FreeCinema

Follow us

Βασίλης Κεκάτος. Αγαπώντας τα άγρια παιδιά.


Ένα παγωμένο, χιονισμένο απόγευμα στο Βερολίνο (και στους -12 βαθμούς), στο πλαίσιο του 75ου Φεστιβάλ της πόλης, συναντήσαμε τον Βασίλη Κεκάτο στα studios της Unifrance, ώστε να κάνουμε μία συζήτηση για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, τις «Άγριες Μέρες μας».

Μετά τον Χρυσό Φοίνικα καλύτερης μικρού μήκους ταινίας για το «The Distance Between Us and the Sky» (2019) στις Κάννες, αλλά και το τηλεοπτικό «Milky Way» (2023), ο Κεφαλλονίτης δημιουργός καταπιάνεται για ακόμη μία φορά μ’ ένα κομμάτι της κοινωνίας που πολλοί μπορούν να βαφτίζουν εύκολα «περιθωριακό», αγαπώντας ανεξαιρέτως όλους τους ήρωες τους, με τις αρετές και τα ψεγάδια τους.

Πολλές φορές μας αρέσει να μιλάμε για εκλεκτικές συγγένειες στον κινηματογράφο και, ψάχνοντας για τέτοιες στην ταινία σου, η πρώτη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν το «Gasoline Rainbow» (σ.σ. ανεξάρτητη ταινία του 2023, σε σκηνοθεσία Μπίλ και Τέρνερ Ρος). Γενικότερα, υπάρχει μια γοητεία στο σινεμά που ασχολείται με τους ανθρώπους του περιθωρίου, όπως π.χ. το σινεμά του Σον Μπέικερ.

Δεν έχω δει την ταινία, ξέρω ότι έπαιξε πέρσι στη Βενετία, αλλά έχω δει το trailer και συμφωνώ μαζί σου, σαν vibe. Όσο για τον Μπέικερ, είναι ο Πάπας αυτού του σινεμά, τουλάχιστον στο σύγχρονο.

Τι αισθάνεσαι, λοιπόν, πως σε τραβά προς τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων; Γιατί είναι κάτι που έχουμε δει σε κάθε σκηνοθετική σου δουλειά μέχρι σήμερα.

Δεν μπορώ να το εξηγήσω ακριβώς, αλλά είναι όπως σε κάποιους αρέσει να πίνουν gin και σε κάποιους άλλους να πίνουν whiskey. Αυτό νιώθω ότι καταλαβαίνω, ότι θέλω να πω και να δείξω χωρίς καμία διάθεση εκμετάλλευσης. Και θέλω να πιστεύω πως το κάνω με αγάπη, ειλικρίνεια κι έναν «ρομαντισμό» που δεν είναι αφελής. Με ενδιαφέρει να καταδείξω αυτό το κομμάτι της κοινωνίας, γιατί το γνωρίζω και νιώθω κοντά του. Θεωρώ πως πρέπει να το φροντίζουμε όπως και τα άλλα κομμάτια της κοινωνίας, αλλά όχι αφ’ υψηλού. Ως ίσοι προς ίσοι.

Αναφέρεσαι σε ένα κομμάτι της κοινωνίας που γνωρίζεις καλά. Θέλεις να μου μιλήσεις για το βίωμα σου;

Κοίτα, εγώ μεγάλωσα στην επαρχία, πλάι σε πολλούς ανθρώπους που η άρχουσα τάξη μπορεί να μας επιβάλλει ν’ αποκαλούμε «περιθώριο», αλλά εγώ δεν το βλέπω καθόλου έτσι. Αντίθετα, το θεωρώ επίκεντρο. Το βλέπω σαν αυτό που κάνει τον κόσμο να γυρίζει, σαν το γρανάζι. Κι όπως κάποιος θέλει ν’ ασχολείται με τους λεπτοδείκτες, εμένα μου αρέσει ν’ ασχολούμαι με το γρανάζι.

Στέκομαι στο πολύ σωστό που λες για την άρχουσα τάξη και πως μας επιβάλλει συγκεκριμένες ονομασίες για ομάδες ανθρώπων. Μου θυμίζει λίγο τους μετανάστες δύο ταχυτήτων, αυτούς που αποκαλούμε μετανάστες κι αυτούς που λογίζονται ως «expats».

