FreeCinema

Follow us

SPENCER (2021)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα (όπως και να το δεις…)
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πάμπλο Λαραΐν
  • ΚΑΣΤ: Κρίστεν Στιούαρτ, Τίμοθι Σπολ, Σάλι Χόκινς, Τζακ Νίλεν, Φρέντι Σπράι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 117'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Τα Χριστούγεννα του 1991, η πριγκίπισσα Νταϊάνα βιώνει υπαρξιακή κρίση και νιώθει πως δεν ανήκει στη βασιλική οικογένεια, η οποία ακολουθεί (σαν από υποχρέωση κι αυτή) όλα τα τυπικά έθιμα των εορτών στην Οικία Σάντρινγκχαμ, στο Νόρφολκ.

Μπορεί και να μην αρέσκομαι σε αυτό το είδος σινεμά. Από πότε, όμως, ένα φιλμικό κατασκεύασμα που δεν νοιάζεται με κανέναν τρόπο ν’ αφηγηθεί μια ιστορία, τολμά και αποκαλείται σινεμά; Την είχα ξαναπατήσει με την άλλη «βιογραφία» του για την «Jackie» Κένεντι (2016), αλλά εκεί δεν θέλησα να γράψω κάτι (και σαφώς διαφωνώ με την κριτική που ανεβάσαμε στο FREE CINEMA), καθώς δεν κατόρθωσα να παρακολουθήσω ολόκληρο το φιλμ. Δεν άντεξα (την κακουχία)! Από τα ανάλογα «πειράματα» του Πάμπλο Λαραΐν, εκτιμώ μονάχα το «Νερούδα» (2016), το οποίο ίσως «του βγήκε» διότι μιλούσε για κάτι που έχει στο αίμα του, έναν βαθύτερο καημό που ταυτιζόταν ιδανικά με το παρελθόν της πατρίδας του, της Χιλής. Βλέποντας το «Spencer», με (υποτιθέμενο) θέμα ακόμη ένα ιστορικό πρόσωπο, απορούσα για το μέχρι που μπορεί να φτάσει αυτός ο… βιασμός του genre του βιογραφικού δράματος; Και, αν μη τι άλλο, τι απέγινε ο δημιουργός του εξαιρετικού «Tony Manero» (2008), το οποίο ηλιθιωδώς δεν απέκτησε ποτέ κινηματογραφική διανομή στη χώρα μας.

Η εισαγωγή του «Spencer» μας ενημερώνει ότι αυτό που πρόκειται να δούμε αποτελεί «ένα παραμύθι (βγαλμένο) από μια αληθινή τραγωδία». Η αποπροσανατολισμένη πριγκίπισσα Νταϊάνα οδηγεί μόνη, δίχως καμία συνοδεία ασφαλείας, ένα πανάκριβο αμάξι στην αγγλική ύπαιθρο. Έχει χαθεί. Έχει χάσει το δρόμο της. Τόσο… παιδιάστικη είναι η αλληγορία τούτης της ταινίας! Παράλληλα, στρατός και προσωπικό… κουζίνας, κουβαλούν την πρώτη ύλη κι οργανώνονται για τα εδέσματα και τα γιορταστικά τραπέζια των Χριστουγέννων με πειθαρχία που παραπέμπει σε… πτώση δημοκρατικού πολιτεύματος! Η Νταϊάνα καταφθάνει στην περίφημη Οικία Σάντρινγκχαμ (σε μια έκταση 80.000 στρεμμάτων), επικοινωνεί κυρίως με τα παιδιά της, ανοίγει διάλογο με ένα jacket το οποίο έχει αποσπάσει από ένα… σκιάχτρο (φαντασιώνοντας την παρουσία του πατέρα της), κάνει ολόκληρη σκηνή για ένα μαργαριταρένιο κολιέ και για ένα ημίωρο τουλάχιστον το φιλμ αγνοεί την ύπαρξη της εξέλιξης κάποιας πλοκής, εμφανώς πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων κάθε έννοια του ρόλου της ιστορίας ως βάσης της κινηματογραφικής δομής. Εάν βρίσκεσαι ήδη εντός (όχι του έργου, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ!), ένα πελώριο «Δύσκολα θα το περάσουμε το δίωρο…» αντηχεί στο βάθος του μυαλού σου.

