FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΚΕΝΤΡΙ (1973)

(THE STING)

  • ΕΙΔΟΣ: Γκανγκστερικό Δράμα Παρανομίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζορτζ Ρόι Χιλ
  • ΚΑΣΤ: Πολ Νιούμαν, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Ρόμπερτ Σο, Ρόμπερτ Ερλ Τζόουνς, Τσαρλς Ντέρνινγκ, Αϊλίν Μπρέναν, Ντέινα Έλκαρ, Ρέι Γουόλστον
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 129'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TULIP

Μικροαπατεώνας ο οποίος επιθυμεί να εκδικηθεί το θάνατο φίλου του, συνεργάζεται με άσσο των μεγάλων σαλονιών της απάτης, υφαίνοντας από κοινού περίτεχνο σχέδιο εξαπάτησης διαβόητου αρχιμαφιόζου.

Τέσσερα χρόνια έπειτα από τον εμπορικό και οσκαρικό θρίαμβο του γουέστερν «Οι Δύο Ληστές» (1969), το… τρίδυμο των Τζορτζ Ρόι Χιλ, Πολ Νιούμαν και Ρόμπερτ Ρέντφορντ ενώθηκε και πάλι, διαβλέποντας στο δια χειρός Ντέιβιντ Γουόρντ σενάριο ιπποδρομιακής κομπίνας και απάτης εν καιρώ Μεγάλης Ύφεσης, το κατάλληλο όχημα που θα τους επέτρεπε να διατηρήσουν το μέγεθος επιτυχίας της πρώτης τους φοράς. Στο τελικό ταμείο της σύγκρισης, βέβαια, «Το Κεντρί» σημείωσε ακόμη μεγαλύτερο θρίαμβο από τον προκάτοχό του, «διαλύοντας» το box-office της χρονιάς εκείνης και κερδίζοντας επτά βραβεία Όσκαρ (από συνολικά δέκα υποψηφιότητες), μεταξύ των οποίων κι εκείνο της καλύτερης ταινίας (για την Ιστορία, αναφέρω τις υπόλοιπες τέσσερις συνυποψήφιες κι ελάτε… να κλάψουμε μαζί: «American Graffiti», «Κραυγές και Ψίθυροι», «Ο Εξορκιστής» και «Απιστία με Αξιοπρέπεια» – με το τελευταίο ν’ αποτελεί προσωπική μου αδυναμία).

Η δύναμη του πρωταγωνιστικού διδύμου των Νιούμαν και Ρέντφορντ ήταν τέτοια που κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως σε ό,τι και να έπαιζαν τότε θα σημείωνε μέγα σουξέ! Επειδή, όμως, έχουμε δει δεκάδες φορές μεγάλους star να τρώνε τα μούτρα τους σε ταινίες που αποδεικνύονται κατώτερες των προσδοκιών, θεωρώ πως πέρα από τη παρουσία τους, το μεγαλύτερο μερίδιο στην επιτυχία του «Κεντριού» ανήκει στο άκρως ευρηματικό του σενάριο. Ο σχεδόν πρωτάρης και νεότατος τότε Ντέιβιντ Γουόρντ (ο οποίος, με εξαίρεση τη συμμετοχή του στη συγγραφική ομάδα του «Άγρυπνος στο Σιάτλ», είχε πέραν τούτου μάλλον ασήμαντη καριέρα), σκαρφίστηκε ένα σενάριο – μάθημα ψυχαγωγικής αφήγησης, όπου μέσω των διαρκών ανατροπών του υποβάλει το κοινό στη διαδικασία συμμετοχής στα δρώμενα, περιβάλλοντας ταυτόχρονα με φροντίδα τους βασικούς ήρωες και ισορροπώντας με μαεστρία ανάμεσα στο δράμα και την ελαφριά κωμωδία.

