FreeCinema

Follow us

Πήγε, λέει, ο Σεφερλής κι ανέβασε το μιούζικαλ «Hairspray» στην Αθήνα. Το έργο του Τζον Γουότερς. Ο Σεφερλής, που είναι ομοφοβικός και σπάει πλάκα με τους χοντρούς στις επιθεωρήσεις του. Όλο τέτοια άκουγα για μήνες, δεν τρελαίνομαι και για το είδος αυτό, οπότε δεν έδωσα βάση, ούτε και σχεδίαζα να παρακολουθήσω το ελληνικό του ανέβασμα, στο οποίο δεν πρωταγωνιστεί ο Μάρκος Σεφερλής αλλά η Κατερίνα Σούσουλα, διότι… κομμάτι δύσκολο να είχε επιχειρήσει ο δημοφιλής κωμικός να υποδυθεί την παιδίσκη Τρέισι.

Θέλουμε δεν θέλουμε, ο Σεφερλής είναι κομμάτι της pop κουλτούρας αυτού του τόπου εδώ και δεκαετίες. Με αφορμή την επερχόμενη και πρώτη κινηματογραφική του «απόπειρα», το «Χαλβάη 5-0», το οποίο κάνει πρεμιέρα στα σινεμά στις 30 Ιανουαρίου, το σκέφτηκα λίγο πιο σοβαρά και είπα να μπω στη… δοκιμασία και να έχω παρακολουθήσει και το «Hairspray» από πριν, έτσι ώστε να έχω μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα του πού βρίσκεται ο ηθοποιός αυτός σήμερα.

Στάθηκα έξω από το θέατρο Ακροπόλ της Ιπποκράτους από νωρίς, έτσι ώστε να «επεξεργαστώ» το κοινό που θα έμπαινε να δει την παράσταση. Ξαφνιάστηκα κάπως. Υψηλό ποσοστό θεατών νεαρής ηλικίας, κάμποσες οικογένειες (σύσσωμες!), ακόμη και οργανωμένο group ανήλικων παιδιών από σχολείο της επαρχίας! Επειδή εγώ ήξερα πολύ καλύτερα από εκείνους τι ακριβώς θα παρακολουθούσα επί σκηνής (δεν έχω την απαίτηση από το όποιο λαϊκό κοινό, ασχέτως ηλικίας, να γνωρίζει την ομώνυμη ταινία του 1988 ή τι εστί Γουότερς…), είχα μεγάλη περιέργεια να δω πώς θα συμπεριφερθούν και εντός. Δεν είναι απλό έργο για τις «μάζες» το «Hairspray», πόσω μάλλον για την ελληνική κοινωνία του σήμερα. Ο ρατσισμός είναι το πρώτο θέμα που θίγει. Διαφυλετικά. Δεν αγωνίζεται μονάχα για την ένταξη των μαύρων παιδιών στο χορευτικό τηλεοπτικό show του Κόρνι Κόλινς η Τρέισι. Θέλει να υπάρχει ισότητα παντού, ακόμη και να έχουν σχέση μεταξύ τους λευκοί και μαύροι. Αν είναι ερωτευμένοι, έχουν κάθε δικαίωμα. Και στο φινάλε χορεύουν γι’ αυτό. Για τη ζωή. Τη χαρά της ζωής.

