BACURAU (2019)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζουλιάνο Ντορνέλες, Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου
- ΚΑΣΤ: Σόνια Μπράγκα, Ούντο Κίερ, Μπάρμπαρα Κολέν, Τόμας Ακουίνο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 131'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO
Οι κάτοικοι ενός μικρού χωριού στην βραζιλιάνικη ενδοχώρα θα βρεθούν αιφνιδίως αντιμέτωποι με εξωτερικό κίνδυνο που τους απειλεί με άμεση και καθολική εξαφάνιση.
Τρία χρόνια μετά το εξαιρετικό «Aquarius», ο καταξιωμένος Βραζιλιάνος δημιουργός Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου επιστρέφει με ένα ακόμη μικρό «διαμάντι», αυτή τη φορά σε συνεργασία με τον παραγωγό του και production designer Ζουλιάνο Ντορνέλες, παραδίδοντας ένα παροξυσμικό φιλμ που δεν χωράει σε καλούπια είδους και, ταυτόχρονα, έναν κινηματογραφικό ύμνο στο αξεπέραστο σινεμά του Τζον Κάρπεντερ, οι υφολογικές (και μουσικές) επιρροές του οποίου βρίσκονται διάσπαρτες παντού μέσα στην ταινία.
Φτάνοντας στη χώρα μας με καθυστέρηση δύο ετών (μια κάποια ειρωνεία, θα μπορούσαμε και… χειρότερα) το «Bacurau» (η ονομασία του οποίου προέρχεται από ένα είδος νυκτόβιου, αρπακτικού πτηνού) έρχεται με το βραβείο της Επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών στις «αποσκευές» του και αυτό κάτι λέει από μόνο του, δεδομένης της «εναλλακτικότητας» (και όχι μόνο) που χαρακτηρίζει τους νικητές της εν λόγω κατηγορίας. Ναι, πράγματι, υπάρχουν οι διαφορετικές ταινίες, οι εναλλακτικές ταινίες, κι ύστερα υπάρχει… κάτι σαν τούτο εδώ.
Η Τερέζα (Κολέν) επιστρέφει στο χωριό της για την κηδεία της γιαγιάς της, Καρμελίτα, μια πνευματική, μητριαρχική φιγούρα που όλοι οι κάτοικοι έχουν επισκεφτεί στην τελευταία της κατοικία, προκειμένου να της αποδώσουν τις πρέπουσες τιμές. Μετά τον θάνατό της, περίεργα και άκρως δυσοίωνα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν στη μικρή κοινότητα: κανείς δεν μοιάζει να έχει σήμα στο κινητό του, το ίδιο το χωριό «εξαφανίζεται» από τους ψηφιακούς χάρτες κι ένας… ιπτάμενος δίσκος παλαιάς κοπής κάνει την εμφάνισή του! Το Μπακαράου βρίσκεται μπροστά στον μεγαλύτερο κίνδυνο της νεότερης Ιστορίας του και οι κάτοικοί του μοιάζουν αποφασισμένοι ν’ αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε απειλή, ακόμη και αν αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να παλέψουν για την ίδια τους την επιβίωση. Οποιαδήποτε απειλή, εκτός ίσως από αυτήν.
Το «Bacurau» είναι μια (φαινομενικά) περίεργη ταινία, τόσο περίεργη που θα σε «εγκλωβίσει» από την αρχή στον κόσμο της, αυτόν της παραβατικής ζωής, των παραισθησιογόνων ναρκωτικών και της ελευθεριάζουσας σεξουαλικότητας που χαρακτηρίζει τους χωρικούς τούτου εδώ το χωριού, φτιαγμένου στη μέσα ενός ατέλειωτου πουθενά. Κι όμως, το φιλμ των Φίλιου & Ντορνέλες κρύβει άσσους… κοινωνικοπολιτικούς στο μανίκι, ένα δριμύ κατηγορώ στην ακροδεξιά πολιτική του Προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου και, παράλληλα, ένα ανήσυχο b-movie πνεύμα που διαπνέει το σενάριο και ιδιαίτερα την φωτογραφία του Πέντρο Σοτέρο, πνιγμένη θαρρείς σε «κουρασμένα» χρώματα και την αυθεντικά neon αισθητική περασμένων δεκαετιών.
Η δημιουργία ισχυρών αντιθέσεων μέσα από την διαρκή αντιπαραβολή των ντόπιων με τους πρωτευουσιάνους λευκούς, αποτελεί μονάχα την βάση πάνω στην οποία το δίδυμο από τη Βραζιλία χτίζει μαεστρικά ένα σύγχρονο exploitation κατά του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και ιδιαίτερα του δίπολου εχόντων / μη εχόντων, μπλέκοντας ευφυώς και το κομμάτι της διεφθαρμένης πολιτικής σκηνής, παραδίδοντας έτσι ένα βραδυφλεγές ταινιάκι τρόμου, με τόσο αποτελεσματικές εξάρσεις αιματοβαμμένης βίας, που θα ζήλευε άνετα ο ίδιος ο Κάρπεντερ, το μουσικό score του οποίου ντύνει έτσι κι αλλιώς μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές του φιλμ.
Οτιδήποτε κι αν νομίζεις πως έχεις καταλάβει στην αρχή, η ταινία θα έρθει να σου το ακυρώσει με συνοπτικές διαδικασίες, με τους Βραζιλιάνους δημιουργούς να παίρνουν άριστα στον αποπροσανατολισμό του θεατή, αλλά με συγκεκριμένη αιτία και λόγο. Πέρα από την (εσκεμμένη) αίσθηση της «φτηνής» παραγωγής, για χάρη του ας πούμε b-movie είδους (αν και πρακτικά δεν μοιάζει ν’ ανήκει πουθενά), το «Bacurau» στέκεται περήφανα ως ένα κινηματογραφικό manifesto που καλεί επιτακτικά σε μία (διαχρονικά καθυστερημένη) επανάσταση, μία επιβεβλημένη εξέγερση των φτωχών ενάντια στους πλούσιους και προνομιούχους, με τέτοια «πρωτόγονη» σχεδόν πρωτοτυπία που θα πιάσεις τον εαυτό σου να μην μπορεί να πάρει τα μάτια του από την μεγάλη οθόνη. Πέρα από το εξαιρετικά καλογραμμένο σενάριο, δε, ο ρυθμός αποτελεί επίσης μια μεγάλη αβάντα του φιλμ, με τους δύο σκηνοθέτες / σεναριογράφους να παίρνουν τον χρόνο τους προκειμένου να στήσουν αυτόν τον απαγορευμένο, επίγειο παράδεισο, να τον κοινωνήσουν στον θεατή κι εκείνος με την σειρά του να τον βρει πράγματι… φυσιολογικό (γιατί αυτό είναι), εν αντιθέσει δηλαδή με την ξενόφερτη απειλή που αντιμετωπίζει το χωριό ως ένα μιαρό, φτωχό «απόστημα» το οποίο θα απολάμβανε να καταστρέψει.