Ο Ρέντφορντ υποδύεται τον Τζόνι Χούκερ έναν απατεώνα της εύκολης, «μικρής» κομπίνας, ο μέντορας του οποίου δολοφονείται εξαιτίας του τελευταίου τους κόλπου, που (εν αγνοία τους) ως θύμα του είχε τον gangster Ντόιλ Λόνεγκαν. Φέρνοντάς το βαρέως κι αναζητώντας εκδίκηση ένεκα τύψεων, ο Τζόνι ξετρυπώνει τον Χένρι Γκόντορφ, μια «δόξα» της απάτης από το παρελθόν, που όπως φαίνεται έχει αφήσει οριστικά πίσω του τον κόσμο της παρανομίας. Με τα πολλά τον πείθει για το… ευγενές των προθέσεών του, αποφασίζοντας να ρίξουν εις βάρος του Λόνεγκαν τη μεγάλη ζαριά του σπάνιου κόλπου στημένου ιπποδρομιακού τζογαρίσματος, γνωστό στην πιάτσα ως «The Wire». Φτιάχνουν ομάδα από σπουδαίους αετονύχηδες, προσεταιρίζονται με σπουδαία τέχνη τον μίστερ Λόνεγκαν (η σεκάνς όπου ένας δήθεν μεθυσμένος Νιούμαν παίζει πόκερ με τον Ρόμπερτ Σο, αποτελεί σκέτη απόλαυση) και μεθοδικά ετοιμάζουν το «Κεντρί» τους, ώστε να τσιμπήσουν άγρια την τσέπη του επίδοξου θύματός τους. Ο τελευταίος, όμως, δεν είναι κανένα κορόιδο για να κάτσει να την πατήσει από δύο κομπιναδόρους της σειράς.

Η démodé διάθεση του φιλμ ενισχύεται από τον διαχωρισμό της αφήγησης σε επιμέρους κεφάλαια, όπου η διαρκής επανάληψη της classic ragtime μελωδίας «The Entertainer» του Σκοτ Τζόπλιν (διασκευασμένης από τον Μάρβιν Χάμλις), σφηνώνεται στο μυαλό, κάνοντας τη μετάβαση από το στήσιμο της κομπίνας μέχρι την εκτέλεσή της, να έρχεται με τρόπο αβίαστο ωσάν ν’ αποτελεί μέρος ενός κάποιου παιχνιδιού! Από κοντά στο old fashioned κλίμα που αναδύει το φιλμ, στέκουν τα καταπληκτικά κοστούμια της Ίντιθ Χεντ για τα οποία κέρδισε το όγδοο και τελευταίο Όσκαρ της καριέρας της, γεγονός που την έκανε με σαρκασμό να δηλώσει πως όχι μόνο είχε την τύχη να ντύσει τους δύο πιο όμορφους άνδρες του κόσμου, αλλά τιμήθηκε γι’ αυτό και με βραβείο. Γενικά, το production value της ταινίας είναι εξαιρετικό, χαρίζοντας απλόχερα στουντιακή φροντίδα που θυμίζει κλασικό Χόλιγουντ, φέρνοντας παράλληλα στο νου (λόγω κλίματος εποχής και γκανγκστερικού υπόβαθρου) το «Μπόνι και Κλάιντ» (1967), με τη διαφορά πως τούτο δεν διαθέτει τον κάπως «ελεύθερο» ρυθμό αφήγησης εκείνου, παρά επιλέγει να διηγηθεί το στόρι μ’ έναν σαφή και γρήγορο από πλευράς ρυθμού τρόπο. Καταφέρνει, δε, να μην αφήσει απολύτως κανένα κενό περί της άκρως περίπλοκης απάτης που το δίδυμο των Χένρι και Τζόνι σκαρφίζεται, ακόμα και για τους (πολλούς υποθέτω) θεατές οι οποίοι δεν γνωρίζουν τίποτα για τις ιπποδρομίες και τα ανάλογα στοιχήματα κατάταξης αλόγων. Αξιοθαύμαστος είναι και ο τρόπος χειρισμού του πολυπληθούς καστ, αφού ουδείς εκ των χαρακτήρων μένει άνευ ανάπτυξης, συμβάλλοντας στη συνοχή που το φιλμ διατηρεί με τρόπο ακέραιο από το πρώτο μέχρι το τελευταίο του λεπτό. Από μια άλλη άποψη, είναι κρίμα που οι Νιούμαν και Ρέντφορντ δεν δοκίμασαν μια τρίτη συνεργασία στα χρόνια που ακολούθησαν, αλλά όπως… εξ ιδίας πείρας ίσως γνώριζαν, όταν κυνηγάς το tricast, μένεις καμιά φορά με το πλασάρισμα! Ως εκ τούτου, δύο και καλές.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Άκρως ψυχαγωγικό σινεμά που συνδυάζει γοητευτικά «εμπορικότητα» και «ποιότητα», με έναν τρόπο που τα παλαιότερα χρόνια το Χόλιγουντ πετύχαινε με χαρακτηριστική άνεση. Δεν αποτελεί κάποιο αξεπέραστο αριστούργημα της κινηματογραφικής Τέχνης, αλλά… ρε γαμώτο, δεν γυρίζονται πλέον τέτοιες ταινίες. Για θερινό σινεμά, δε, το οποίο (με κάθε σεβασμό) τείνει να γίνει συνώνυμο του Μπέργκμαν και του Γκοντάρ, αποτελεί δελεαστικότατη πρόταση, για όλες τις ηλικίες και όλα τα γούστα.


