FreeCinema

Follow us

Μοιάζει με ευχή και με «κατάρα» μαζί, εδώ που τα λέμε. Και ξέρεις πολύ καλά ότι από αυτό το site τα λέμε με ειλικρίνεια. Σκεφτόμουν αυτές τις μέρες τι θέμα θα έπρεπε να έχει ένα καινούργιο editorial και από το μυαλό μου πέρασαν κυρίως δύο σκέψεις: το ότι μπορεί κανείς να με παρομοιάσει με κάτι σαν τον… «Τελευταίο των Μοϊκανών» της εγχώριας κινηματογραφικής κριτικής (δίπλα σε τόσο ελάχιστους, που μετριούνται σε λιγότερα από τα δάχτυλα του ενός χεριού), αλλά και το ζήτημα του οικονομικού βάρους που πρέπει να σηκώνω εντελώς μόνος για τη διατήρηση και την επιβίωση του FREE CINEMA, δίχως πόρους εσόδων ή… διαφήμιση. Ας τα πιάσουμε ένα-ένα, διότι δεν είναι και τόσο άσχετα μεταξύ τους.

Η πρώτη παρατήρηση δεν είναι τόσο… εγωπαθής όσο (θα) ακούγεται (τουλάχιστον για τους «καλοθελητές»). Προέρχομαι από μια μεσοαστική οικογένεια της Αθήνας, η οποία μπορούσε να μου προσφέρει κάτι παραπάνω από τα βασικά αγαθά. Το ενδιαφέρον μου για το γράψιμο και τον κινηματογράφο ήταν προφανές από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπήρχε αυτή η προδιάθεση και ήταν ευτύχημα ότι στην πορεία κατάφερα να συνδυάσω επαγγελματικά τα δύο πράγματα που αγαπούσα περισσότερο. Η οικονομική κατάσταση του σπιτιού μου με βοήθησε να βρίσκομαι σε αυτή τη θέση σήμερα. Μου επέτρεψε να σέρνω τον πατέρα μου στα σινεμά σε κάθε ευκαιρία, μου επέτρεψε να έχω την επαφή με τις ξένες γλώσσες (καταλήγοντας σε μια μεγαλύτερη συμπάθεια προς τον ήχο της αγγλικής), μου επέτρεψε να «σπαταλάω» τα περισσότερα χρήματα που έπαιρνα ως χαρτζιλίκι σε ξένο Τύπο, περιοδικά κι εφημερίδες, βιβλία, comics, δίσκους και άπειρες ταινίες σταδιακά, μου επέτρεψε να μπω σε μια σχολή δημοσιογραφίας για να καταλάβω κάποια από τα βασικά στοιχεία αυτής της δουλειάς. Αυτά ήταν τα δικά μου χρόνια… του ΠΑΣΟΚ!

Βίωσα την περίοδο της μεγάλης έκρηξης των media στην Ελλάδα και ακόμη θεωρώ σαν προσωπικό μου «παράσημο» το γεγονός ότι δεν εργάστηκα ποτέ σε «μαγαζί» του Κωστόπουλου (ιδεαλιστικό στραβόξυλο, ανέκαθεν). Πίστεψα ότι ο βιοπορισμός μέσω της δημοσιογραφίας ήταν εφικτός. Ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Και το έκανα. Η πορεία μου ήταν ένα απλό domino συναντήσεων με ανθρώπους, σχεδόν αποκλειστικά εξαιτίας της δουλειάς μου. Ούτε τι είναι το βιογραφικό δεν έμαθα ποτέ μου!