Ο Λαραΐν δεν κάνει τίποτε άλλο από το να παρακολουθεί την Νταϊάνα ενώ απέχει από τα δρώμενα, τα τελετουργικά κι εθιμοτυπικά του ρόλου της. Η Νταϊάνα του είναι απούσα. Ταυτόχρονα, όμως, κάνει το λάθος να μην αντικαθιστά αυτή την κατάσταση με μια κάποια αντι-δράση – πρόταση, ώστε να προσδώσει ουσιαστικό βάρος και οντότητα στην ηρωίδα του. Έτσι, παραδόξως, σκηνοθετεί μία… απούσα ταινία! Θα τολμούσα να προσθέσω ότι το «Spencer» μπορεί να ιδωθεί μονάχα ως ένα φιλμικό δοκίμιο / άσκηση επάνω στην αλόγιστη… σπατάλη χρημάτων μιας κινηματογραφικής παραγωγής που έχει στήσει τα σκηνικά της επάνω σε έναν βάλτο (ή κινούμενη άμμο, διαλέγεις αυτό που θα… «καταπιεί» την ταινία γρηγορότερα).

Η Κρίστεν Στιούαρτ, ενώ προσπαθεί να πλάσει μια προσωπικότητα για να δείξει ότι υποδύεται έναν κανονικό, αληθινό άνθρωπο, καταλήγει να δημιουργεί το πορτρέτο μιας διαταραγμένης ύπαρξης, που σίγουρα απέχει από τη διψασμένη για ζωή (και φυγή) Νταϊάνα (η εξωσυζυγική της δραστηριότητα μπορεί να πιστοποιήσει ένα τέτοιο σκεπτικό). Δεν είναι μία κακή ρμηνεία, όμως, πρόκειται περί σαφούς περίπτωσης miscast, καθώς δείχνει πάντοτε σαν ένα μικρό κοριτσάκι που (και οπτικά) περισσότερο ταιριάζει με τα (φιλμικά) ανήλικα τέκνα της Νταϊάνα. Επίσης, η (προφανώς σκηνοθετική καθοδήγηση) να μιλά σχεδόν ψιθυριστά, καταντά εκνευριστική, ειδικά όταν αισθάνεσαι ότι και άλλοι ηθοποιοί από το καστ την ακολουθούν.

Υπάρχει και μια αναφορά – «ταύτιση» της ηρωίδας με την Άννα Μπολέιν, την δεύτερη σύζυγο του Ερρίκου Η΄ της Αγγλίας, με την βασιλική της θητεία να διαρκεί μόλις τρία χρόνια, καθώς το γεγονός βύθισε τη χώρα σε μια ταραγμένη περίοδο. Ας το αφήσουμε έτσι καλύτερα κι ας μην επεκταθώ, διότι τέτοια καραγκιοζιλίκια «ευρημάτων» αφορούν μονάχα τα ρεντίκολα που υμνούν τέτοιες ταινίες σε φεστιβαλικές διοργανώσεις. Ας ολοκληρώσω με την επιπλέον πληροφορία ότι η Νταϊάνα στο φιλμ ομιλεί και με έναν φασιανό.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Δικά σας είναι τα λεφτά, μπορείτε και να τα κάψετε. Μόνο μην αρχίζετε να πατάτε καθίσματα προς την οθόνη, στα θερινά σινεμά είναι και (πιο) εύκολο. Σίγουρα δεν είναι το έκτρωμα της βιογραφικής «Diana» (2013), αν κι εκείνο (τουλάχιστον) μπορούσες να το αποκαλέσεις ταινία. Το ποιο είναι το χειρότερο από τα δύο φιλμ, είναι εντελώς υποκειμενική άποψη. Εγώ εδώ, πάντως, βασανίστηκα.


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.