Ε, βέβαια, και είναι πολύ εύστοχο αυτό που λες! Για μένα, το περιθώριο είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν στον 25ο όροφο μιας μεγάλης επιχείρησης. Αυτό είναι το περιθώριο, γιατί αυτοί δεν ζουν. Στ’ αλήθεια βρίσκονται στο περιθώριο της ζωής, γιατί όταν δουλεύεις 18 ώρες για έναν μισθό που θα τον «φας» σ’ ένα τριήμερο στα νησιά Κέιμαν, όπου κατά πάσα πιθανότητα θα είσαι «άνιωθος» απ’ τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, χωρίς να μπορείς να περάσεις χρόνο με κάποιον που αγαπάς ή να βρίσκεσαι στη Φύση, να περπατήσεις, να σκεφτείς… Ε, εσύ είσαι ο περιθωριακός, και δεν έχεις πάρει καν χαμπάρι!

Ακριβώς, είναι σαν να είσαι χρηματιστής στη Νέα Υόρκη, απλά ένα πιόνι που δουλεύει 18 ώρες τη μέρα και δεν έχει χρόνο να ζήσει.

Και για μένα αυτό είναι το πιο αστείο πράγμα στον καπιταλισμό, το ότι έχει πείσει αυτούς τους ανθρώπους ότι είναι νικητές του παιχνιδιού. Είναι απόλυτα τρελό, να πείθεις έναν άνθρωπο πως αν δεν έχει ζωή… έχει κερδίσει στη ζωή!

Κάπως σαν αυτό που λέμε «το μεγαλύτερο κόλπο του διαβόλου είναι να σε πείσει πως δεν υπάρχει».

Σαφέστατα. Ε, λοιπόν, εμένα οι άνθρωποι της ταινίας μου λένε σε όλο αυτό το σύστημα να πάει να γαμηθεί. Και να βρουν ένα σύστημα που μπορεί να είναι εξίσου προβληματικό (γέλια), αλλά τουλάχιστον (να) είναι δικό τους. (Να) το έχουν επιλέξει οι ίδιοι.

Το πολύ ωραίο είναι το ότι, αντίθετα από κάποιες ταινίες που δείχνουν τους «περιθωριακούς» πρωταγωνιστές τους με μία διάθεση εκμετάλλευσης ή αυτό που αποκαλούμε «torture porn» κάποιες φορές, εδώ κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Περιβάλλονται από αγάπη.

Αυτό είναι τιμή μου που το λες. Κι έχω να σου πω κάτι πάνω σ’ αυτό. Όταν το είδαν πρώτη φορά οι Γάλλοι διανομείς, με ρώτησαν: «Που είναι η μιζέρια; Που είναι η οικονομική κρίση;»! Και τους ρώτησα, τι εννοείτε, πιστεύετε πως είναι πλούσιοι αυτοί οι άνθρωποι, δεν είναι φτωχοί; Η απάντηση μου ήταν πως αν περιμένατε να δείτε ανθρώπους να περιμένουν για το συσσίτιο και νομίζατε πως μόνο αυτή είναι η Ελλάδα, κάντε εσείς μία ταινία πάνω σ’ αυτό. Εγώ, ως Έλληνας, τη βλέπω έτσι την Ελλάδα. Και δεν είχα περάσει πολύ καλά σε εκείνη τη συνάντηση! (Γέλια.)

Ναι, γιατί η εικόνα που υπάρχει στο εξωτερικό είναι πως αυτό που «πρέπει» να μας δείξεις από την Ελλάδα είναι φτώχεια, μιζέρια…

Ή μάρμαρα! Αυτό είναι το δίλημμα των θεατών του εξωτερικού, μιζέρια ή μάρμαρα, τίποτα ενδιάμεσο. Πως λέει ο Ελύτης; «Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα». Εγώ αυτή τη μέρα ψάχνω. Υπάρχει κάτι ανάμεσα, αλλά κάπως χάνει γιατί επισκιάζεται από τα άλλα δύο, πολύ. Όταν, όμως, το βρεις αυτό και του φερθείς με κατανόηση, μπορείς να φωτίσεις κάποιες πλευρές του και να το κάνεις φανερό και σε άλλους. Κι αυτό για μένα είναι πολύ πιο σημαντικό από το να μου πει ένας διανομέας, «Μπράβο, βρήκες την Ελλάδα». Έτσι κι αλλιώς, μπορεί να έχω πει ψέματα για το οτιδήποτε, να μην έχω «βρει» καμία Ελλάδα.

