FreeCinema

Follow us

«THE SLAP»: ΧΑΣΤΟΥΚΙ ΣΤΟ NBC ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ, ΠΑΡΑΚΑΛΩ!


Πάνε τρεις εβδομάδες που ξεκίνησε στο NBC και με μικρή χρονική διαφορά και στην Ελλάδα, από τον γενναιόδωρο Alpha, η αμερικανική εκδοχή του «The Slap», που εδράζεται στο ομώνυμο βιβλίο του δικού μας Χρήστου Τσιόλκα. Ονόματα μεγάλα στο καστ και στην παραγωγή πιστοποιούν την περισσή φροντίδα του δικτύου για το σχέδιο. Πλην, όμως, …

Το «The Slap» πήρε δημοσιότητα ευρεία με την ανακύκλωση εκείνων των «σκιαχτικών» φωτογραφιών της Ούμα Θέρμαν στον κυβερνοχώρο (που έμοιαζε με τραβηγμένη πλαστελίνη), από τη δημόσια εμφάνισή της στην πρεμιέρα της εν λόγω mini series, όπου πρωταγωνιστεί. Η σειρά έγινε φορέας της Ούμα και όχι το ανάποδο, όπως πρέπει. Ανασάναμε όλοι, όταν την είδαμε την επόμενη μέρα ως… κανονικό άνθρωπο και πάλι, ρίχνοντας την απόλυτη ευθύνη στον μακιγιέρ της και τη βλακώδη ιδέα του. Εικάζουμε ότι θα τον απέλυσε με τα κουδούνια που της κρέμασε ο Τύπος. Εν πάση περιπτώσει, τούτο το ακούσιο (;) εκ του δικτύου επικοινωνιακό περιστατικό δημιούργησε θόρυβο για τη σειρά, η οποία, κατά τη γνώμη μας, πιο γενικά δεν επικοινωνήθηκε αρκετά ούτε και σωστά, από την αφισολογία της (άλλες φέρνουν σε θρίλερ, άλλες σε ρομαντικό δράμα, προσέξτε τις) έως τα tagline της – «One moment will change a family forever» (πώς;). Τα ratings της, αφετέρου, ήταν πενιχρά: το NBC την προγραμμάτισε στην πιο δύσκολη μέρα της εβδομάδας, την Πέμπτη, για να έχει ηχηρή παρουσία και να χτυπήσει τον ανταγωνισμό, αλλά ο τελευταίος δεν χτυπιέται με τίποτα, με τη Σόντα Ράιμς απέναντι και «How to Get Away with Murder» και «Grey’s Anatomy». Και καταληκτικά, εξιστάμεθα, πώς τους ήρθε η ιδέα να κάνουν αμερικανική εκδοχή για αυτή την τόσο πετυχημένη, και βασικά αγγλόφωνη σειρά από το 2011, που τσάκισε σε τηλεθεάσεις. Για την αυστραλιανή εκδοχή τα είπαμε πριν από καιρό και πραγματικά είναι μια εξαιρετική δουλειά, σε όλα τα επίπεδα.

The Slap 1

Δεν έχει νόημα να γίνει καμιά συγκριτική κριτική προσέγγιση των δύο, γιατί κάθε δημιούργημα είναι αυτούσιο, απλώς γίνεται αναπόφευκτο και προκαλείται διαρκώς το ερώτημα τι πέτυχε εκεί, που σε τούτη την πρόσφατη εκδοχή αποτυγχάνει, σχεδόν, παταγωδώς. Μια πρώτη, πολύ κραυγαλέα αποτυχημένη στιγμή είναι ο θεμέλιος λίθος που κρατεί συνεκτικά όλη τη σειρά: η σκηνή στην οποία ο Χάρι (Ζάκαρι Κουίντο) χαστουκίζει τον Χιούγκο, τον κακομαθημένο γιο της Ρόζι (Μελίσα Τζορτζ, μεταγραφείσα αυτούσια από το αυστραλιανό mini series), και αρχίζει όλο αυτό το δράμα το οποίο πάει να διαμελίσει πλήρως το οικοδόμημα των οικογενειακών και φιλικών δεσμών. Ο Χιούγκο πιάνει το ρόπαλο του baseball και αρχίζει να το περιφέρει απειλητικά προς τα άλλα παιδιά, όλοι οι μεγάλοι κάθονται και κοιτάνε τη φάση άπραγοι και ο μόνος λογικός που παρεμβαίνει στην επικίνδυνη αυτή στιγμή είναι ο Χάρι, ο οποίος κατεβαίνει σκαλιά, πάει προς τα παιδιά και δεν δίνει extra χρόνο σκέψης για την πράξη του. Η ενορχήστρωση όλου αυτού του συμβάντος είναι κακή και είναι εύκολο να μην πείσει κάποιον, εξ ου και έχασε δια παντός το τρένο της επικοινωνίας με το στόρι, νιώθοντας ότι εκ τούδε μανιπουλάρεται προς άπασα κατεύθυνση.

