ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ (1965)
(REPULSION)
- ΕΙΔΟΣ: Ψυχολογικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρομάν Πολάνσκι
- ΚΑΣΤ: Κατρίν Ντενέβ, Ίαν Χέντρι, Τζον Φρέιζερ, Ιβόν Φιουρνό
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE
Η Κάρολ, μια υπερευαίσθητη νεαρή κοπέλα που δουλεύει σε ινστιτούτο αισθητικής και συγκατοικεί με την αδελφή της σ’ ένα λονδρέζικο διαμέρισμα, απομονώνεται σταδιακά από τον κοινωνικό περίγυρο, εξαιτίας της αποστροφής της προς τους άνδρες και το σεξ. Ο διαρκώς αυξανόμενος εγκλεισμός της, όμως, θα την βυθίζει όλο και περισσότερο στην παράνοια.
Έχοντας στα μπαγκάζια του την παγκόσμια αναγνώριση με το «Μαχαίρι στο Νερό» (1962), ο Ρομάν Πολάνσκι εγκαταλείπει την πατρίδα Πολωνία (αλλά και τη Γαλλία, θεωρώντας πως δεν μπορεί να εργαστεί εκεί λόγω… ξενοφοβικού κλίματος!) και εγκαθίσταται στο πιο φιλόξενο Λονδίνο, όπου γυρίζει την πρώτη του αγγλόφωνη ταινία, την «Αποστροφή». Βρισκόμαστε στα 1965, ένα χρόνο πριν ο Μικελάντζελο Αντονιόνι αποθεώσει τη «swinging» διάθεση σεξουαλικής απελευθέρωσης της βρετανικής πρωτεύουσας με το «Blow–Up». Στον αντίποδα εκείνου του φιλμ, εδώ συναντάμε έναν ψυχολογικά τρομοκρατημένο «τουρίστα» που δεν αντιλαμβάνεται ακόμη το ρεύμα της εποχής και αναμετράται με δικούς του δαίμονες κι εφιάλτες, μετατρέποντας τον κόσμο της ηρωίδας σε ένα εσωτερικό τοπίο σήψης που καταρρέει μαζί με τα λογικά της, για να εγκαινιάσει μια εξαιρετική τριλογία εγκλεισμού που φλέρταρε αναπάντεχα δημιουργικά με τον τρόμο (ακολούθησε «Το Μωρό της Ρόζμαρι» του 1968 και «Ο Ένοικος» του 1976).
Με ιδανική ερμηνεύτρια την Κατρίν Ντενέβ, η οποία συνδυάζει την αδιανόητη ομορφιά μαζί με την ψυχρότητα του απρόσιτου χωρίς καν να το προσπαθεί, ο Πολάνσκι μας μετατρέπει σε ηδονοβλεψίες μιας (φαινομενικά) διαταραγμένης προσωπικότητας που αποστρέφεται οτιδήποτε έχει να κάνει με το σεξ, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι τα φυσικά της χαρίσματα έλκουν με το παραμικρό τον ανδρικό πληθυσμό. Αρκεί και που περπατά στο δρόμο, δίχως ίχνος πρόκλησης, για να εισπράξει «πειράγματα» (ενίοτε αισχρά σεξιστικά) από τα αρσενικά που σχεδόν τη γδύνουν με το βλέμμα τους. Το «αγόρι της», που επιθυμεί να το προχωρήσουν σε κανονική σχέση, τρώει συνεχώς άκυρο και η Κάρολ αισθάνεται ασφαλής μονάχα όταν μπαίνει στο διαμέρισμα που μοιράζεται με την αδελφή της, η οποία έχει μια «περιπέτεια» μ’ έναν παντρεμένο άνδρα, κάτι που φυσικά δεν επικροτεί και δυσαρεστείται σφόδρα όταν τον βλέπει να κυκλοφορεί εντός του «κρησφύγετού» της.
Ένα ταξίδι αναψυχής της αδελφής της και του εραστή της θα επιτρέψει στην Κάρολ ν’ αναζητήσει λίγη ηρεμία, όμως, τις νύχτες το περιβάλλον του σπιτιού δείχνει ν’ αποκτά… ζωή και σταδιακά να στρέφεται εναντίον της, σχεδόν κακοποιητικά! Η μανία καταδίωξης της ηρωίδας παίρνει ανεξέλεγκτη τροπή, για να εκτονωθεί βίαια και δολοφονικά προς κάθε αρσενικό που θα επιχειρήσει να εισέλθει στο δικό της έδαφος, με την «Αποστροφή» ν’ αποκτά τα χαρακτηριστικά ταινίας τρόμου, δίχως όμως κανένα από τα στερεότυπα του είδους. Μονάχα οι εσωτερικές φωτοσκιάσεις εμπνέουν το φόβο (σπουδαία η δουλειά του Γκίλμπερτ Τέιλορ σε απειλητικό και αφιλόξενο μαυρόασπρο), δίπλα στο απόλυτα κόντρα στοιχείο του jazz score που υπογράφει ο φημισμένος ντράμερ Τσίκο Χάμιλτον.
Θα μπορούσε ν’ αποτελεί ένα τεράστιο και μυστηριώδες αίνιγμα τούτη η ταινία του Πολάνσκι, που δοκιμάζει τον ψυχισμό του θεατή και τη στάση κρίσης του απέναντι στην κεντρική ηρωίδα. Για τους πιο παρατηρητικούς ή εκείνους που «διαβάζουν» ένα έργο (και) πέρα από τις εικόνες του, όλες οι απαντήσεις βρίσκονται εκεί, στην κατάληξη του τελευταίου πλάνου του φιλμ, το οποίο ιδιοφυώς «ψυχαναλύει» την προσωπικότητα της Κάρολ, βγάζει από το μυαλό μας την ιδέα ενός «αρρωστημένου» πλάσματος και φανερώνει (ή σίγουρα υπονοεί) το κρυφό της τραύμα. Εκεί ακριβώς είναι που η «Αποστροφή» συναντά τον αληθινό τρόμο.