Πως γεννήθηκε αυτή η ιδέα μέσα σου;

Ούτε που θυμάμαι, να σου πω την αλήθεια… Καθόμουν σ’ ένα ταβερνάκι με τον Νίκο Ζεγκίνογλου (σ.σ. ο Άρης στην ταινία) και τον Γιώργο Βαλσαμή (σ.σ. ο διευθυντής φωτογραφίας), και κάπως ήθελα να κάνω μια ταινία με αυτό το θέμα. Υπάρχει μία επιχείρηση στην Αθήνα, μια ΜΚΟ, η οποία όντως πλένει ρούχα ανθρώπων. Και σκεφτόμουν πως αν αυτή η επιχείρηση χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (που δεν το γνωρίζω), είναι κάτι που δεν το καταλαβαίνω. Και ξεκίνησα μια σάτιρα πάνω σ’ αυτό. Δηλαδή, πως κάποια άτομα που έχουν πάρει επιχορήγηση από την Ε.Ε. για να πλένουν τα ρούχα ανθρώπων που είναι σε δύσκολη κατάσταση… υποκρίνονται κι αντίθετα κάνουν κάτι πολύ πιο δραστικό: «σπάνε» ενεχυροδανειστήρια, που, αν μη τι άλλο είναι πιο πολύ του στυλ μου. Από το να μου απλώνουν τα ρούχα, θα προτιμούσα να μου επιστρέψουν το δάνειο!

Απίστευτη ιστορία, πάντως, γιατί βλέποντας το φιλμ, η πρώτη μου σκέψη ήταν «καλά, αυτό αποκλείεται να υπάρχει». Κι ήθελα να σε ρωτήσω, είναι πραγματικό αυτό το «underbelly» της Ελλάδας;

Στ’ αλήθεια, όλα αυτά που περιγράφω στις ταινίες μου είναι μία πραγματικότητα, δεν τα έχω φανταστεί. Απλώς, φαντάζομαι μία εκδοχή τους, κάπως διαφορετική. Απλά, είναι πολύ εύκολο για κάποιον να πει πως κάτι δεν υπάρχει, αντί να κάτσει όντως να το ψάξει για να δει αν υπάρχει. Να τον κατηγορήσεις για φαντασιοπληξία ή για αμερικανισμό, είναι μία εύκολη απάντηση.

Κάπως σαν το τωρινό state της δημοσιογραφίας. Είναι πολύ πιο εύκολο απλά να αφορίσεις κάποιον.

Εγώ αν ήμουν δημοσιογράφος, θα ήμουν λίγο σπασικλάκι, θα ρωτούσα από δω κι από κει, θα έψαχνα τις ρίζες των πραγμάτων, γιατί αυτό είναι το ενδιαφέρον. Αλλά αυτό που λες με τον αφορισμό, να σου πω την αλήθεια, το καταλαβαίνω λιγάκι όταν τα μεροκάματα είναι έτσι. Δεν θυμώνω, δηλαδή, ποτέ με τις κακές κριτικές. Και δεν ρωτάω ποτέ κανέναν πως του φάνηκε η ταινία μου, πέρα από πέντε-δέκα ανθρώπους που αγαπώ κι έχω επιλέξει να βρίσκονται δίπλα μου – και μιλάω για όταν η ταινία είναι ακόμα σε στάδιο που αλλάζει.

Πάντως, εντυπωσιάστηκα από τη δουλειά του Γιώργου Βαλσαμή στη φωτογραφία, αλλά κι από το location scouting.

To location scouting το έκανε η Γιώτα η Σκουβαρά στη Αθήνα, κι εγώ στην επαρχία. Ηλεία, Αρκαδία. Ο Γιώργος τα φώτισε με τον μαγικό φακό του κι είμαι πάρα πολύ τυχερός που τον έχω δίπλα μου. Είναι φίλος μου από την 1η Γυμνασίου, συμμαθητές και στο ίδιο θρανίο . Είναι οικογένειά μου, βλέπουμε τις ταινίες με τον ίδιο τρόπο, μαζί αποφασίσαμε να κάνουμε σινεμά, είναι απίστευτο που έχουμε ο ένας τον άλλον.

Θέλω να κάνω και μία ειδική μνεία στο καστ, ειδικά στη Δάφνη Πατακιά που έχει ένα από τα πιο κινηματογραφικά πρόσωπα που θυμάμαι τα τελευταία χρόνια. Αντίστοιχα, ξεχώρισα και τη Ναταλία Σουίφτ, για το φυσικό της παίξιμο.

Είχα την τύχη να μ’ εμπιστευτεί και να μου δώσει τον εαυτό της σε τέτοιο βαθμό, όπως και όλο το καστ, ώστε να κάνουμε αυτή την ταινία με τον τρόπο που την κάναμε. Χαίρομαι πολύ που το λες αυτό για τη Ναταλία, νομίζω ο θυμός της είναι αξιοθαύμαστος, είναι πραγματικός, τον νιώθεις. Ξέρεις, είχα τόσες σκηνές που τα παιδιά δίνουν récital ερμηνειών, αλλά αναγκάστηκα να κόψω πολλές, γιατί όπως καταλαβαίνεις η ταινία δεν μπορούσε να βγει… τρεις ώρες και σαράντα λεπτά που ήταν το πρώτο cut! Στεναχωρήθηκα, γιατί είναι φίλοι μου, αλλά από την άλλη πιστεύω ότι έχουν βγει όλοι τόσο όσο πρέπει κι είναι όλοι πραγματικοί, που νομίζω έχει τη μεγαλύτερη σημασία για τις ερμηνείες τους.

