FreeCinema

Follow us

Δίνοντας ζωή στον «Frankenweenie».

Από τη μικρού μήκους του 1984 μέχρι την πραγματοποίηση του οράματος του Τιμ Μπέρτον, να κάνει το «Frankenweenie» μια stop motion animated ταινία μεγάλου μήκους. Η προετοιμασία μιας πολυαναμενόμενης παραγωγής, με φωτογραφικό υλικό από τα παρασκήνια και τη δημιουργία των χαρακτήρων, σε αποκλειστικότητα για την Ελλάδα και το FREE CINEMA.

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ

Ήταν 1984 και ο Τιμ Μπέρτον θα σκηνοθετούσε τη δεύτερη μικρού μήκους ταινία του για το studio της Disney. Το «Frankenweenie» επρόκειτο να είναι μια live action παρωδία (ή και homage, αν προτιμάς) πάνω στο μύθο του Φρανκενστάιν, του βιβλίου της Μαίρη Σέλεϊ, αλλά και της περίφημης κινηματογραφικής μεταφοράς του 1931, με εμβόλιμες αναφορές και στο «Bride of Frankenstein» (1935). Το φιλμ (διάρκειας 29 λεπτών) γυρίστηκε σε ασπρόμαυρο, με πρωταγωνιστές τους Μπάρετ Όλιβερ, Σέλεϊ Ντιβάλ και Ντάνιελ Στερν. Οι τίτλοι αρχής εμφανίζουν το όνομα της Disney με φόντο ένα νεκροταφείο ζώων. Το studio απέλυσε τον Τιμ Μπέρτον με το που είδε τη μονταρισμένη ταινία…

Η Disney θεώρησε πως ο Μπέρτον σπατάλησε τα χρήματά της για ένα προϊόν που θα τρόμαζε τους ανήλικους θεατές – πελάτες της και, φυσικά, δεν ήξερε τι να το κάνει. Ο αρχικός προγραμματισμός έλεγε πως το «Frankenweenie» θα συνόδευε την επανέκδοση του «Πινόκιο» στις κινηματογραφικές αίθουσες, το Δεκέμβρη του 1984. Κάτι που δεν έγινε ποτέ, φυσικά. Η ταινία μπήκε στα ράφια. Το 1985, το βρετανικό παράρτημα του studio αποφασίζει να τη «ρίξει» σαν συνοδευτικό της προβολής του «Baby: Secret of the Lost Legend». Αρκετά χρόνια αργότερα, με τη φήμη που έχει αποκτήσει ο Μπέρτον εξαιτίας του «Σκαθαροζούμη» (1988) και του «Batman» (1989), το «Frankenweenie» εμφανίζεται στην αμερικανική αγορά ως VHS. Ήταν 1994. Σήμερα, συνοδεύει τις εκδόσεις (και τις άπειρες, σαφώς προσοδοφόρες επανεκδόσεις) του «The Nightmare Before Christmas» (1993), σε DVD, Blu-Ray κι ένας Θεός ξέρει σε πόσα formats ακόμη, μαζί με το «Vincent» (1982), την πρώτη συνεργασία του Μπέρτον με τη Disney, δουλεμένη με την τεχνική του stop motion animation. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται, έτσι δε λένε;

ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ ΚΡΑΤΑΝΕ…

Η είδηση πως το «Frankenweenie» θα γινόταν μια stop motion animated ταινία μεγάλου μήκους, σε συνεργασία με τη Disney, εξέπληξε ευχάριστα τους λάτρεις του δημιουργού, αφού το original φιλμάκι είναι ένα από τα πιο λαμπερά δείγματα της φιλμογραφίας του Μπέρτον, ένα αριστούργημα αφήγησης που ολοκληρώνει την ιστορία του σε ένα μόλις ημίωρο. Το όνειρο υπήρχε, από παλιά. Το μόνο που είχε να κάνει ο Μπέρτον ήταν ν’ αναζητήσει τα σχέδιά του από το παρελθόν, να τους δώσει νέα πνοή, να προσθέσει κάποιους καινούργιους χαρακτήρες και να φροντίσει τα μοντέλα τους να αποτίουν φόρο τιμής στις κλασικές ταινίες τρόμου της δεκαετίας του ’30.

Από την παιδική του ηλικία, ο Μπέρτον αγαπούσε αυτές τις ταινίες. Αντιλαμβάνεται το είδος του σινεμά τρόμου όπως άλλοι άνθρωποι αρέσκονται στα παραμύθια ή τις λαϊκές παραδόσεις και τους μύθους τους, που συνήθως σχετίζονται με ζητήματα βγαλμένα από την αληθινή ζωή. «Η αρχική αφορμή για να κάνω το ‘Frankenweenie’ ήταν η αφοσίωσή μου στις ταινίες τρόμου. Αλλά και η σχέση που είχα μ’ ένα σκύλο όταν ήμουν μικρός. Είναι μια ιδιαίτερη σχέση που έχει κανείς στη ζωή του και είναι πολύ συναισθηματική. Τα σκυλιά, προφανώς, δεν έχουν την ίδια διάρκεια ζωής μ’ έναν άνθρωπο, άρα είναι δεδομένη η εμπειρία του τέλους αυτής της σχέσης. Συνδυάζοντας αυτό το γεγονός με την ιστορία του Φρανκενστάιν, το υλικό, λοιπόν, ήταν φορτισμένο με πολύ προσωπικές αναμνήσεις μου…», λέει ο δημιουργός.

ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗ ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΡΕ – ΚΑΡΕ

Το stop motion animation είναι μια από τις παλαιότερες τεχνικές του είδους, σαφώς… χειροποίητες! Το κάθε δευτερόλεπτο αποτελείται από 24 καρέ. Αυτό σημαίνει πως ο animator πρέπει να μετακινήσει τις φιγούρες του 24 φορές για να έχει ένα δευτερόλεπτο κινούμενης δράσης σε φιλμ! Κατά μέσο όρο, ο κάθε animator παράγει συνήθως πέντε δευτερόλεπτα κινούμενης εικόνας την εβδομάδα. Ο όγκος της δουλειάς ξεπερνά τη λογική. Το «Frankenweenie» χρειάστηκε δύο χρόνια και ένα εξαιρετικό επιτελείο επαγγελματιών του είδους για να ολοκληρωθεί. «Η βασική διαφορά από το γύρισμα μιας live action ταινίας είναι ότι τα πάντα μοιάζουν να γίνονται σε slow motion! Σε μια κανονική ταινία, έχεις πάρει τις αποφάσεις σου και όλα δουλεύονται γρήγορα, ενώ στο stop motion μπορεί να σου πάρει από δύο μέρες έως και δύο εβδομάδες για να ολοκληρώσεις μια σκηνή, ανάλογα με τις απαιτήσεις ή τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει», λέει χαρακτηριστικά ο Μπέρτον, που γνωρίζει, πλέον, πολύ καλά την όλη διαδικασία, μετά τα «The Nightmare Before Christmas» και «Corpse Bride».

Το μεγαλύτερο μέρος της προετοιμασίας για το φιλμ «χρεώθηκε» στα δύο σκυλιά – πρωταγωνιστές του, το Σπάρκι και την Περσεφόνη. Ο animation director Τρέι Τόμας μελέτησε τις κινήσεις των αγαπητών τετράποδων, πήγε στο Windsor Dog Show και βιντεοσκόπησε τα πλείστα όσα σκυλιά… εν δράσει. Στη συνέχεια, πήραν στο στούντιο ένα μπουλ τεριέ και το κινηματογράφησαν από πολλαπλές οπτικές γωνίες, για να τελειοποιήσουν όσο το δυνατόν καλύτερα την «ερμηνεία» του Σπάρκι. Συνολικά, 33 animators ασχολήθηκαν με το project.

Η διαδικασία ξεκινούσε με αποφάσεις που έπρεπε να παρθούν σε σχέση με τις κινήσεις της κάμερας, το φωτισμό και την ακριβή τοποθέτηση των props στη… μακέτα της κάθε σκηνής. Την επόμενη μέρα, ο animator μπορούσε να προβάρει τη σκηνή, να δει τις λεπτομέρειες στο «παίξιμο» των φιγούρων και το επιθυμητό timing της δράσης. «Κάθε πλάνο μοιάζει με το κομμάτι ενός παζλ που συνθέτει μια τεράστια εικόνα, πρέπει να δουλεύεται καρέ – καρέ, για να μαθαίνουμε να χειριζόμαστε τα puppets, να τους προσδίδουμε τη χάρη της κίνησης όσο πιο ρεαλιστικά και πιστευτά γίνεται», προσθέτει ο Τόμας.

ΕΝΑ… ΔΥΣΚΙΝΗΤΟ ΚΑΣΤ

Διακόσια puppets χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της ταινίας, μεταξύ των οποίων 18 Βίκτωρ και 15 σκυλιά Σπάρκι. Ο κάθε animator δούλευε με το δικό του puppet σε διαφορετικές σκηνές, ενώ υπήρχαν και backup puppets, για τις περιπτώσεις δυσλειτουργίας κάποιων από τους… πρωταγωνιστές. Πιο… απαιτητικός απ’ όλους ήταν ο Βίκτωρ, το κεφάλι του οποίου δεν απαιτούσε μονάχα τις συνηθισμένες κινήσεις στα χείλη ή τα φρύδια, αλλά και επιπλέον ίχνη κινήσεων στα μάγουλα και το σαγόνι.