Σήμερα, όλα αυτά εξαθλιώνονται και σβήνουν. Η μεσαία τάξη εξαφανίζεται. Ένα παιδί σαν εμένα δεν θα μπορούσε να μεγαλώσει εύκολα με τον ίδιο τρόπο, κι ας έχει την πολυτέλεια της «ελευθερίας» του διαδικτύου (νομίζω πως δεν θα είχα κοινωνική ζωή εάν υπήρχε και αυτό στην εφηβεία μου…). Ποια αγγλικά, ποια σχολή, ποιο χαρτζιλίκι για έντυπα, πού λεφτά για δύο ή και τρεις ταινίες την ημέρα στα σινεμά (η κυριακάτικη παράδοσή μου, μια πρωινή avant premiere και βραδινό «double feature» σε κοντινές αίθουσες); Από ποιον περισσεύουν τόσα λεφτά σήμερα; Όποια προδιάθεση ή ροπή και να έχει ένα νέο παιδί, πρέπει να έχει και τα… υλικά αγαθά για να προχωρήσει. Και το να αγαπάει τον κινηματογράφο, σημαίνει όχι απλά να διαβάσει γι’ αυτόν αλλά να παρακολουθήσει αμέτρητες ταινίες, για να μάθει έτσι την Ιστορία του. Στην εποχή των social, όταν για να «ανήκεις» στην timeline του άλλου πρέπει να ταγκάρεις την τηλεοπτική σειρά που βλέπουν οι μάζες με το που θα ξεκινήσει; Και πες ότι «το έχεις» στο γράψιμο. Χωρίς εφόδια, τι θα απογίνεις; (Ακόμη) ένας blogger με «αποψάρα»; Λυπάμαι, αλλά αυτό… δεν πληρώνει! Άρα, ακόμη κι αν πολεμήσεις τα βασικά εμπόδια στο κάθε στάδιο της ωρίμανσής σου, αν ποτέ φτάσεις στα κομμάτια που λέγονται «επαγγελματικός προσανατολισμός» και «βιοπορισμός», σήμερα κι αν είναι που… έχεις φάει εντελώς τα μούτρα σου! Πού θα βρεις δουλειά; Σε εφημερίδα καταχρεωμένη που έκλεισε και ξανάνοιξε με συνθήκες «γαλέρας»; Σε κανάλι με μισθούς… θρίλερ (μάντεψε πότε θα κατατεθεί ο μισθός σου και κέρδισε επιπλέον πλούσια δώρα); Για να γράψεις τι; Ό,τι επιτρέπεται από τον χορηγό; Ό,τι δεν θέτει σε ρίσκο την… τοποθέτηση προϊόντος; Ιντερνετικά είπες; Στο ένα τρίτο μισθών του παρελθόντος, με αμέτρητα c(λ)opy / paste ημερησίως για περισσότερο και καλύτερο clickbait, χωρίς ίχνος δημιουργικής γραφής, φαντασίας και τίμιας γνώμης; Φαντάσου όλα αυτά μαζί στην ειδίκευση του κλάδου της κριτικής. Φύλαξε ένα στρωματάκι, βρες μια «ζεστή» γωνία δίπλα σε είσοδο πολυκατοικίας και αν «δουλεύεις» ως ελεύθερος επαγγελματίας, κάνε από τώρα… οικονομίες και για το ΕΦΚΑ!

Με συναντούν εκεί έξω νεότερα παιδιά και μου ζητάνε συμβουλές, γιατί αισθάνονται την αφοσίωση και το νοιάξιμο σε αυτό που κάνω. Τα αποτρέπω, προφανώς. Γιατί εγώ μπορεί να πρόλαβα τις όμορφες στιγμές της «σπάταλης» ευημερίας, αλλά έπρεπε ταυτόχρονα να έχω και γερό στομάχι. Για την κάθε φορά που λογοκρίθηκα από αφεντικά, για την κάθε φορά που «επένδυσα» λάθος σε «μαγαζιά» και παρέες συναδέλφων, καταλήγοντας σε ένα «άντε και γαμηθείτε», αποχωρώντας για το καλό της υγείας μου. Διότι χωρίς υγεία, δεν πας και πολύ μακριά…

Ποιο ήταν το «εναλλακτικό» μας θέμα; Πόροι εσόδων και διαφήμιση; (Γέλια στο βάθος.) Ρίξε μια ματιά αριστερά-δεξιά στο FREE CINEMA. Είναι ένα κινηματογραφικό site. Εντάξει; Θα περίμενες να δεις, έστω, παρεμφερείς διαφημίσεις που θα σου τραβούσαν την προσοχή, λόγω κίνησης ή μεγέθους, τις οποίες αποκλείεται να μην παρατηρούσες, σε όποια σελίδα κι αν σε έβγαζε το browsing. Θέλεις να αναπτύξω τις αιτίες για τις οποίες… απουσιάζουν από εδώ μέσα; Είναι μάλλον προφανείς, αλλά ας τις ξεκαθαρίσουμε και για εκείνους που δεν αντιλαμβάνονται πολλά από τα politics της «κατανάλωσης» ή και τα «politics» της κινηματογραφικής αγοράς. Εάν το site σου δεν είναι «ποικίλης ύλης» (sic), δεν μπορείς να ανταγωνιστείς με νούμερα (τι είναι το «ποιότητα ύλης»;). Πού να πουλήσω εγώ, όταν δεν έχω clickbait πολιτικής επικαιρότητας και κοινωνικού σχολιασμού; Πού να πάω δίχως «κόκα» στο Κολωνάκι και τροτσκιστικές πεποιθήσεις διάσημης αοιδού; Πού να… βγω χωρίς βιντεάκια με γατάκια, διάβολε; Χωρίς αυτά, το προϊόν ευρείας κατανάλωσης κάνει φτερά. Και σου μένουν οι… ταινίες. (Ξανά γέλια στο βάθος.)