Αυτό που λες το παρατήρησα και στην ερμηνεία του Εμάνουελ Ελοζιεούα, κάτι απόλυτα νατουραλιστικό, που θα μπορούσε να μην έχει κάνει κάποια κινηματογραφική εμφάνιση στο παρελθόν, αλλά μοιάζει ν’ ανήκει εδώ.

Ακριβώς, είναι πρωτοεμφανιζόμενος, όπως και η Πόπη Σεμερλίογλου στον ρόλο της Σίσι, και για την Εύα Σαμιώτη στον ρόλο της Σοφίας, είναι επίσης ένας από τους πρώτους της ρόλους. Είναι όλοι αστέρια και τους αγαπώ πολύ.

Η ταινία «Οι Άγριες Μέρες μας» συνεχίζει την προβολή της στους ελληνικούς κινηματογράφους σε διανομή της εταιρείας CINOBO.


MORE INTERVIEWS

Κάρλα Σοφία Γκασκόν. Χωρίς... tweets.

H απίθανη ζωή της Κάρλα Σοφία Γκασκόν ξεκίνησε μια μαρτιάτικη ημέρα του 1972 στην Ισπανία. Τη χρονιά που ο Γουίλιαμ Φρίντκιν έγραφε οσκαρική ιστορία με τον «Άνθρωπο από τη Γαλλία», το μαγικό αστέρι του σινεμά θα ευλογούσε με τα δώρα του έναν άνθρωπο που γεννήθηκε σε κάποιο προάστιο της Μαδρίτης ως… Χουάν Κάρλος Γκασκόν.

Γιώργος Τσεμπερόπουλος. Για όλα όσα έχει υπάρξει.

Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος είναι ένα από τα πιο σεβαστά ονόματα στα χρονικά της ελληνικής κινηματογραφίας. Δεν είχε τύχει να μιλήσουμε ποτέ ξανά έτσι στο παρελθόν. Βρεθήκαμε με αφορμή το «Υπάρχω». Άκουσα, έμαθα, μοιραστήκαμε. Ομολογώ πως ήταν μία συγκινητική εμπειρία για μένα.

Άγγελος Φραντζής. Μια κουβέντα... σαν ταινία!

Ο Άγγελος Φραντζής δεν κωλώνει! Και απαντά και ρωτάει. Συναντηθήκαμε για να μιλήσουμε για τον «Νόμο του Μέρφυ» και καταλήξαμε να βρισκόμαστε μπροστά από την κάμερα… για μιάμιση ώρα! Σαν να βλέπεις κανονική ταινία, δηλαδή. Αλλά θα τα ακούσεις… ΟΛΑ!

ΝΤΕΝΗΣ ΗΛΙΑΔΗΣ: MAKING A BUZZ... AGAIN.

Τελευταία φορά που το κάναμε αυτό, να μιλάμε μπροστά από κάμερες, ήταν Γενάρης του 2014. Πέρασαν αδικαιολόγητα πολλά χρόνια, μέχρι να ξαναδούμε ταινία του Ντένη Ηλιάδη στους κινηματογράφους. Και σήμερα, το «Buzzheart» βρίσκεται ήδη αντιμέτωπο με την κρίση του ελληνικού κοινού. Εδώ, λοιπόν, τα λέμε χωρίς spoilers και… χωρίς την αίσθηση ότι πρόκειται για μία «υποχρεωτική», προωθητική συνέντευξη.

Ο Κρίστιαν Φρίντελ για τη «Ζώνη Ενδιαφέροντος».

Ο Κρίστιαν Φρίντελ, πρωταγωνιστής της «Ζώνης Ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, δεν παρουσιάζει τον ήρωά του σαν ένα κτήνος του ναζισμού στην περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Απλά, υποδύεται έναν Γερμανό αξιωματικό που τυγχάνει να μεγαλώνει την οικογένειά του, όμορφα και ειρηνικά, δίπλα από το στρατόπεδο του Άουσβιτς! Ας δούμε τι είχε να μου πει για την εμπειρία της προετοιμασίας και των γυρισμάτων της καλύτερης ταινίας του 2023.

ΝΕΑ