Μεγάλωσες στη δεκαετία του ’80 και χέστηκες αν ο «Πολίτης Κέιν» είναι η σημαντικότερη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου; Είσαι δικός μας! Trash και pop culture αναμνήσεις, εμπειρίες «been there, done that», rewind σε ξεχαρβαλωμένες VHS της εφηβείας. Πιάσε χαρτομάντιλα κι έλα να κλάψουμε παρέα…
ΤΡΟΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ (1981)
(DEAD & BURIED)
- ΕΙΔΟΣ: Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκάρι Σέρμαν
- ΚΑΣΤ: Τζέιμς Φαρεντίνο, Μέλοντι Άντερσον, Τζακ Άλμπερτσον

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια ταινία που ξεκίνησε σαν μαύρη κωμωδία με λίγα στοιχεία horror. Μετά την ολοκλήρωσή της, όμως, η εταιρεία παραγωγής αποφάσισε πως… ο τρόμος πουλάει καλύτερα, κι έτσι το φιλμ υπέστη γενικό rectifié με την προσθήκη νέων αιματοβαμμένων σκηνών και μπόλικο «ψαλίδισμα» των χιουμοριστικών στιγμών, για να φτάσουμε στο final cut του «Dead & Buried» που όλοι ξέρουμε (αν όχι, θα το μάθετε!) και αγαπάμε: μία ‘80s καλτιά σοκαριστικών gore δόσεων, έξυπνης ανανέωσης του μύθου των νεκροζώντανων και μερικών εκ των καλύτερων πρακτικών εφέ του θρύλου του είδους Σταν Γουίνστον
Το «Τρόμος στην Πόλη» (για το ελληνικό κοινό της εποχής εκείνης) αποτελεί ταυτόχρονα χαρακτηριστικό δείγμα camp σινεμά του ’80, αλλά και… όχι! Ξεφεύγοντας από την λογική της ζόμπι αισθητικής του Τζορτζ Α. Ρομέρο, όπως αυτή είχε ήδη συστηθεί στην μεγάλη οθόνη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Γκάρι Σέρμαν σκηνοθέτησε το ξαναγραμμένο από τα χέρια των Ρόναλντ Σάσετ και Νταν Ο’Μπάνον (μεγάλη σεναριακή φίρμα της εποχής, ο οποίος μετρούσε στο ενεργητικό του, μεταξύ άλλων, το «Dark Star» και το «Alien») σενάριο, διατηρώντας εντούτοις στο ακέραιο τον «δεύτερης» αισθητικής σωματικό τρόμο που συναντούσε κανείς στα horror φιλμ της περιόδου, ακόμη δηλαδή και στην συγκεκριμένη περίπτωση όπου η απαίτηση για περισσότερο αίμα ήρθε από τους παραγωγούς και όχι από την δημιουργική ομάδα του έργου.
Μία σειρά από φρικιαστικούς θανάτους ταράζει την ήσυχη ζωή στην επαρχιακή παραθαλάσσια πόλη του Πότερς Μπλαφ. Ο σερίφης Νταν Γκίλις (Φαρεντίνο) καλείται να ερευνήσει τις μυστηριώδεις δολοφονίες και να βρει τους ενόχους που κρύβονται πίσω από αυτές, την ίδια στιγμή που πτώματα… εξαφανίζονται από το τοπικό γραφείο κηδειών και νεκροί «ανασταίνονται», επιστρέφοντας πάλι πίσω στις δουλειές τους! Προσπαθώντας να δώσει μία πειστική απάντηση για όλα τα περίεργα συμβάντα που διαδραματίζονται στην πόλη του το τελευταίο διάστημα, ο Γκίλις θα έρθει αντιμέτωπος και με τις υποψίες που βαραίνουν την γυναίκα του, Τζάνετ (Άντερσον), αναφορικά με την χρήση μαύρης μαγείας (#wtf), αλλά και με την ολοένα και πιο περίεργη συμπεριφορά του κυρίου Ντομπς (Άλμπερτσον), του ιατροδικαστή και νεκροθάφτη της πόλης, ο οποίος μοιάζει να γνωρίζει πολλά περισσότερα για όσα διαδραματίζονται στην πόλη από όσα είναι διατεθειμένος να αποκαλύψει.
Με την ζοφερή ατμόσφαιρα της παράκτιας πόλης να φέρνει στο νου την προγενέστερη «Ομίχλη» (1980) του Τζον Κάρπεντερ, η ταινία του Σέρμαν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς, ουσιαστικά «αντιγράφοντας» ευγενώς την αισθητική και την ιδέα ενός τοπικιστικού εγκλεισμού από τον οποίο δεν υπάρχει διαφυγή, προσθέτοντας εδώ και την έννοια της ανθρώπινης «ανακύκλωσης» (κυριολεκτικά), διατηρώντας παράλληλα την πρωτοτυπία σε επίπεδο καταγωγής των κακών, αλλά και της κινηματογραφικής σωματοποίησης αυτών με γνώμονα τα διασκεδαστικά σχέδια ενός κεκαλυμμένου μεγαλομανούς. Υπάρχει παράλληλα μία μεγαλύτερη ιδέα αναφορικά με την επιστροφή των νεκρών και την συνέχιση της καθημερινότητάς τους σαν να μην πέθαναν ποτέ, που ενδεχομένως σε μια δεύτερη θέαση να εγείρει ζητήματα κοινωνικών προεκτάσεων, κατά τρόπο ανάλογο με την αλληγορική χρήση των ζόμπι του Ρομέρο για την κατάδειξη του σύγχρονου καπιταλιστικού / καταναλωτικού μοντέλου ζωής. Εδώ το «ξαναζήσιμο» των πολιτών συνεπάγεται την συνέχιση της ανενόχλητης μεν, ανελέητα βαρετής δε καθημερινότητάς τους σε μια πόλη όπου το πέρασμα ενός επισκέπτη θεωρείται η είδηση της εβδομάδας, με τους Σάσετ και Ο’Μπάνον ουσιαστικά να κριτικάρουν «με το γάντι» την επαρχιακή (και όχι μόνο) πραγματικότητα της αέναης επαναληψιμότητας: τι ζωντανός, τι νεκρός, είναι ένα και το αυτό.
Αν πιστεύεις ότι αποτελείς σκληροπυρηνικό fan των cult ταινιών τρόμου και ότι τα έχεις δει όλα, ίσως χρειαστεί να το ξανασκεφτείς, δεδομένου πως στην ταινία του Σέρμαν θα απολαύσεις τουλάχιστον τρεις φανταστικές horror σκηνές ανθολογίας, αποκαλύπτοντας για ακόμη μία φορά το μεγαλειώδες ταλέντο του βραβευμένου με τέσσερα Οσκαρ (!) Σταν Γουίνστον, ο οποίος εδώ δίνει ρεσιτάλ έμπνευσης και gore διάθεσης. Στα συν και οι εσκεμμένα «δεύτερες» ερμηνείες του πρωταγωνιστικού καστ και πιο συγκεκριμένα του Τζέιμς Φαρεντίνο στον ρόλο του σερίφη και κυρίως του Τζακ Άλμπερτσον σε ρόλο εργολάβου κηδειών με σκοτεινή agenda κι ένα ακόμη πιο σκοτεινό και αναπάντεχο τέλος που σίγουρα τον καθιστά έναν από τους πιο απρόσμενα αποτελεσματικούς villains εκείνης της δεκαετίας!