FreeCinema

Follow us

«Άνοδος: Η Ιστορία των Αντετοκούνμπο»: Brothers gonna work it out.


Το πρώτο μεγάλο χαρτί από τα originals του ελληνικού Disney+ για το εγχώριο κοινό είναι η βιογραφική ταινία «Rise», η οποία παρουσιάζει την πορεία της οικογένειας των Αντετοκούνμπο, από τον ερχομό του Τσαρλς και της Βερόνικα στη χώρα μας, τη γέννηση των παιδιών τους, την έφεσή τους προς το basket και την εκτόξευση της καριέρας του Γιάννη στο NBA.

Είναι ένα καλοσυνάτο έργο η «Άνοδος: Η Ιστορία των Αντετοκούνμπο» (Rise) και είναι επιπλέον ευχάριστο το γεγονός πως τα γυρίσματά του πραγματοποιήθηκαν σε πραγματικά αθηναϊκά locations, τα οποία κάλυψαν με «χαριτωμένο» τρόπο έως και τις υποχρεώσεις… άλλων πόλεων του κόσμου (θα το αναλύσω παρακάτω αυτό)! Επειδή το studio της Disney έχει μεγάλη παράδοση σε ταινίες αθλητικού περιεχομένου (που περιστρέφονται κυρίως γύρω από τα sports του American football και του baseball), περίμενα και τούτο εδώ το φιλμ να προσεγγίζει περισσότερο το συγκεκριμένο genre. Αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, η «στροφή» του περιεχομένου μιας τέτοιας ταινίας προς την κοινωνική πλευρά του αγώνα του Γιάννη Αντετοκούνμπο, να βοηθήσει την οικογένειά του να ορθοποδήσει, να ζήσει νόμιμα και με ανθρώπινα δικαιώματα, και να μείνει για πάντα ενωμένη, στην Ελλάδα ή οπουδήποτε αλλού θα τους έβγαζε η σταδιοδρομία αυτού του χαρισματικού παίκτη του basket, ο οποίος μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα κατόρθωσε να μετατραπεί σε κορυφαίο όνομα του πρωταθλήματος του NBA.

«Adetokunbo» (όπως είναι η σωστή γραφή του επωνύμου της οικογένειας), στη νιγηριανή γλώσσα των Γιορούμπα, σημαίνει « ο βασιλιάς επέστρεψε από τις μακρινές θάλασσες». Και το έργο κάπου κάνει μία κάποια σύνδεση των πολιτισμών της Αφρικής και της Ελλάδας, αιώνες πίσω, θέλοντας να προσδώσει δυναμική «κληρονομιάς» η οποία επρόκειτο ν’ ανεβάσει το άστρο του Γιάννη τόσο ψηλά, λες και ήταν γραμμένο του. Ο Τσαρλς και η Βερόνικα, πάντως, δεν έτυχαν τέτοιας τύχης… Εγκαταλείποντας ένα μωρό παιδί πίσω τους, μεταναστεύουν παράνομα από τη Νιγηρία το 1990, φτάνουν στην Κωνσταντινούπολη τον επόμενο χρόνο και από εκεί ονειρεύονται να φυγαδευτούν στην Ελλάδα, για να στεριώσουν με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής. Θα βρουν στέγη στα Σεπόλια, θα κάνουν παιδιά, ο Τσαρλς θα δουλεύει ευκαιριακά σε συγκομιδές μέχρι το Άργος, η Βερόνικα θα βγαίνει στους δρόμους ως πλανόδια μικροπωλήτρια, με κίνδυνο να συλληφθεί από τις Αρχές και ν’ απελαθεί. Και προσπαθώντας να βγάλουν τα χαρτιά για τη νόμιμη παραμονή τους στη χώρα, πόσω μάλλον από τη στιγμή που τα παιδιά τους γεννήθηκαν Έλληνες, πάντοτε θα σκαλώνουν στα γρανάζια της κρατικής γραφειοκρατίας που μάλλον σκοπίμως αποφεύγει να «χαρίζει» υπηκοότητες σε ανεπιθύμητους «ξένους»…

