ΑΔΑΜ (2019)
(ADAM)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαριάμ Τουζανί
- ΚΑΣΤ: Νισρίν Εραντί, Λούμπνα Αζαμπάλ, Ντουαέ Μπελκχαουντά, Αζίζ Χατάμπ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Ανύπαντρη έγκυος γυναίκα βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι χήρας μάνας με μικρή κόρη. Στο Μαρόκο, όμως, αμφότερες οι συνθήκες είτε είναι διόλου αποδεκτές, είτε δέχονται ισχυρές πιέσεις ώστε να διαφοροποιηθούν.
Αφού για τα μέτρα του «Το Μπλε Καφτάνι» (2023) σημείωσε αξιοπρόσεκτη επιτυχία στα ντόπια ταμεία, ιδού με… πέντε (μόλις!) χρόνια καθυστέρηση το ντεμπούτο της Μαριάμ Τουζανί. Αν και κατά τη γνώμη μου πιο εύστοχη ως ταινία από την… επόμενη της Μαροκινής auteur, θεωρώ πως είναι καταδικασμένη να περάσει απαρατήρητη, καθώς άλλο πράγμα η χειμερινή αίθουσα και άλλο το θερινό σινεμά. Πόσω μάλλον, δε, όταν το (ελαφρώς) βαρύγδουπα τιτλοφορούμενο «Αδάμ» δεν αποτελεί παρά ένα τυπικά συμπαθές, ευγενών προθέσεων δείγμα του world cinema.
Η Άμπλα είναι μια χήρα που εργάζεται σκληρά για να διατηρήσει το αρτοποιείο που διατηρεί στο σπίτι της, με το οποίο μπορεί να συντηρήσει τη μικρή της κόρη. Η Σάμια είναι μια νεαρή γυναίκα που φτάνει στην πόλη με σκοπό να γεννήσει το εκτός γάμου μωρό της και αργότερα να το δώσει για υιοθεσία. Χωρίς σπίτι ή δουλειά, η έγκυος περιπλανιέται στους δρόμους μέχρι το πεπρωμένο της να διασταυρωθεί με εκείνο της Άμπλα, βρίσκοντας στέγη και δουλειά στο σπίτι της. Πνιγμένες από τα βάρη που πρέπει να σηκώσουν και με τον επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα της ζωής σε μια εχθρική για τις γυναίκες κοινωνία (όπως είναι η μαροκινή), θα βοηθήσουν η μία την άλλη ώστε να προχωρήσουν μπροστά. Παρά την πίεση για γάμο που δέχεται η Άμπλα ή τις σοβαρές αναστολές για τη γέννηση του παιδιού της από πλευράς Σάμια.
Ίσως ακούγονται πολύ στερεότυπα όλα αυτά και… έτσι πραγματικά είναι! Πρόκειται για ακόμα ένα παράδειγμα κοινωνικού κινηματογράφου οριενταλιστικής φύσης, που πραγματεύεται μια σειρά συγκεκριμένων θεμάτων με εντελώς κωδικοποιημένο τρόπο: φτώχεια, πατριαρχεία και πολιτιστική οπισθοδρόμηση (το τελευταίο σε σύγκριση με τη Δύση), υπό ενός συναισθηματικά επιφανειακού πρίσματος που αγωνιά ώστε να πετύχει την τελική κάθαρση. Παρόμοιους προβληματισμούς ως προς το θέμα της ανεπιθύμητης κύησης έθετε άλλωστε το ίδιας περιόδου με τούτο, επίσης μαροκινής παραγωγής φιλμ και σκηνοθετημένο από γυναίκα auteur, το «Σοφία» (2018). Η διαφορά εδώ είναι πως το στόρι διαθέτει έντονες αποχρώσεις αμφίδρομης γυναικείας αλληλεγγύης και μία εκατέρωθεν αναγνώριση της δυσκολίας επιβίωσης των δύο «κατατρεγμένων» στον άκρως συντηρητικό (για τις γυναίκες) μουσουλμανικό κόσμο.
Η έντονη τροπή ψυχολογικού δράματος που κατά το φινάλε του παίρνει το «Αδάμ», προσδίδει στο φιλμ μια πτυχή που ξεφεύγει ελαφρώς από τα τετριμμένα, πλην όμως, μέχρι το σημείο εκείνο όλα ακολουθούν την εξαρχής προβλεπόμενη πορεία τους. Στιγμές έντονης λύπης εναλλάσσονται με χαραμάδες χαράς, πουλώντας από τη μία ελπίδα κι από την άλλη ανακούφιση στο κοινό… των φεστιβαλικών διοργανώσεων των δυτικών χωρών «πολιτιστικής ανωτερότητας». Ο περιορισμός της δράσης εντός των τεσσάρων τοίχων του διαμερίσματος δημιουργεί ενίοτε μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, όμως, η άνευρη σκηνοθεσία αφαιρεί την όποια δυναμική επιχειρείται ν’ αναπτυχθεί.