για τον πλανήτη σινεμά, ο «Σκαθαροζούμης» (1988) ήταν το φιλμ που έβαλε τον Τιμ Μπέρτον στον παγκόσμιο χάρτη, του χάρισε την πρώτη μαζική επιτυχία και σύστησε στο πλατύ κοινό το μοναδικό του οπτικό στυλ. Η επιστροφή του σ’ αυτό, λοιπόν, σίγουρα θα συνοδευόταν από αγάπη και σεβασμό. Κάτι που σπάνια συναντάμε σε χολιγουντιανά sequel, δηλαδή.
Σαφώς συνδεδεμένο με την πλοκή της πρώτης ταινίας, το «Σκαθαροζούμης Σκαθαροζούμης» (ίσως ο πιο έξυπνος κινηματογραφικός τίτλος της χρονιάς!) μετρά απώλειες για την οικογένεια των Ντιτζ (ο Τσαρλς έχει… φαγωθεί από καρχαρία μετά από πτώση αεροπλάνου!), ενώ βρίσκει την Λίντια να είναι χήρα, μητέρα και παρουσιάστρια τηλεοπτικής εκπομπής για το υπερφυσικό. Η κόρη της, Άστριντ, δεν πιστεύει σε τίποτε από όλα αυτά, καθώς η Λίντια δεν έχει καταφέρει ποτέ να επικοινωνήσει με τον μακαρίτη πατέρα της από τον «άλλο κόσμο». Όταν η τελευταία αρχίζει να βασανίζεται από οράματα της παρουσίας του Σκαθαροζούμη, το προαίσθημα της επιστροφής του την κυριεύει και την διαλύει ψυχολογικά. Μπορεί να κάνει τους πάντες γύρω της να μην τολμήσουν και επαναλάβουν ξανά το όνομά του τρεις φορές;
Η εξέλιξη της ιστορίας είναι ελαφρώς άνιση και το κέντρο βάρους της πελαγοδρομεί περνώντας μέσα από κάμποσες υποπλοκές και προσπαθώντας να δώσει χώρο σε αρκετούς χαρακτήρες, όμως, όλα τα πράγματα που έχουμε λατρέψει στο σινεμά του Μπέρτον βρίσκονται και πάλι εδώ, σε τόνους… αγριευτικά (και καλοδεχούμενα) πιο μακάβριους από την ταινία του ’88! Θα τολμούσα να πω πως σε αισθητικό επίπεδο η εμπειρία αγγίζει το συγκινητικό, αλλά στο λεκτικό μέρος της πάσχει από πνευματώδεις ιδέες κι ένα χιούμορ ατακαδόρικο που θα απογείωνε εντελώς τούτο το memorabilia trip. Το συνολικό αποτέλεσμα, βέβαια, είναι τόσο ψυχαγωγικό και… μπερτονικά «ανισόρροπο», που σε κάνει να ξεπερνάς την παραμικρή διάθεση για γκρίνια και αμφισβήτηση.
Τα βασικότερα νέα συστατικά είναι η εμφάνιση της πρώτης συζύγου του Σκαθαροζούμη (με την Μόνικα Μπελούτσι να μας συστήνεται μέσω επικής σκηνής ανθολογίας… συναρμολογούμενη!), μιας δαιμονικής… ρουφήχτρας ψυχών που θέλει πίσω το amore της, και του νεαρού Τζέρεμι που φλερτάρει με την Άστριντ, κρύβοντας μια σημαντική και διόλου ρομαντική λεπτομέρεια σε σχέση με το παρελθόν του.
Ο Μπέρτον δείχνει να το διασκεδάζει σαν τον παλιό καλό καιρό, δίχως να ξεχνά το… μίσος του για το studio της Disney ή το νεανικό του πάθος για το ιταλικό horror του ’60 (το homage στο σινεμά του Μάριο Μπάβα είναι η πιο ξεκαρδιστική και σπουδαία στιγμή του sequel του «Σκαθαροζούμη», έστω κι αν δεν γίνει απόλυτα κατανοητή από το μη μυημένο κοινό). Το «Σκαθαροζούμης Σκαθαροζούμης» δεν είναι μια συνέχεια που προέκυψε από… υποχρέωση. Είναι ένα… «παιδικό δωμάτιο» στο οποίο ο Μπέρτον αναζητούσε τον τρόπο να επιστρέψει εδώ και χρόνια, έχοντας χάσει τον προσανατολισμό του σε δαιδαλώδεις διαδρόμους του… θνητού γήρατος και μιας ρεαλιστικής πραγματικότητας πιο σκοτεινής κι από τον θάνατο! Κι εκείνος έχει μεγαλώσει, όπως κι εμείς μαζί του. Και δεν μας νοιάζει καθόλου, κουφάλα νεκροθάφτη!