FreeCinema

Follow us

11 ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ (2012)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νίκος Κορνήλιος
  • ΚΑΣΤ: Λάμπρος Αποστόλου, Εύα Γαλογαύρου, Εύα Στυλάντερ, Μάιρα Μηλολιδάκη, Γιώργος Τζουβελέκης
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ

Σπουδάστρια κλασικού τραγουδιού, η 19χρονη θυγατέρα μιας 50άρας Σουηδής γιάπισσας της Αθήνας βρίσκει τον ανίδεο για την ύπαρξή της Έλληνα πατέρα της, έναν 40άρη, σαπιοκοιλιά και απλήρωτο παρκαδόρο και φύλακα μάντρας φορτηγών, χωρισμένο και με μικρή κόρη που δεν μπορεί να δει. Ένα τεστ DNA, η συναισθηματική αμφιθυμία, τα (δια)προσωπικά τους ζόρια και αρκετές βδομάδες αργότερα, πού θα τους οδηγήσουν;

Γαλουχημένο καλύτερα από τις, εν είδει portmanteau, actors’ studio dv δοκιμές «Τρίτη» (2010) και «Η Μουσική των Προσώπων» (2008) αλλά ανεπαρκέστερα από τα «35άρια» του, το άδικα στο ντούκου, teenager σύμπαντος «Ο Κόσμος Ξανά» (2002), το παρεξηγημένο arthouse μπιζού «Το Αθώο Σώμα» (1997), και το… αρχαιολογικό ντεμπούτο του «Ισημερία» (1991), το έκτο εγχείρημα του αναγεννησιακού (αρχιτέκτονα, μουσικού και θεατρίνου) Νίκου Κορνήλιου τον βρίσκει εστιασμένο στο (δυσ)επικοινωνιακό βραχύ χρονικό της βιολογικής βάσης σχέσης δύο αγνώστων, που θα αφήσει σε αμφοτέρους τα σημάδια της.

Είναι μια ευπρόσδεκτη μικρή στροφή για τον γαλλικής εμπειρίας και αθόρυβο διανοούμενο, που κυοφορεί ψυχολογικά αλλά τίκτει επίπεδα το ταξίδι του δεσμού τους. Με αφετηρία τον επιθετικό δισταγμό και σταθμούς την προσεγγιστική περιέργεια, το μείγμα έλξης – απώθησης, τη σφαλερή άρνηση, το κυτταρικά ενστικτώδες φίλιωμα. Και κοντά σ’ αυτά το αίτημα / ερωτηματικό του ανήκειν της μετεφηβείας, την ανδρική προκλιμακτήριο, το αμφίπλευρο κόστος του μονογονεϊσμού, την παραίτηση και τον αυτοοίκτο κατόπιν μιας στραβής στα χαμηλά.

Εδώ και χρόνια δάσκαλος υποκριτικής, ο Κορνήλιος έχει εν προκειμένω ξεγεννήσει 2 μαθητές του, που αν και έχουν καθοδηγηθεί να πονέσουν τους ρόλους τους Μεθοδικά, επωμίζονται με μερική επιτυχία – για διαφορετικούς λόγους ο καθένας – το βάρος τους ως πόλων της αφήγησης, παραμένοντας τουλάχιστον διαρκώς πόλοι έλξης του βλέμματος. Με προβληματική αναπνοή και εκφορά εξαιτίας όγκου, ο Αποστόλου, ένας παζολίνειος Ρον Τζέρεμι plus του τεθλιμμένου προλεταριάτου της υφεσικής πρωτεύουσας, ενσωματώνει πετυχημένα τη φθορά των loser εμπειριών της ηλικίας και συμπονιέται, αλλά το σουλούπι του «φοράει» την ερμηνεία του. Η μονόχορδη, καθότι μη εξασκημένη, εκφραστική γκάμα της (αν και αυτό υπηρετεί μια πτυχή της περσόνας της), από την άλλη, αφήνει ημιέκθετη τη Γαλογαύρου, που διαθέτει τα απαιτούμενα φυσικά και καλλιτεχνικά μέσα.

