FreeCinema

Follow us
31.0818:00

Βενετία 73: Το «La La Land» και οι… «Ομπρέλες του Λος Άντζελες»!


Εκρηκτικές χορογραφίες μέσα στην κίνηση του Λος Άντζελες, audition που καταλήγουν σε ένα συγκινητικό solo τραγούδι, χοροί στα αστέρια και κινηματογραφικές αναφορές που δεν περιορίζονται στο κλασικό Χόλιγουντ, συν μια αρχετυπική ιστορία αγάπης με όλα της τα επακόλουθα: Το «La La Land» του Ντέιμιαν Τσαζέλ είναι pop, είναι retro, είναι αστείο, είναι συγκινητικό και είναι η καλύτερη δυνατή έναρξη που θα μπορούσε να έχει η ανανεωμένη, οσκαρική Βενετία!

Όπως ένα μιούζικαλ που σέβεται τον εαυτό του, το «La La Land» ανοίγει με ένα εντυπωσιακό χορευτικό νούμερο που στόχο έχει να παρασύρει τον θεατή στον πολύχρωμο, εντυπωσιακό κόσμο του. Όπως, όμως, ένα σύγχρονο μιούζικαλ που σέβεται τον εαυτό του, το φιλμ φροντίζει να εκσυγχρονίσει την κινηματογραφική αυτή συνήθεια, στήνοντας την εναρκτήρια χορογραφία του (από την Καναδή Μάντι Μουρ, τη μια από τις δύο καλύτερες χορογράφους που έχουν περάσει ποτέ από το αμερικανικό «So You Think You Can Dance») μέσα στην κόλαση της κίνησης του Λος Άντζελες, φροντίζοντας να αποτυπώσει τον κάθε ονειροπόλο κάτοικο αυτής της σύγχρονης πόλης και μπλέκοντας τις επιρροές απ’ το Broadway με τη jazz και την urban σκηνή. Μπορεί το σήμα της εταιρείας παραγωγής της ταινίας να είναι επιτηδευμένα retro, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή είναι μια ταινία που διαδραματίζεται και απευθύνεται στο σήμερα, κάνοντας φυσικά άπειρες αναφορές στο παρελθόν, τόσο μέσα από τη χρήση των χρωμάτων όσο και μέσα από το στήσιμο των σκηνών και των σκηνικών.

la-la-land-movie1

Αν υπάρχει, επίσης, κάτι ακόμα για το οποίο δεν υπάρχει αμφιβολία, είναι το πόσο αγαπά ο Τσαζέλ την jazz. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να βάλει τον χαρακτήρα του Ράιαν Γκόσλινγκ, Σεμπάστιαν, να υποστηρίξει την ίδια τη μουσική και στήνει τις πιο κρίσιμες στιγμές της ταινίας (όπως την κομβική συνάντηση του Σεμπάστιαν και της Μία της Έμμα Στόουν) υπό τις νότες αυτής της μουσικής. Στο «Χωρίς Μέτρο» ήταν πασιφανές το πόσο πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιζε η jazz. Εδώ, πλέον, η συμβολή της είναι πιο οργανική, πιο ύπουλη και απόλυτα σημαντική για τη συναισθηματική αποθέωση της ταινίας. Εδώ δεν είναι ο πρωταγωνιστής αλλά μάλλον ο σκηνοθέτης της ιστορίας. Και ακόμα και όταν οι ήρωες δεν τραγουδούν, η επιρροή της και η παρουσία της είναι απόλυτα εμφανείς.

la-la-land-movie

Το κρίσιμο ερώτημα, βέβαια, είναι το πόσο καλό είναι τελικά το «La La Land». Είναι η ιστορία αγάπης μεταξύ μιας επίδοξης ηθοποιού και ενός πιανίστα στο σύγχρονο Χόλιγουντ των ονείρων και των μη ρεαλιστικών προσδοκιών εκείνη η ταινία που θα δικαιώσει την οσκαρική φήμη τής Βενετίας; Χωρίς κανείς να μπορεί με βεβαιότητα να κάνει προβλέψεις, υπάρχουν πολλά πράγματα που κερδίζουν κατευθείαν την καρδιά τού θεατή. Η ταινία ξέρει τι είναι και απολαμβάνει αυτό που είναι. Επίσης, αγαπά τον θεατή της και καταφέρνει να τον παρασύρει σε ένα συναισθηματικό ταξίδι μεγάλου εύρους και αποδεδειγμένης (από τα μάτια των συνθεατών) αποτελεσματικότητας. Ξέρει πότε πρέπει να ελαφρύνει τον τόνο και πότε να βυθιστεί σε καλοδεχούμενο μελό. Αποφεύγει τα περιττά cut και επενδύει σε αδιάκοπες σκηνές για όσο χρειάζεται (όπως ολόκληρη η αρχική σκηνή) χωρίς να «χτυπάει» ως αχρείαστη επιτήδευση, ίσως γιατί θέλει να περάσει την αίσθηση της δημιουργίας στο set και όχι τη μετέπειτα επεξεργασία μιας ταινίας, όπως ήταν ο… σκοπός και των παλιών μιούζικαλ. Επιπλέον, γνωρίζει πότε να κάνει μια μικρή έκπληξη (π.χ. ένα ιπτάμενο μαντήλι) πριν εκτοξεύσει κυριολεκτικά τους πρωταγωνιστές του στα αστέρια ή γνωρίζει πώς μια αλλαγή παπουτσιών μπορεί να οδηγήσει σε ένα κομβικό χορευτικό με κλακέτες. Και, φυσικά, τo «La La Land» έχει μπροστά από την κάμερα δύο ηθοποιούς που φαίνονται φυσικοί, χαρισματικοί και ικανοί να τραγουδήσουν και να χορέψουν, γεφυρώνοντας παρελθόν και παρόν. Τέλος, αν όλα αυτά δεν είναι αρκετά, η ταινία έχει ένα τελικό δεκάλεπτο ικανό να διαλύσει κάθε αντίσταση και να τη βάλει περισσότερο στην επικράτεια του… Ζακ Ντεμί παρά στο αμερικανικό, κλασικό μιούζικαλ (αν και ο Στάνλεϊ Ντόνεν έχει την τιμητική του). Καθόλου άσχημα, δηλαδή.

la-la-land-movie2

Το αν αυτά θα αποδειχθούν επαρκή εφόδια για την πορεία της ταινίας θα φανεί στο μέλλον, όμως, προς το παρόν κρατούμε την τόλμη του Τσαζέλ να επιμείνει σε ένα προσωπικό όραμα, επικροτούμε την επιθυμία του να κρατήσει την ιστορία μακριά από περιττές υποκλοπές και θαυμάζουμε την ικανότητά του να χρησιμοποιεί τη μουσικότητα ως αφηγηματικό σκελετό ολόκληρης της ιστορίας. Θαυμάζουμε φυσικά και τον τρόπο που έστησε όλη αυτή την ιστορία, παίζοντας με τον χρόνο, τις επιρροές και τη διαχρονική αίσθηση του ρομαντισμού. Όπως δήλωσε και ο ίδιος στη συνέντευξη Τύπου, «ο κόσμος έχει ανάγκη από χαρούμενες ιστορίες». Και, πραγματικά, ύστερα από το πώς ένιωσα κατά τη διάρκεια της προβολής, και από τη διάρκεια για την οποία διατηρήθηκε μετέπειτα το χαμόγελο στο πρόσωπό μου, δε θα μπορούσα να διαφωνήσω.

Venice 2016