FreeCinema

Follow us

Ο ΚΑΚΟΣ ΜΠΕΛΑΣ (1973)

(L'EMMERDEUR)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Εντουάρ Μολιναρό
  • ΚΑΣΤ: Λίνο Βεντούρα, Ζακ Μπρελ, Νίνο Καστελνουόβο, Καρολίν Σελιέ, Ζαν-Πιερ Νταράς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 85'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE

Πληρωμένος δολοφόνος πιάνει δωμάτιο ξενοδοχείου έναντι δικαστικού μεγάρου, προκειμένου να καθαρίσει μάρτυρα που ετοιμάζεται να κελαηδήσει. Ο αυτοκτονικός γείτονάς του, όμως, τού κάνει τη ζωή κόλαση.

Ο Εντουάρ Μολιναρό ξεκίνησε τη σκηνοθετική του καριέρα γυρίζοντας μια σειρά αστυνομικών με ροπή προς το νουάρ ταινιών (το ντεμπούτο του από τα 1958, «Ο Δολοφόνος Δεν Είμαι Εγώ», αποτελεί ένα έξοχο δείγμα του είδους), για να γνωρίσει επιτυχία και αναγνωρισιμότητα μεταπηδώντας από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60 στο είδος της λαϊκής κωμωδίας (με ροπή προς τη φάρσα, πλέον), με βασικό του πρωταγωνιστή τον Λουί ντε Φινές. Η πιο διάσημη και σίγουρα κορυφαία ταινία του από τη δεύτερη φάση της καριέρας του, ασφαλώς και είναι το «Κλουβί με τις Τρελές» (1978). Τούτος ο «Κακός Μπελάς» αποτελεί μία από τις πολλές μεγάλες επιτυχίες του στο γαλλικό box-office των ΄70s, εν τούτοις, στις μέρες μας είναι παντελώς ξεχασμένος, κάνοντας την επανέκδοσή του τουλάχιστον αξιοπερίεργη.

Ο Λίνο Βεντούρα υποδύεται τον Ραλφ Μιλάν, έναν hitman ο οποίος έχει αναλάβει να καθαρίσει την μπουγάδα των αποτυχιών των… συναδέλφων του, βγάζοντας από τη μέση «ενοχλητικό» μάρτυρα σε δίκη που άπτεται τεραστίων οικονομικών σκανδάλων. Ο Ζακ Μπρελ υποδύεται τον Λουίς Πινιόν, έναν πωλητή υποκαμίσων, ο οποίος περνά μια πολύ δύσκολη φάση στη ζωή του, εξαιτίας της εγκατάλειψής του από τη σύζυγό του. Οι δρόμοι των δύο θα διασταυρωθούν όταν πιάσουν γειτονικά δωμάτια στο ίδιο ξενοδοχείο της πόλης του Μονπελιέ, ο πρώτος με σκοπό να «την ανάψει» στο στόχο του, ο δεύτερος για να αυτοκτονήσει, απογοητευμένος από την απροθυμία της πρώην του, έστω να συναντηθούν.

Ακολουθώντας τους κώδικες της κωμωδίας παρεξηγήσεων, ο Μολιναρό προσθέτει στο προσαρμοσμένο από θεατρικό έργο σενάριο του Φρανσίς Βεμπέρ (ο έτερος πυλώνας της λαϊκής γαλλικής κωμωδίας της εποχής) μια έντονη buddy διάσταση. Οι βασικοί ήρωες του «Κακού Μπελά» είναι δύο ολοκληρωτικά αντίθετοι χαρακτήρες, τους οποίους η μοίρα έφερε να μπλέξουν ο ένας με τον άλλον. Ο μεν Μιλάν είναι σκληρός και λιγομίλητος, ο δε Πινιόν ευαίσθητος και πολυλογάς. Αμφότεροι είναι απολύτως σοβαροί στις προθέσεις τους, κάτι που συνολικά λειτουργεί ευεργετικά για το κωμικό στοιχείο του φιλμ. Ο δύσμοιρος Πινιόν θεωρεί πως στο πρόσωπο του ευγενικού του γείτονα βρήκε έναν καλό φίλο, ο οποίος θα τον βοηθήσει ν’ αποκαταστήσει τη σχέση του με τη σύζυγό του, δίχως να περνά ποτέ από το μυαλό του πως αυτός δεν θέλει παρά να τον ξεφορτωθεί, μπας και καταφέρει επιτέλους να στήσει το όπλο του στο παράθυρο του δωματίου του.

