FreeCinema

Follow us

ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΠΡΩΪΝΟ (2022)

(UN BEAU MATIN)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μία Χάνσεν-Λόβε
  • ΚΑΣΤ: Λέα Σεντού, Μελβίλ Πουπό, Πασκάλ Γκρεγκορί, Νικόλ Γκαρσιά, Σαρά Λε Πικάρ, Καμίγ Λεμπάν Μαρτέν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE

Έχοντας έναν σοβαρά άρρωστο πατέρα να φροντίσει και μία μικρή κόρη να μεγαλώσει, η Σαντρά έχει ξεχάσει τι θα πει ερωτική ζωή. Η τυχαία συνάντηση με παλιό της φίλο δείχνει να λειτουργεί σαν βάλσαμο για τον άδειο αισθηματικό της κόσμο, όμως, για τα προβλήματα υγείας, δυστυχώς, δεν προβλέπονται ανάλογα εύκολες λύσεις.

Έπειτα από το ατυχές γράμμα αγάπης στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με το περσινής διανομής «Νησί του Μπέργκμαν» (2021), η Μία Χάνσεν-Λόβε επιστρέφει στις (ατέλειωτες, όπως φαίνεται…) αυτοαναφορικές πηγές έμπνευσης που διέπουν το σύνολο σχεδόν της φιλμογραφίας της. Αν στο θαυμάσιο «Το Μέλλον» (2016) ασχολούνταν με το διαζύγιο των γονιών της, στρέφοντας το βλέμμα προς την πλευρά της μητέρας της, ενώ στο (απρόβλητο στη χώρα μας) μετριότατο «Eden» (2014) έριχνε μέσω του κεντρικού της ήρωα σαφείς ματιές προς τον DJ αδελφό της, με τούτο το «Όμορφο Πρωινό» καταπιάνεται με την ανίατη ασθένεια του πατέρα της, η οποία τον ταλαιπώρησε κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το τρις εξαμαρτείν ουκ Γαλλίδας auteur σοφής, με την Χάνσεν-Λόβε να πασχίζει να δώσει πνοή σ’ ένα ανώφελο στόρι, το οποίο ενδιαφέρει την ίδια πρωτίστως και ουχί τον θεατή.

Το έργο κινείται σε δύο βασικούς σεναριακούς άξονες βγαλμένους σε πολύ μεγάλο βαθμό μέσα από τη ζωή της δημιουργού, οι οποίοι ουδέποτε συναντιούνται, κάνοντας το νοσοκομειακό δράμα να μοιάζει σαν να έχει μπει με το ζόρι στο αισθηματικό (ή και το ανάποδο). Από τη μία έχουμε τη διερμηνέα στο επάγγελμα Σαντρά, η οποία μετά τον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της έχει αφοσιωθεί στην ανατροφή της μικρής της κόρης, ξεχνώντας πως είναι ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι, και από την άλλη την εκφυλιστική για το μυαλό και την όραση ασθένεια του πατέρα της, με τις παράλληλες προσπάθειες σύσσωμης της οικογένειας να βρει γι’ αυτόν την καλύτερη δυνατή φροντίδα και περίθαλψη. Η σχέση που πολύ γρήγορα συνάπτει με τον Κλεμέν δείχνει ιδιαίτερα παθιασμένη, πλην όμως ο γάμος του δεύτερου (όσο προβληματικός και να ισχυρίζεται πως είναι) αποτελεί εμπόδιο, θέτοντας εξαρχής το ερώτημα της τύχης που μπορεί να έχει η κοινή τους πορεία. Όσον αφορά στα σοβαρότατα θέματα υγείας που αντιμετωπίζει ο πατέρας της, η βοήθεια που η Σαντρά λαμβάνει από την μητέρα της (παρά το διαζύγιο, όπως… έχουμε εμπεδώσει από «Το Μέλλον») είναι αρκούντως σημαντική σε όλα τα επίπεδα.

Η εμπειρική θεμελίωση του καταστασιακού (το ψωμοτύρι του σινεμά της Χάνσεν-Λόβε) προσεγγίζεται εκ νέου μ’ ένα ύφος που φέρνει σε cinema vérité, με την auteur, εν τούτοις, ν’ αρκείται στην καταγραφή της καθημερινότητας των κεντρικών ηρώων, αγνοώντας πλήρως την έννοια της πλοκής. Ειλικρινά, αν ήταν τόσο απλό, τότε οι ζωές όλων μας θ’ αποτελούσαν εν δυνάμει υπέροχες κινηματογραφικές ταινίες! Τα πιθανά πεδία σύγκρουσης και κρίσης που θα δοκίμαζαν τους χαρακτήρες μένουν εντελώς στην αφάνεια, αφού η σύζυγος του Κλεμέν δεν υπάρχει καν ως ρόλος (!), η δε αμέριστη συμπαράσταση μητέρας κι αδελφών στον ιατρικό Γολγοθά που ανεβαίνει η Σαντρά εξαιτίας του άρρωστου πατέρα, αφαιρούν τα οποιαδήποτε προβλήματα που θα μπορούσε να της επιφέρει σε προσωπικό επίπεδο αυτή η επίπονη διαδικασία. Το άκρως intellectuel πλαίσιο του φιλμ (αμφότεροι οι γονείς ήταν καθηγητές φιλοσοφίας, η Σαντρά ομιλεί τρεις γλώσσες, ο Κλεμέν είναι επιστήμονας), μαζί με τους περίπατους στα πάρκα του όμορφου Παρισιού, τους τόμους λογοτεχνικών συγγραμμάτων και, φυσικά, τα αισθηματικά μπερδέματα, δίνουν έναν ολοκληρωτικά… γαλλικό (όχι με την καλή έννοια) τόνο στο φιλμ, σε σημείο που μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως και να μην ήταν αυτό το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσε η Χάνσεν-Λόβε, άπαξ κι ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία, σ’ ένα τέτοιο πεδίο θα κινούνταν οι προβληματισμοί της (Γαλλίδα, γαρ…).

Η ειρωνεία που φαίνεται να κρύβεται από το γεγονός πως ενώ για τη Σαντρά μια αγάπη γεννιέται, την ίδια ώρα μια πολυαγαπημένη της ζωή χάνεται, αναζητείται σε ένα θεωρητικό επίπεδο, σε αντίθεση με τη συνήθη γοητεία της Λεά Σεντού που δηλώνει ξανά παρούσα (σε κοντοκουρεμένη εκδοχή, συμβολίζοντας ίσως την απώλεια της θηλυκότητας του χαρακτήρα της), χαραμίζοντας για μία ακόμη φορά εσχάτως το ταλέντο της σε ανούσια, «καλλιτεχνικού» τύπου εγχειρήματα. Οι έννοιες του αισθηματικού αδιεξόδου, του οικογενειακού δεσίματος, της θνητότητας και της γονικής απώλειας, περιγράφονται με έναν άοσμο και τόσο επαναλαμβανόμενο τρόπο που ουδεμία αίσθηση προκαλούν (πέραν ίσως της θυμηδίας για τις συνεχείς από κλινική σε κλινική μετακινήσεις του άρρωστου Γκεόργκ), το δε «αστείο» που αφορά στην ακριβή φύση της δουλειάς του Κλεμέν, αν για κάτι διακρίνεται είναι για τον αριθμό των περιπτώσεων που ακούγεται. Ο τρυφερός τρόπος με τον οποίο η Σαντρά φροντίζει την κόρη της, συναρτήσει των ερωτικών της περιπτύξεων, θυμίζει κάπως σε ύφος το «Αμάντα» (2018), αλλά εκείνο διαχειριζόταν το θέμα της απώλειας (ειδικά) μ’ έναν εύστοχο, συγκινητικό τρόπο. Εδώ η συγκίνηση δεν παίζει ως ζητούμενο, σε αντίθεση με τις πάμπολλες ημίγυμνες (ή και ολόγυμνες) συζητήσεις της Σαντρά με τον Κλεμέν στο κρεβάτι. Εκεί ακούγεται και η ατάκα «Πως μπορούσε ένα σώμα σαν το δικό σου να έχει μείνει κοιμισμένο για τόσο καιρό;»! Πρόκειται, ομολογουμένως, για την μοναδική στιγμή που το σενάριο της Χάνσεν-Λόβε ξεφεύγει από τα αυστηρά όρια του vérité. Διότι, ποιος στ’ αλήθεια μιλά έτσι;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μία από τις βασικές μου ενστάσεις για το γαλλικό δράμα της… προηγούμενης εβδομάδας, το «Αγάπη και Μίσος», ήταν πως το σενάριό του άγγιζε το εξωπραγματικό. Το γεγονός πως το «Όμορφο Πρωινό» είναι αληθινό όσο δεν πάει, δεν το κάνει αυτόματα και καλή ταινία. Διαθέτει μια ευγένεια κι ένα ύφος που απέχει παρασάγγας από τις εξαλλοσύνες του σύγχρονου γαλλόφωνου σινεμά, όμως, δεν τυγχάνει να διαθέτει και μία ιστορία που κινείται σε νορμάλ αφηγηματική γραμμή. Όταν μιλάμε για κινηματογράφο, όσο να ‘ναι, κάποτε χρειάζεται κι αυτό.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΧΩΡΙΣ ΟΞΥΓΟΝΟ

Στο Μπρούκλιν του 2039, με τη ζωή να έχει σχεδόν εξαφανιστεί εξαιτίας της απώλειας οξυγόνου, μια οικογένεια επιστημόνων έχει βρει τη βιώσιμη λύση να αναπνέει… εντός της οικίας της, για να γίνει στόχος απρόσκλητων επισκεπτών που ή ζητούν τη βοήθειά της για ν’ αναπαράγουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό της ή επιδιώκουν να πάρουν τη θέση της.

ΑΜΠΙΓΚΕΪΛ

Ασύνδετη ομάδα παρανόμων απάγει ανήλικη μπαλαρίνα, με τη φήμη ότι πρόκειται για την κόρη ζάμπλουτου ο οποίος θα δώσει ασυζητητί το τεράστιο ποσό των λύτρων που θα του ζητηθεί. Η μικρή Άμπιγκεϊλ, όμως, δεν είναι ένα κοινό, απροστάτευτο κοριτσάκι…