Η διεργασία για τη δημιουργία των ηρώων του «Frankenweenie» είχε πολλά στάδια, ξεκινώντας, φυσικά, από τον Τιμ Μπέρτον. Τα σχέδια εκείνου πήγαιναν στους κατασκευαστές των puppets, στη βρετανική εταιρεία Mackinnon and Saunders, όπου έπαιρναν 3D ζωή, μορφή και μέγεθος οι λεγόμενες maquettes. Έπειτα, ο Μπέρτον επικοινωνούσε μαζί τους για πιθανές διορθώσεις, ώσπου να επιτευχθεί ένα αισθητικά τέλειο αποτέλεσμα. Οι puppet makers έπρεπε να γνωρίζουν, πια, το σενάριο της ταινίας, για να επιμεληθούν κάθε ξεχωριστή ανάγκη των χαρακτήρων, ανάλογα με τις σκηνές και τις κινήσεις τους σε αυτές. Είναι χαρακτήρες που απλά κάθονται, τρώνε, τρέχουν ή πηδάνε; Αυτές οι λεπτομέρειες είναι χρήσιμες για την κατασκευή του σκελετού των puppets, ώστε να τοποθετηθούν τα ακριβή κινούμενα μέλη στο «κορμί» τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το κεφάλι δουλεύεται ξεχωριστά από το υπόλοιπο σώμα.

Παράλληλα, ο Μπέρτον επέβλεπε τη δημιουργία των κοστουμιών, με τις μικροσκοπικές τους και απαιτητικότατες ραφές, αλλά και τις περούκες που φτιάχτηκαν από φυσικό… ανθρώπινο μαλλί. Οι τρίχες συνδέονται με εσωτερικά σύρματα που ελέγχουν τις κινήσεις των μαλλιών των puppets όταν περπατούν ή κινούνται, γενικά. Πέρασαν μήνες μέχρι να επιδιορθωθούν… κλειδώσεις, χτενίσματα, δερματολογικά ζητήματα και τα τελευταία ραψίματα στα ρούχα των puppets.

ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΒΙΚΤΩΡ

Η φανταστική πόλη της Νιού Χόλαντ, με το τυπικό, suburban σκηνικό της Αμερικής του ’70, είναι ένας τόπος που συνδέει την Τρανσυλβανία με το Μπέρμπανκ. Το σχεδόν επίπεδο τοπίο των πανομοιότυπων κατοικιών έχει από πάνω του την τεράστια ρέπλικα ενός ανεμόμυλου που δεσπόζει, στο νεκροταφείο ζώων όπου θάβεται ο Σπάρκι, νωρίς στο φιλμ. Το σύνολο των «σκηνικών» παραπέμπει στις παλιές, κλασικές ταινίες τρόμου, όπου ένα μυστηριώδες κάστρο, ψηλά σ’ ένα λόφο, συνήθως, προκαλούσε ανατριχίλες στο κοινό. Οι υπεύθυνοι για το production design μελέτησαν ιδιαίτερα την αρχιτεκτονική της δεκαετίας του ’70, για να πετύχουν το κλίμα της γειτονιάς της περιόδου εκείνης. Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο Ρικ Χάινρικς, παλιός συνεργάτης του Μπέρτον και βραβευμένος με το Όσκαρ σκηνικών για το «Sleepy Hollow», το 2000.

Συνολικά, κατασκευάστηκαν 200 sets για τους χώρους που απαιτούσαν οι σκηνές της ταινίας! Μερικά από αυτά θα ταξιδέψουν σε επτά πόλεις ανά τον κόσμο, σε Αμερική, Μεξικό, Καναδά, Ισπανία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία και Ιαπωνία, από τα τέλη του Ιουνίου του 2012, στο πλαίσιο της «The Art of Frankenweenie Exhibition».

Αξίζει να σημειωθεί πως το «Frankenweenie» είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία στο είδος της που γυρίστηκε σε ασπρόμαυρο, πράγμα που δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο την ομάδα του production design, αφού έπρεπε να υπολογίζουν τη διαφορετική απόχρωση που θα δίνει η κάθε τετραχρωμία σε τόνους του γκρι. Το rendering του τελικού φιλμ στη μορφή του 3D έδωσε μια άλλη… διάσταση σ’ αυτόν τον ασπρόμαυρο κόσμο, «μια καθαρότητα στην εικόνα, το στοιχείο του βάθους πεδίου που εδώ δείχνει ασυνήθιστο και υπέροχα θαυμαστό. Το κοινό θα παρατηρήσει πράγματα που συνήθως δεν προσέχει. Σε κάνει να αισθάνεσαι πως μπαίνεις μέσα σ’ αυτά τα μικροσκοπικά σκηνικά!», λέει ο Μπέρτον.

Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε την έξοδο της ταινίας στη χώρα μας, από τις 22 του Νοέμβρη, σε διανομή της Feelgood. Μέχρι τότε, απόλαυσε το αποκλειστικό για το FREE CINEMA υλικό από την προετοιμασία του φιλμ (και στο τεύχος #15 της downloadable version!).