Και σου τα λέει τίμια και ξεκάθαρα όλα αυτά το ελληνικό ανέβασμα του «Hairspray». Και η παράσταση είναι η χαρά της ζωής! Και είναι τόσο το ταλέντο που έχει συγκεντρωθεί επί σκηνής για να σε μεταφέρει στη Βαλτιμόρη του ’62, που από το πρώτο κιόλας τραγούδι έρχεται και σου κολλάει ένα χαμόγελο στα χείλη, που θα μείνει εκεί, διαρκώς, για τουλάχιστον ένα δίωρο! Ακριβώς επειδή μιλάμε για μιούζικαλ που προέκυψε από κινηματογραφική ταινία, με το επιπλέον στοιχείο του χορού ως σημείο αναφοράς στη δεκαετία του ’60, το «Hairspray» ξεφεύγει λίγο από τα τυπικά (και βαρετά, αν ρωτάς κι εμένα…) του είδους και πατάει πάνω σε μία αφηγηματικότητα που τρέχει αδιάκοπα. Η Θέμις Μαρσέλλου το έχει σκηνοθετήσει με ρυθμό και ζωντάνια ταιριαστή στο ηλικιακό εύρος του πολυάριθμου καστ, νέων κυρίως παιδιών που μπορείς να αναγνωρίσεις (ενίοτε) από εμφανίσεις σε τηλεοπτικά talent shows (υπάρχει μία δόση παράδοξης ειρωνείας εδώ, σε σχέση με την υποπλοκή του διαγωνισμού χορού στο έργο), αλλά και σε πιο… φίρμες που ξαφνιάζουν ευχάριστα, λειτουργώντας τόσο καλοκουρδισμένα με το σύνολο. Πόσες υποκλίσεις να ρίξεις μπροστά στη Μαριάννα Γερασιμίδου, που σαρώνει φωνητικά επί σκηνής; Πόσο απροσδόκητα σε κερδίζει σε ό,τι κάνει η Ντορέττα Παπαδημητρίου; Πόσο πλάκα παθαίνεις με το βάρος όλης της παράστασης που σηκώνει ικανότατα στους ώμους της η πρωταγωνίστρια Τρέισι της Κατερίνας Σούσουλα; Και… ο Μάρκος Σεφερλής!

Ο Σεφερλής υποδύεται τη θεόρατη Έντνα, που γνωρίσαμε στο σινεμά από την Ντιβάιν. Στο φιλμικό μιούζικαλ «remake» τού έργου την υποδύθηκε ο Τζον Τραβόλτα. Με τη σκέψη διχασμένη ανάμεσα σε αυτά τα δύο ονόματα, τους σωματότυπούς τους και το… φύλο τους, είναι risky το να σκάσει μύτη ένας Σεφερλής με προσθετικά παχυσαρκίας, γυναικεία ένδυση και αξεσουάρ. Κι όμως, το κάνει σωστά! Σαν ένας άνδρας (όπως ήταν η Ντιβάιν…) που παίζει (ακριβώς) τη γυναίκα. Όχι σαν ένας cross-dresser που έχει σκοπό να διακωμωδήσει. Και είναι απόλαυση στη σκηνή, ακόμη κι όταν του ξεφεύγουν οι «κακές» συνήθειες από τερτίπια της επιθεώρησης και της επαφής ή του πειράγματος με τους θεατές. Ο άνθρωπος ξέρει τι είναι κωμωδία, ξέρει τι είναι το «γκελ» στην πλατεία, κι εδώ δείχνει μία θέληση να δοκιμαστεί και να μοιραστεί κάτι «άλλο», και είναι υπέρ του η συμμετοχή στο «Hairspray». Και πρέπει να αισθάνεται επιπλέον ευτυχής, διότι έχει γύρω του τόσες ταλαντούχες παρουσίες (είναι πολλά τα ονόματα για να τα αναφέρω όλα), οι οποίες ζουν μέσα στη χαρά της παράστασης, για όσες ώρες διαρκεί (αβίαστα) εκείνη.

Κριτικός θεάτρου εγώ δεν είμαι. Ως θεατής, όμως, έζησα κάτι πραγματικά απολαυστικό. Και λυπάμαι τον κομπλεξισμό αυτής της χώρας που καταδικάζει ή κρίνει… χωρίς να έχει δει. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι εκεί έξω που ξέρω ότι θα περνούσαν άψογα με τούτη την παράσταση, αλλά δεν το σκέφτονται καν γιατί «παίζει ο Σεφερλής». Όσο υπάρχουν και άλλοι, από το standard κοινό του κωμικού και των επιθεωρήσεών του, οι οποίοι μάλλον θα φρίξουν με τα θέματα που πραγματεύεται το «Hairspray»! Αλλά για μένα ήταν τόσο ανακουφιστικό να βλέπω μέσα στο θέατρο μαθητές σχολείου να βρίσκονται αντιμέτωποι με μία δημοκρατική και ανοιχτόκαρδη agenda πάνω σε θέματα ρατσισμού, είτε αυτός στηρίζεται στο χρώμα του δέρματος, είτε στα… παραπανίσια κιλά και την εμφάνιση, ευρύτερα. Σεφερλής, λοιπόν; Ναι! Τι;

TAGS: