FreeCinema

Follow us

Ποιος είναι αυτός δίπλα στη Γκέλχορν;


Η τελευταία μεγάλη πρεμιέρα τηλεταινίας του HBO για τη φετινή σεζόν ήταν το «Hemingway and Gellhorn», μια πολυαναμενόμενη, ακριβή (φυσικά) για τα τηλεοπτικά δεδομένα παραγωγή, ύψους σχεδόν 20.000.000 δολαρίων. Το ποσόν αναίτιο δεν είναι, αφού πρωτοστατεί η Νικόλ Κίντμαν, η οποία προφανώς ροκάνισε το μισό budget. To HBO είχε από πέρσι τέτοια εποχή στα μεγάλα του μελλούμενα καμάρια το φιλμ αυτό, το προώθησε πολύ και, εξ όσων μάθαμε, «χτύπησε» καλά στα μηχανάκια τηλεθέασης, αλλά… ουχί στο word of mouth και – πολύ λιγότερο – στην κριτική.

Το να συμπυκνώσεις ένα κομμάτι, έστω, της ζωής του larger than life Έρνεστ Χέμινγουεϊ μέσα σε ένα έργο είναι a priori πράγμα δύσκολο, πόσω μάλλον όταν πλάι του του συμπλέει ως ντάμα μια παρόμοια προσωπικότητα, αυτή της Μάρθα Γκέλχορν. Ποια ήταν η κυρία; Αδιαμφισβήτητα, αν κερδίσετε κάτι από την ταινία είναι το ότι, προφανώς, θα… γκουγκλάρετε και θα πέσει στην αντίληψή σας, εφόσον δεν γνωρίζατε (και είμαστε πολλοί αυτοί…) το όνομα της γυναίκας που έγινε γνωστή ως η τρίτη σύζυγος του Χέμινγουεϊ, αν και υπήρξε μια από τις εξοχότερες πολεμικές ανταποκρίτριες της ιστορίας των ΗΠΑ. Η μυθιστορηματική ζωή της κάλυψε σχεδόν όλες τις πολεμικές συρράξεις του δεύτερου μισού του προηγούμενου αιώνα, για να καταλήξει αυτόχειρας, το 1998, στην ηλικία των 90 χρόνων.

Το πρόβλημα με το φιλμ είναι πως δεν χωράει και ο Χέμινγουεϊ και η Γκέλχορν στον ίδιο τίτλο! Είναι βέβαιο πως κάποιον από τους δυο θα ρίξεις και στην προκειμένη είναι η Γκέλχορν, που στο σενάριο κατέχει μια χρυσή δευτεριά, γίνεται ουραγός του ταγού Χέμινγουέι, λες κι έζησε τα πιο ενδιαφέροντα χρόνια της ζωής της την πενταετία που υπήρξε σύζυγός του. Μακράν της αλήθειας. Τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, έναν άνθρωπο ημι-απερίγραπτο, που πάνω του έχουν κολλήσει, από αυτόπτες και αυτηκοότες, τα πιο αντιφατικά επίθετα και ουσιαστικά, όπως πληθωρικός, ταλαντούχος, κόπανος, μπεκρής, πρωτόγονος και γυναικάς, δεν είναι και εύκολο να τον παίξεις. Έτσι ή αλλιώς, η εκρηκτική του φύση ξεπερνά την Γκέλχορν, πράγμα που υπερδιπλασιάζει ο Όουεν έναντι της Κίντμαν, η οποία δεν κάνει τίποτα για να την αναδείξει: αυτό το κορίτσι έχει τόσο τσιτώσει τη μούρη, που και να θέλει, έκφραση δεν μπορεί να πάρει, πόσω μάλλον να δείξει πάθος – ούτε στον πόλεμο ούτε στις ερωτικές σκηνές, όπου ο Κλάιβ Όουεν είναι σα να «το κάνει» μόνος του! Συνεπώς, εδώ δε συμβαίνει τίποτε άλλο από το ν’ αναπαράγεται αυτό που έχει ισχύσει στην πραγματικότητα τόσες δεκαετίες: το όνομα αυτού έχει περάσει στην αθανασία, ενώ εκείνης… στα άραχνα κατάστιχα.

Στα 155 λεπτά που διαρκεί η ταινία, φαίνεται να φληναφεί ανουσίως, ενώ – σχήμα οξύμωρο – έχει τόσα πολλά να πει με τα ονόματα που στριμώχνει στον τίτλο της. Ξεχειλώνει την ιστορία σε τόσα πολλά επίπεδα, αλλά αδυνατεί να πετύχει αφήγηση της προκοπής, να φωτίσει τα πρόσωπα και τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία, έτσι ή αλλιώς, την ξεπερνούν. Κι όταν ακούς ατάκες του τύπου «Gellhorn, you inspire the hell out of me!», σε πιάνουνε τα γέλια και η επωδός που επανέρχεται ως απόκριση είναι… «σενάριο δεν υπάρχει». Μπορείτε να το‘ χετε να παίζει ως… ταπετσαρία, όταν κάνετε κάτι άλλο, μια χαρά γεύση θα πάρετε οπτικά. Πάντως, τίποτε από όλα αυτά δεν θα εμποδίσει τις μπόλικες υποψηφιότητες στα βραβεία ΕΜΜΥ.