Τι δηλώνει η απουσία της κινηματογραφικής διαφήμισης από τούτο το site; Μη υποστήριξη για τη συνέχιση της ύπαρξής του. Ή, όπως μου είπε και ένας συνάδελφος αυτές τις μέρες στο (μαρτυρικό) Messenger του Facebook, «σε στραγγαλίζουν με αυτό». Σώπα, καημένε, ιδέα σου είναι, εδώ είμαστε μια «ωραία ατμόσφαιρα»! Θα πει ο «δικηγόρος του Διαβόλου»: μα, αφού τους έχεις κάνει τ’ αλατιού με τις κριτικές σου, τι περίμενες; Μήπως… να κάνουν καλά τη δουλειά τους; Εγώ αυτό κάνω. Τη δουλειά μου. (Οποία ειρωνεία – και τιμή – να το ακούω από παράγοντα μεγάλου γραφείου διανομής σε κινηματογραφική εκδήλωση τις προάλλες…) Όπως εγώ τιμώ το επάγγελμα του κριτικού κινηματογράφου (και του δημοσιογράφου, παράλληλα), έτσι και οι εταιρείες θα έπρεπε να προσπαθούν να βελτιώσουν τη δική τους δουλειά και ουχί να καταδιώκουν τους «φταίχτες» που είναι πάντοτε «οι άλλοι» και όχι η κακή ταινία που τους έλαχε (αλλά πρέπει να προωθηθεί ως «ταινιάρα», διότι το γραφείο μας βγάζει μόνο «ταινιάρες»). Με μια διαφορά. Η δική μου στάση δεν είναι εχθρική. Αυτά που γράφω είναι η ξεκάθαρη άποψή μου, βασισμένη σε αισθητικές τοποθετήσεις και γούστα που ποτέ δεν άλλαξα. Δεν «μεταλλάχθηκα» σε κάτι άλλο με το FREE CINEMA. Η αγορά το έπαθε αυτό, από τον πανικό της πτώσης, από την ανασφάλεια, από την ανικανότητα να εκσυγχρονιστεί και να διορθώσει τους χειρισμούς της. Ναι, το ξέρω πως όλο αυτό λέγεται εμπόριο. Και ότι σε μια τέτοια κοινωνία, το να αναζητάς ή το να στηρίζεις την ποιότητα αποτελεί μια… φαιδρή ουτοπία. Σε δύσκολους καιρούς, όμως, ο κόσμος δεν βάζει πάνω από το πορτοφόλι του το εμπόρευμά σου…

Σατανική σύμπτωση. Μπαφιασμένος από τα έργα των ημερών που παρακολούθησα το περασμένο weekend, θέλησα να κάνω ένα τονωτικό break με μια παλιά ταινία. Είναι το «φάρμακό» μου. Έβαλα, λοιπόν, το «Miracle on 34th Street», αυτό το αριστούργημα (πρωτίστως σεναριακής γραφής) του 1947. Πλησιάζουν Χριστούγεννα, γαρ. Εκεί, ο αληθινός Santa παριστάνει τον… fake εαυτό του για τις ανάγκες του πολυκαταστήματος Macy’s της Νέας Υόρκης, ακούγοντας το κάθε αίτημα των ανήλικων επισκεπτών του για το γιορτινό δώρο που επιθυμούν. Κάποια στιγμή, αυτός ο κύριος Κρις Κρινγκ, με την αυθεντική, παραδοσιακή του στολή, απευθύνεται σε μια μητέρα που αναζητά απεγνωσμένα το τάδε παιδικό δώρο αλλά δεν το βρίσκει πουθενά. Και της προτείνει να πάει σε… ένα άλλο κατάστημα για να το βρει! Το κάνει ξανά και ξανά το ίδιο «παράπτωμα» και οι υπάλληλοι του Macy’s παθαίνουν σοκ και θέλουν να απολύσουν… τον ίδιο τον Santa! Ο κόσμος, όμως, θερμοευχαριστεί το κατάστημα που είχε το ήθος και την ειλικρίνεια να μην προσπαθήσει να του πουλήσει κάτι άλλο από αυτό που ζητούσε, κάποιο προϊόν κατώτερης ποιότητας ή ακριβότερο σε τιμή. Και όταν αυτό έφτασε στ’ αυτιά της Διεύθυνσης, εκείνη προσπέρασε τις ανησυχίες τού κάθε γλείφτη, σπιούνου και υποτακτικού «μεσάζοντα», αποδεχόμενη ουχί το οικονομικό συμφέρον αλλά το κέρδος του καταναλωτή. Την ευχαρίστησή του. Τη δικαίωση του καλού και του σωστού.

I rest my case. Και καλές γιορτές. Εγώ εδώ θα παραμείνω. Το κακό προϊόν είναι αυτό που κινδυνεύει πάντα, στην τελική…

TAGS: