1945 (2017)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φέρεντς Τόροκ
- ΚΑΣΤ: Πέτερ Ρούντολφ, Μπενς Τάσναντι, Τάμας Σάμπο Κίμελ, Ντόρα Στάρενκι, Άγκι Σίρτες
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 91'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: NEO FILMS
Αύγουστος 1945, Ουγγαρία. Στον σιδηροδρομικό σταθμό ενός μικρού χωριού φτάνουν δύο Εβραίοι, κουβαλώντας ο καθένας από ένα μεγάλο ξύλινο κουτί. Τα φορτώνουν σε κάρο, ξεκινώντας να περπατάνε ξοπίσω του προς άγνωστο προορισμό, με τους κατοίκους του χωριού να πανικοβάλλονται άμα τη διαδόσει του νέου. Σύντομα, τον πανικό διαδέχεται ο τρόμος, για κάτι πολύ χειρότερο που φοβούνται πως έρχεται μαζί με τους δύο άγνωστους άνδρες και που αφορά το παρελθόν όλων τους.
Στο κλασικό γουέστερν του Φρεντ Τσίνεμαν «Το Τρένο θα Σφυρίξει Τρεις Φορές» (1952), η επικείμενη άφιξη ενός κακοποιού με το απογευματινό τρένο σκορπά τον πανικό στο χωριό της αμερικανικής υπαίθρου, με μόνο τον σερίφη της πόλης να στέκει στο ύψος των περιστάσεων. Στο λιγότερο κλασικό αλλά εξίσου εξαιρετικό «Περιπλανώμενος Πιστολέρο» (1973) του Κλιντ Ίστγουντ, ο μυστήριος άνδρας του τίτλου εκμεταλλεύεται τις τύψεις και τον φόβο των κατοίκων μιας μικρής πλούσιας πόλης της Δύσης για κάτι που έχουν πράξει στο παρελθόν, ώστε να τους παράσχει (με το αζημίωτο) ασφάλεια εν όψει του εξάσφαιρου κινδύνου που καταφθάνει.
Φυσικά, δεν γυρίζει γουέστερν ο Ούγγρος σκηνοθέτης Φέρεντς Τόροκ, έχει όμως επηρεαστεί από το είδος, με τις δύο προαναφερθείσες ταινίες να μπορούν να σταθούν σαν σημεία αναφοράς του. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία, το τρένο, και κυρίως η οικονομία χρόνου που χαρακτηρίζει το classic τού 1952, αλλά και η έννοια της συλλογικής ευθύνης που ενίοτε μπορεί να οδηγήσει στον παραλογισμό εξαιτίας των Ερινύων, όπως εξετάστηκε από τον Ίστγουντ είκοσι περίπου χρόνια μετά, βρίσκονται στην καρδιά τούτου του δράματος, με τη σημαντική διαφορά να είναι πως εδώ δεν υπάρχουν ούτε σερίφηδες, ούτε συμμορίες κακών, ούτε αυτόκλητοι προστάτες της τάξης. Δύο αμίλητοι Εβραίοι, που απλά περπατάνε πίσω από ένα κάρο, αρκούν να σπείρουν τον τρόμο σε μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι θεωρούν πως έχουν… μαντέψει τις προθέσεις τους!
Λίγες μόλις μέρες μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας στο Ναγκασάκι, είδηση που μεταδίδει το τοπικό ραδιόφωνο σηματοδοτώντας το οριστικό τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα ολόκληρο χωριό προετοιμάζεται για τον γάμο του γιου του Γραμματέα του Δήμου. Η λαμπερή, όπως προμηνύεται, ζεστή καλοκαιρινή ημέρα αρχίζει σιγά σιγά να συγκεντρώνει σύννεφα ανησυχίας, τα οποία έχουν να κάνουν με την προαναφερθείσα απρόσμενη άφιξη. Ο πατέρας του γαμπρού είναι ο πρώτος που μυρίζεται τον κίνδυνο, με τον τρόμο να κυριεύει σταδιακά τους πάντες. Οι Εβραίοι του χωριού είχαν εκδιωχθεί από τα σπίτια τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, με τους συγχωριανούς τους να επιβουλεύονται τις περιουσίες τους με νομιμοφανείς ή μη τρόπους. Φοβούνται έτσι πως οι δύο νεοαφιχθέντες έρχονται να διεκδικήσουν αυτά που τους ανήκαν, λειτουργώντας μάλιστα σαν προπομπός όλων των υπολοίπων.
Χτίζει εξαρχής μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα αγωνίας ο Τόροκ, συνεπικουρούμενος από τη σπουδαία ασπρόμαυρη φωτογραφία, δουλειά του βετεράνου Ελεμέρ Ράγκαλι. Χρησιμοποιεί τον ήχο από τις οπλές των αλόγων που σέρνουν το κάρο με τα κιβώτια εν είδει δεικτών ρολογιού, βάζοντας τον χαρακτηριστικό τους θόρυβο να ακούγεται υπογείως και συνεχώς (μαζί με έναν επαναλαμβανόμενο χτύπο καμπάνας), σαν να μετράει τον χρόνο μέχρι το τελικό ξέσπασμα. Δημιουργεί μια αναμονή καζανιού που σιγοβράζει, οδηγούμενος με σιγουριά στην κλιμάκωση. Όταν, όμως, αυτή έρχεται λίγο μετά τη συμπλήρωση μιας ώρας, με την αποκάλυψη της αιτίας της παρουσίας των δύο Εβραίων στο χωριό, το σενάριο του φιλμ μοιάζει να ολοκληρώνεται πρόωρα, με το υπόλοιπο εικοσάλεπτο που ακολουθεί να ανακυκλώνει αχρείαστα όσα έχουν προηγηθεί. Δεν βοηθά και η υποπλοκή του ερωτικού τριγώνου που αποσαφηνίζει από νωρίς πως τα θεμέλια πάνω στα οποία θα χτιστεί ο επικείμενος γάμος είναι σαθρά, καθώς ελάχιστα μπαίνει στο κλίμα της ταινίας, αφήνοντας την αίσθηση του περιττού.
Η προερχόμενη από την απληστία ενοχή κάνει τους χωρικούς να χάνουν αμέσως την ψυχραιμία τους, κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Παρακολουθούν μέσα από κλειστές πόρτες και παράθυρα την αμίλητη πένθιμη πορεία των δύο απρόσκλητων Εβραίων, χωρίς σε κανέναν εξ αυτών να περνά από το μυαλό κάποια άλλη εξήγηση για την έλευσή τους. Τα κοινά μυστικά που σέρνονταν επί μήνες (υπό μορφή κουτσομπολιών) στη μικρή τους κοινωνία βγαίνουν με άγριο, σχεδόν πρωτόγονο τρόπο στην επιφάνεια, στρέφοντας όλους εναντίον όλων. Η συνενοχή είναι μια λέξη που τη γνωρίζουν καλά άπαντες, μιας και τους συντροφεύει επί μακρόν. Η ηθική, όμως, που σε καιρούς πολέμου συχνά γίνεται άγνωστη έννοια, φαίνεται πως δυσκολεύεται να επανασυστηθεί σε αυτούς τους απλούς κατά τα άλλα ανθρώπους, ακόμη και όταν η ειρήνη έχει πλέον επικρατήσει.