Αν και ταινία ενός ουσιαστικά αστείου και με πλοκή που λαμβάνει χώρα κατά κύριο λόγο εντός του ξενοδοχείου, ο «Κακός Μπελάς» καταφέρνει να τη σκαπουλάρει από τις κλασικές παγίδες θεατρικότητας κι επανάληψης. Λάθη επί λαθών που οδηγούν σε σερί παρεξηγήσεων με Αστυνομία και ψυχιάτρους, καθιστούν τους δύο κατ’ ανάγκη «φίλους» σε όμηρους των εκατέρωθεν προθέσεων, σ’ έναν ατέρμονο φαύλο κύκλο. Από τις αμέτρητες φορές που ο Μιλάν κλειδώνει τη βαλίτσα στην ντουλάπα του, μέχρι τα ατελείωτα αυτοκινητικά πηγαινέλα από το κέντρο του Μονπελιέ στα περίχωρα, η ζωές των δυο τους τις ίδιες βόλτες κάνουν. Ενίοτε υπάρχουν στη διαδρομή εκπλήξεις, εξαιτίας των οποίων ενδέχεται να σου φορέσουν ακόμα και… ζουρλομανδύα, καθώς η επιδιωκόμενη γαλήνη δεν μπορεί να προκύψει ποτέ και πουθενά.

Οι Βεντούρα και Μπρελ υπηρετούν πειστικά τους ρόλους τους, με τον πρώτο να μην κάνει επί της ουσίας τίποτα το διαφορετικό απ’ αυτό που συνήθως έπραττε στη φιλμογραφία του, όμως, παραδόξως η σκληράδα που αποπνέει εδώ μοιάζει ν’ αποτελεί μέρος ενός καλοκουρδισμένου κωμικού timing. Ο Μπρελ, από την άλλη, αν και δεν ήταν πρωτίστως ηθοποιός (αριστουργηματικά τραγούδια έγραφε, βασικά), πλάθει με άνεση μια αξιολύπητα καταθλιπτική φιγούρα, που άθελά του σπέρνει την καταστροφή στους γύρω του. Πρόκειται για έναν πρώτης τάξεως… σπασαρχίδα (όπως θα μπορούσε ν’ αποδοθεί σε ελεύθερη μετάφραση ο πρωτότυπος γαλλικός τίτλος), του οποίου η αυτοκτονική πράξη απελπισίας κάπου σε κάνει να θέλεις να στρέψεις το όπλο στον εαυτό σου, μήπως και γλιτώσεις από δαύτον!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Κάτι σαν προπομπός της… σύγχρονης γαλλικουργιάς, με τη διαφορά όττι εδώ υπάρχει γνώση του είδους της φαρσοκωμωδίας, τόσο από σκηνοθετικής, όσο και από σεναριακής άποψης. Φυσικά, δεν πρόκειται για κάποια κλασική δημιουργία του είδους, όμως, «κάτι» είχε ώστε να κάνει τον Μπίλι Γουάιλντερ να γυρίσει το remake της στα 1981, με τίτλο «Τα Φιλαράκια» (πιο γνωστή ως «Buddy Buddy»). Τούτη είναι ανώτερη της μετριότατης (αν και πιο διάσημης) version του Γουάιλντερ. Για όσους απαξιώνουν το είδος, ν’ αναφέρω πως χρέη διευθυντή φωτογραφίας στον «Κακό Μπελά» εκτελεί ο Ραούλ Κουτάρ, στη φιλμογραφία του οποίου φιγουράρουν μερικές από τις πιο κλασικές ταινίες της nouvelle vague.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.