Το shooting format προδίδει ομοίως το αρτιστίκ εξαγόμενο. Σε ταιριαστό γκριζαριστό αποχρωματισμό, τα πλάνα βιομηχανικού, υπαιθρικού ή αστικού τοπίου (συχνά νεκρές φύσεις για έναν και, στο τέλος, για δύο) και δωματίου μεταφέρουν την αίσθηση της κενότητας ή / και του «λουκιού» του ντουέτου αλλά σε HD, αφενός διασπούν την τονική ενότητα εναλλασσόμενα μη σημαινόντως με σεκάνς διαλόγου, αφετέρου υπογράφονται ως a poor man’s Τζεϊλάν (τα πανοραμίκ του άντρα στο λόφο είναι… «Μακριά» απ’ τον Τούρκο auteur) -, ή στην περίπτωση των βοκαλιστικών μαθημάτων της νεαρής, δύο από τα οποία ασκόπως μοντάρονται παράλληλα με την επαγγελματική ρουτίνα του πατέρα, ακόμη και τη «Δασκάλα του Πιάνου» του Χάνεκε, στο ντεκολοριζέ, arte povera αδεξιότερο.

Και πιο… φάλτσο καθώς, ως μοναδικό leitmotiv (πρέπει να είναι η πρώτη ταινία τού, και συνθέτη, Κορνήλιου άνευ δικής του παρτιτούρας), η άρια «O Dolce Mia Speranza» από την καντάτα «Crudel Tiranno Amor» του Χέντελ γίνεται το εύγλωττο, ευφυώς χρησιμοποιούμενο αλλά σχεδόν εκνευριστικό λιμπρέτο αυτής της ωδής. Στη «σκληρή τύραννο αγάπη» («δεν μπορείς να πεις ‘σ’ αγαπώ’;», λέει στην κοπέλα ο γκόμενός της), που δεν έζησαν μαζί γονιός και παιδί αλλά η ανομολόγητα πικρή και «γλυκιά ελπίδα» της τους άγει και τους φέρει αμοιβαία αναδρομικά. Στο φορτίο, βιωμένο ή μέλλον να βιωθεί, που πετάει πάνω μας ο χρόνος («Δεν καταλαβαίνω πώς αφήνεται κανείς έτσι», λέει απογοητευμένη από την εμφάνιση του αλλοτινού εραστή της η Σκανδιναβή μητέρα της ηρωίδας – η Στυλάντερ στα πιο «τηλεοπτικά» επεισόδια του φιλμ).

Τέλος, στον ανθρώπινο ετεροκαθορισμό ως συνειδητοποίηση του «ποιος είμαι, πού πάω». Ο άνδρας χάρη στην κοπέλα θα «ξυπνήσει» και θα κάνει ένα μεγάλο βήμα έξω απ’ το τέλμα, με την ανήλικη μικρή του ξανά παρούσα. Και η νεαρή θα αφήσει πιο πλήρης πίσω της το χτες για το χειραφετημένο αύριο. Αν και ο κάποτε πιο ικανός cinéaste, που τους έφερε στον κόσμο αλλά δεν μπόρεσε να τους προσφέρει το σπίτι που άξιζαν, έχει ξανά σύντομα τα τροφεία και την πυγμή να κηδεμονεύσει δεόντως τα, επόμενα πια, κινηματογραφικά τέκνα του, θα είναι για όλους μας μια πιο όμορφη ζωή…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σου «μιλάει» η υπόθεση ή στηρίζεις ό,τι ελληνικό επί οθόνης; Δες το, θα βρεις σημεία επαφής – αλλά, καλώς ή κακώς, «Οικογενειακές Ιστορίες» του ALPHA δεν είναι (αν και κάπου-κάπου, τώρα που το σκέφτομαι…). Δεν είσαι της κατάθλας και της άτιμης φάρας του ψηφιακού; Άσ’ το, μην μπλέκεις…


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.