Βενετία 70: Franco, basta!
Σκηνοθέτης, ηθοποιός, καλλιτέχνης ΚΑΙ άνθρωπος της κουλτούρας; Κάποιος να μαζέψει τον Τζέιμς Φράνκο, επιτέλους! Η χθεσινή ημέρα του 70ου Φεστιβάλ Βενετίας χαρακτηρίστηκε από μία υπέρμετρη ποσότητα δημοσιότητας για τον Φράνκο, που έκανε ακόμα και τους πιο μετριοπαθείς να φωνάξουν δυνατά… «Basta!».
Χθες, όπου κι αν γύριζε κανείς το κεφάλι του στο Lido της Βενετίας, θα έβλεπε και κάτι που είχε να κάνει με… τον Τζέιμς Φράνκο. Ή θα πετύχαινε τον ίδιο σε μία από τις προβολές των φίλων του (λέγε με «Joe» του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν), ή θα άκουγε υστερικές φωνές Ιταλίδων κορασίδων να καλούν με βαριά προφορά «Τζέιμς!» ή, ακόμα χειρότερα, θα έπρεπε να υποστεί το καινούργιο του σκηνοθετικό πόνημα ή μία ταινία βασισμένη σε δικό του… βιβλίο! Η κατάσταση έχει αρχίσει να γίνεται ενοχλητική.
Ύστερα από το «Interior. Leather Bar» του Βερολίνου και το «As I Lay Dying» των Καννών, η Βενετία βρίσκει το Φράνκο στην τρίτη του φετινή σκηνοθετική απόπειρα (sic) με το «Child οf God» (teaser trailer στη video gallery δεξιά). Το φιλμ βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Κόρμακ ΜακΚάρθι και εξιστορεί τη ζωή ενός αντικοινωνικού και ψυχικά διαταραγμένου νέου που γίνεται όλο και πιο επικίνδυνος για τον ίδιο και όσους έχουν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο του.
Χωρισμένο σε τρία μέρη, όπως και το ίδιο το βιβλίο, το φιλμ προσπαθεί να ισορροπήσει τις μάλλον κωμικές στιγμές με περισσότερο σοκαριστικές πινελιές, εστιάζοντας πάνω στον πρωταγωνιστή του και σχεδόν εξαλείφοντας κάθε περιφερειακό χαρακτήρα. Παράλληλα, με αποσπάσματα από το ίδιο το βιβλίο να κάνουν την εμφάνισή τους σε μορφή voice-over ή κειμένων πάνω στο φιλμικό κάδρο, δίνει πληροφορίες για το υπόβαθρο του χαρακτήρα μέχρι να ξεκινήσει να περιγράφει την ίδια την πορεία του προς την καταστροφή. Με βαριά αμερικανική προφορά (η ταινία προβλήθηκε με τη συνοδεία αγγλικών υποτίτλων!) και ζωντανή αναπαράσταση του άγριου τοπίου που γίνεται και ο χώρος δράσης του πρωταγωνιστή, το «Child Of God» σίγουρα τραβά την προσοχή. Στην αρχή.
Αυτό, όμως, δεν αποδεικνύει ότι πετυχαίνει και να δημιουργήσει κάτι πραγματικά αξιόλογο. Ο Φράνκο φαίνεται να νομίζει ότι έχει απόλυτο έλεγχο του υλικού του και παρουσιάζεται σίγουρος για τις σκηνοθετικές του ικανότητες, όμως, έχει έλλειψη του μέτρου και προφανή τάση προς την υπερβολή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Σκοτ Χέιζ (στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Λέστερ Μπάλαρντ) πέρασε τα πάνδεινα στη διάρκεια των γυρισμάτων. Δεν μπορεί κανείς, επίσης, να αμφισβητήσει ότι δε ρίχτηκε με πάθος σε όλα όσα πιθανότατα απαίτησε από αυτόν ο σκηνοθέτης. Ίσως το τελευταίο να συγκινήσει την Επιτροπή και να μην αγνοηθεί στα βραβεία του ερχόμενου Σαββάτου. Το τελικό αποτέλεσμα, πάντως, δε δικαιώνει ούτε τον ίδιο αλλά ούτε και ολόκληρη την παραγωγή, κυρίως λόγω της υπέρμετρης φιλοδοξίας του Φράνκο, η οποία σκάει με κρότο πάνω στα κεφάλια των θεατών.
Σα να μην έφτανε αυτό, το βιβλίο από μικρές ιστορίες και τίτλο «Palo Alto» (trailer στη video gallery, πάνω δεξιά), που έγραψε ο ίδιος (αλίμονο), αποτέλεσε και την πρώτη ύλη για την ομώνυμη πρώτη σκηνοθετική δουλειά της (εγγονής του Φράνσις Φορντ) Τζία Κόπολα. Το φιλμ ακολουθεί μια σειρά αυτοκαταστροφικών νέων στην καθημερινότητά τους με μάλλον συμπονετική ματιά και διάθεση κατανόησης. Φυσικά, ο Φράνκο κάνει την εμφάνισή του και εδώ σε έναν περιφερειακό ρόλο, αποσπώντας την προσοχή μας από το νεανικό καστ (στο οποίο προεδρεύει η Έμμα – ήταν πάντα τόσο όμορφη; – Ρόμπερτς). Υφολογικά η ταινία φαίνεται να έχει εμπνευστεί από το σινεμά της Σοφία Κόπολα, δίχως να διστάζει να κρύβει τις απευθείας αναφορές στη φιλμογραφία εκείνης (αρκετές σκηνές φέρνουν έντονα στο νου τις «Αυτόχειρες Παρθένους»). Δεν καταφέρνει να γίνει ποτέ κάτι το εξαιρετικό, όμως, τουλάχιστον, προσπαθεί να καταλάβει τους πρωταγωνιστές της και να τους οδηγήσει – έστω μέχρι ένα σημείο – στο δρόμο προς την αλλαγή. Μήπως ο Τζέιμς ήταν απασχολημένος και δεν προλάβαινε να σκηνοθετήσει; Ω, κρίμα (#not).