Γύρω στο εικοσάλεπτο της δράσης του «Rise», ο Θανάσης και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο θ’ ανακαλύψουν τη μπάλα του basket σ’ ένα γήπεδο ης γειτονιάς και θα δεχτούν μια πρόσκληση για να μπουν στο παιχνίδι, επισκεπτόμενοι τις εγκαταστάσεις του Φιλαθλητικού, στου Ζωγράφου. Η οικογένεια θα είναι διστακτική στο ξεκίνημα, ο πατέρας έχει θέσει αυστηρές αρχές σχετικά με την προτεραιότητα στη μάθηση για τα παιδιά του, η μάνα όμως θα δώσει τον «αέρα» για ν’ ακολουθήσουν αυτό το καινούργιο τους όνειρο. Ο αρχάριος Γιάννης δεν υπόσχεται κάτι το επιτυχημένο στο basket και η ομάδα τους θα βασιστεί περισσότερο στην πορεία εξέλιξης του Θανάση. Τα υπόλοιπα είναι πάνω-κάτω γνωστά, ειδικά στο ελληνικό κοινό…

Αν και το «Rise» προσπαθεί ν’ ακολουθήσει την απλοϊκή αφήγηση ενός παραμυθιού που θα μεταμορφώσει το φτωχόπαιδο σε «υπερήρωα», το κοινωνικό background της ταινίας είναι εκείνο που παίζει τον πιο ουσιαστικό ρόλο, τελικά, δίχως να κρύβει τις δυσκολίες διαβίωσης αυτών των ανθρώπων σε μια χώρα που σπανιότατα δίνει ευκαιρίες στα «λαϊκής» καταγωγής στρώματα, εδώ με το επιπλέον ζητούμενο της εχθρικότητας και του ρατσισμού απέναντι στους αλλοδαπούς ή εκείνους που «προκαλούν» με τη διαφορετικότητα στο χρώμα του δέρματός τους (το φιλμ περιλαμβάνει μέχρι και σκηνή ξενοφοβικής συγκέντρωσης «διαμαρτυρίας» μαυροφορεμένων τύπων, οι οποίοι παραπέμπουν στις ορδές των υποστηρικτών και ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής). Ο Νιγηριανός Ακίν Ομοτόσο σκηνοθετεί τις μπασκετικές σεκάνς δίχως επιδεικτικές «φιοριτούρες», μένοντας συνεπής στο ύφος μιας δραματικής βιογραφίας που δεν επιδιώκει να εκβιάσει το συναίσθημα με μελοδραματισμούς, αλλά να σταθεί δίπλα στην οικογένεια των Αντετοκούνμπο για να μας δώσει ένα αξιομνημόνευτο παράδειγμα… survivors, οι οποίοι πάτησαν γερά πάνω σε βάσεις ηθικής και αξιών με υποδειγματική ταπεινότητα.

Η παραγωγή αξιοποιεί με επιτυχία ουκ ολίγα locations γυρισμάτων σε διάφορα μέρη της Αττικής, καταφέρνοντας «με τρόπο» να πλασάρει την Αθήνα και σε ρόλο… Νιγηρίας, Κωνσταντινούπολης ή Νέας Υόρκης! Επειδή αγαπώ την «ανίχνευση» περιοχών σε εξωτερικά γυρίσματα, θα ξεχωρίσω τα δύο πιο… αστεία παραδείγματα απεικόνισης της «Νέας Υόρκης», με το Κέντρο Επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ να παριστάνει ένα… café στο Σέντραλ Παρκ ή μεγάλο ξενοδοχείο της πλατείας Συντάγματος να γίνεται το… The Westin της Times Square (βλέπε αμφότερες φωτό επάνω)! Ήταν στιγμές μεγάλου κεφιού, ομολογουμένως.

Το φινάλε είναι, φυσικά, προβλέψιμο και αρκούντως ανυψωτικό ψυχικά, με το «Rise» να λειτουργεί όμορφα στο πλαίσιο της σπιτικής οικογενειακής ψυχαγωγίας, για θεατές κάθε ηλικίας. Το φιλμ είναι διαθέσιμο αποκλειστικά μέσα από την πλατφόρμα του Disney+ και δεν θα προβληθεί στους ελληνικούς κινηματογράφους. Το ξεκαθαρίζω, διότι ερωτήθηκα πολλάκις γι’ αυτό.