The Slap 3

Το θέμα εδώ, όμως, δεν είναι αν συμφωνείς ή διαφωνείς με το περιεχόμενο της πράξης του Χάρι ή τον τρόπο του και γι’ αυτό φεύγει η διάθλαση του φακού από αυτήν την τόσο σημαντική λεπτομέρεια, που απειλεί τους πάντες. Τούτο το σημείο είναι και η θεμέλια αποτυχία της εκτέλεσης, γιατί το ερώτημα επί της ουσίας είναι το ποια μεριά συμμερίζεται ο θεατής: αυτή της Ρόζι που θέλει να μηνύσει τον Χάρι για την πράξη του (κατηγορώντας άπαντες για τα τραύματα του γιου της εκτός από τον εαυτό της) ή αυτή του Χάρι και του Χέκτορ που θέλουν να αποφύγουν τη μήνυση για τις άσχημες συνέπειες προς όλες τις δυναμικές των ανθρώπων οι οποίοι εμπλέκονται; Η δύναμη της ιστορίας του Τσιόλκα είναι πως πραγματικά θέτει τον δέκτη σε αυτή τη διαδικασία της ταύτισης της άποψης και της δικής του ηθικής με τους αντίστοιχους κώδικες των ηρώων του. Ως εκ τούτου, η σειρά αυτή εκπίπτει εντελώς της καρδιάς της ιστορίας του Τσιόλκα, και για τον επιπλέον λόγο ότι οι αφηγηματικοί κύκλοι των προσωπικών ιστοριών τού κάθε χαρακτήρα λιγότερο φαίνεται να συνδέονται με αυτό το (κανονικά) συνεκτικό χαστούκι και πιο πολύ με τα εσωστρεφή θέματα του καθενός.

The Slap 4

Το voice-over που συμπληρώνει, συνάγει συμπεράσματα, ομολογεί ή εκστομίζει τα εσώψυχα του καθενός, έρχεται να συμπληρώσει αυτά που δραματουργικά δεν βλέπεις και τα οποία πολύ θα ήθελες να δεις… δραματουργικά. Δεν καταλαβαίνουμε αυτή την κατάχρηση της αφήγησης και πραγματικά «ξενερώνεις» ακούγοντας αυτά που θα ήθελες να είχες σκεφτεί ή να εξάγεις αφ’ εαυτού σου. Και εδώ δεν πρόκειται για αστυνομική ιστορία ή θρίλερ, πρόκειται για ένα δράμα καταστάσεων το οποίο ή λειτουργεί ή δεν λειτουργεί. Έτσι, απλά. Κι ακόμη και αν οι ηθοποιοί είναι πολύ καλοί και ονοματάρες – Πίτερ Σάρσγκααρντ, Τάντι Νιούτον, Ούμα Θέρμαν, Ζάκαρι Κουίντο (ο καλύτερος εδώ), Μπλάιθ Ντάνερ – δεν παύεις λεπτό να τους νιώθεις έξω από τα νερά τους, σα να μη μπορεί να τρυπώσει η κάμερα μέσα τους, να καταγράψει τα πρόσωπα και τις εκφράσεις τους, να περιγράψει αυτά που αισθάνονται. Δεν έχει χάρη το πράγμα αυτό, δεν παρατηρεί τη λεπτομέρεια για να μας δώσει μια καρδιά, ακόμη και όχι αυτή του βιβλίου που έχει απωλέσει έτσι κι αλλιώς. Μείνετε στο αυστραλέζικο original, λοιπόν. Ή στο μυθιστόρημα του Τσιόλκα.

The Slap 2