MORE REVIEWS

ΑΓΡΙΑ ΦΥΣΗ

Ολιγοήμερο ταξίδι εταιρικού bonding σε απομονωμένο hiking retreat αυστραλέζικου εθνικού πάρκου καταλήγει σε θρίλερ, με την εξαφάνιση μιας γυναίκας η οποία (διόλου συμπτωματικά;) λειτουργούσε ως πληροφοριοδότης για λογαριασμό ομοσπονδιακών πρακτόρων. Υπάρχει χρόνος για να βρεθεί ζωντανή ή μήπως πρόκειται για ένα καλοστημένο σχέδιο δολοφονίας;

ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΔΕΣΜΟΣ

Στο μεγάλο «πουθενά» του Νέου Μεξικού, κάπου στα ‘80s, η Λου, επιστάτρια ενός βουτηγμένου στην τεστοστερόνη γυμναστηρίου, θα ερωτευθεί την Τζάκι, μια bodybuilder περαστική από τα μέρη εκείνα, που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, μα ονειρεύεται περισσότερα μούσκουλα και δόξα. Γύρω τους, όμως, συγκεντρώνονται αρκετά… πτώματα και χρέη παλιά κι αλύτρωτα.

ΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ

Όταν έπειτα από έλεγχο αλκοτέστ του αφαιρείται το δίπλωμα οδήγησης, ο Μαρκ οφείλει να περάσει από μια σειρά ιατρικών και ψυχολογικών σεμιναρίων αξιολόγησης, εάν επιθυμεί να το πάρει ξανά πίσω. Το αληθινό πρόβλημα του Μαρκ, όμως, δεν είναι η προσωρινή απώλεια του διπλώματός του, αλλά η μη συνειδητοποίηση της κατάστασης την οποία βιώνει ως… αλκοολικός.

ΕΓΩ, ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ

Δύο έφηβα αγόρια ξεκινούν από το Ντακάρ της Σενεγάλης κυνηγώντας το όνειρο της καλύτερης ζωής στην Ευρώπη. Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιταλία, να εύχεσαι να μην είναι μακρύς ο δρόμος.

ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΟΠΛΟΙΟ

Η καθημερινότητα στο πλωτό κέντρο φροντίδας πασχόντων από ψυχικές διαταραχές «Adamant», το οποίο βρίσκεται δεμένο σε προβλήτα του Σηκουάνα στο Παρίσι.