FreeCinema

Follow us

ΚΑΤΗΓΟΡΩ…! (2019)

(J'ACCUSE)

  • ΕΙΔΟΣ: Ιστορικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρομάν Πολάνσκι
  • ΚΑΣΤ: Ζαν Ντιζαρντέν, Λουί Γκαρέλ, Εμανουέλ Σενιέ, Γκρεγκορί Γκαντεμπουά, Μελβίλ Πουπό, Ματιέ Αμαλρίκ, Βενσάν Περέζ, Ντενί Πονταλιντές, Ερβέ Πιερ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 132'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Παρίσι, 1895. Ο λοχαγός του γαλλικού στρατού Άλφρεντ Ντρέιφους καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη στο Νησί του Διαβόλου ως κατάσκοπος των Γερμανών, δίχως ουδείς να αμφιβάλλει για την ενοχή του. Όταν, όμως, ο συνάδελφός του Ζορζ Πικάρ αναλαμβάνει τη διοίκηση του στρατιωτικού γραφείου πληροφοριών, ανακαλύπτει στοιχεία που υποδεικνύουν την αθωότητά του. Θα κάνει τα πάντα για να βγάλει την αλήθεια στο φως, όσο χρονοβόρο και επίπονο κι αν είναι. Βασισμένο σε αληθινή ιστορία.

Είναι δύσκολο να αποφευχθεί η εύλογη συνειρμική σκέψη, πως με τούτη την κινηματογραφική μεταφορά της υπόθεσης Ντρέιφους, ο Ρομάν Πολάνσκι βρίσκει το κατάλληλο «όχημα» ώστε (κατά κάποιον τρόπο) να εξιλεωθεί για την δική του πολύχρονη δικαστική περιπέτεια. Ο Άλφρεντ Ντρέιφους ήταν Εβραίος λοχαγός, ο οποίος – εν μέσω κύματος αντισημιτισμού στην πατρίδα του – κρίθηκε με συνοπτικές διαδικασίες ένοχος για έγκλημα που δεν είχε διαπράξει, με το τίμημα να είναι η εξορία του στο διαβόητο Νησί του Διαβόλου. Ο Πολάνσκι, από την άλλη, ζει αναγκαστικά (αυτο)εξόριστος από το Χόλιγουντ εδώ και πλέον των σαράντα χρόνων εξαιτίας της τελεσίδικης καταδίκης του σε υπόθεση βιασμού, μέσω μιας ίσως όχι και τόσο αδιάβλητης δικαστικής διαδικασίας (όπως τουλάχιστον έχουμε δει στο ντοκιμαντέρ του 2008 «Wanted and Desired»).Υπάρχει, δηλαδή, έδαφος για έναν προσωπικό παραλληλισμό (που με μια… μικρή προσπάθεια θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί ακόμα και σε μανιφέστο), ευτυχώς, όμως, ανεξαρτήτως του αν είχε κάτι σχετικό στο μυαλό του ο Πολάνσκι, ο θεατής ουδέποτε το εισπράττει. Διότι το «Κατηγορώ…!» είναι μία ψύχραιμη και νηφάλια εξιστόρηση των γεγονότων μιας πολύκροτης υπόθεσης που συντάραξε την Γαλλία της εποχής εκείνης, εν είδει ιστορικού – δικαστικού δράματος.

Το ξετύλιγμα της ιστορίας ξεκινά με το ντροπιαστικό ξήλωμα του Άλφρεντ Ντρέιφους (Γκαρέλ) από τις τάξεις του γαλλικού στρατού, καθώς τα στοιχεία που έχουν βρεθεί και που τον έχουν καταδείξει ως κατάσκοπο των Γερμανών είναι αδιάσειστα. Καθώς οδηγείται στην εξορία, είναι ο συνάδελφός του Ζορζ Πικάρ (Ντιζαρντέν) εκείνος ο οποίος αναλαμβάνει προϊστάμενος της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, ανακαλύπτοντας εντός σύντομου χρονικού διαστήματος στοιχεία που υποδεικνύουν πως ο Ντρέιφους πιθανότατα να έχει πέσει θύμα πλεκτάνης. Όσο περισσότερο σκαλίζει την υπόθεση, τόσο περισσότερο βεβαιώνεται για την προφανή κακοδικία, όπως όμως λέει το (διαχρονικό, προφανώς) γνωμικό, εκεί που σταματά η λογική ξεκινά ο στρατός.

Από πολύ νωρίς, ο Πικάρ έχει ξεκαθαρίσει πως δεν συμπαθεί τους Εβραίους, χωρίς αυτό να αποτελεί τροχοπέδη στην περί δικαίου συνείδησή του. Ο Πολάνσκι δεν χρησιμοποιεί αυτήν την λεπτομέρεια προκειμένου να προσδώσει στην ταινία του τον χαρακτήρα μιας πανεύκολης «διπλής» ανάγνωσης, αλλά αντιπαρέρχεται τον φτηνό συναισθηματισμό περιγράφοντας με ακρίβεια τις μεθοδικές κινήσεις του Πικάρ καθώς αναζητά (πληρώνοντας με προσωπικό κόστος, μάλιστα) την αλήθεια. Προς έκπληξή του, ένα από το πρώτα πράγματα που θα συμπεράνει είναι πως η ίδια η στρατιωτική διοίκηση (της οποίας αυτός αποτελεί εξέχων μέλος!) έχει αρχικά συνδράμει στην κατασκευή της ενοχής και εν συνεχεία στην απόκρυψη των αθωωτικών για τον Ντρέιφους στοιχείων. Χωρίς να περνά ούτε σαν σκέψη από το μυαλό του η οποιαδήποτε δική του συμμετοχή στην συμπαιγνία, ξεκινάει κάτι που μοιάζει με σταυροφορία υπέρ του Ντρέιφους, ανοίγοντας δύο μέτωπα δράσης. Αφενός συνεργάζεται (ή έστω προσπαθεί) με τους στρατιωτικούς που ο ίδιος υποπτεύεται πως έχουν παίξει σκοτεινό ρόλο στο στήσιμο της υπόθεσης, αφού από αυτούς μόνο μπορεί να υποκλέψει τα κομμάτια που του λείπουν ώστε να συμπληρώσει το puzzle της υπερασπιστικής του γραμμής, αφετέρου βάζει στο παιχνίδι σημαίνοντα πρόσωπα των γαλλικών γραμμάτων και Τεχνών όπως τον Εμίλ Ζολά, του οποίου το περίφημο άρθρο σε εφημερίδα της εποχής (με τον τίτλο «Κατηγορώ…!») ξεσηκώνει σάλο στην γαλλική κοινωνία.

Όπως (ίσως) γίνεται κατανοητό από τα προαναφερθέντα, ο Ντρέιφους μένει κατά την μεγαλύτερη διάρκεια του φιλμ εκτός πλάνου, αφού ο Πικάρ είναι ο πρωταγωνιστής που κινεί τα νήματα της πλοκής. Παρ’ όλη την εκ των προτέρων γνώση της κατάληξης της υπόθεσης, ο Πολάνσκι καταφέρνει να δημιουργήσει ακόμα και σασπένς, καθώς παρακολουθεί τον ευσυνείδητο Πικάρ να συγκεντρώνει με μεθοδικότητα, αργά μεν αλλά σταθερά (η ταινία καλύπτει μία δεκαετή περίοδο περίπου), τις περί κακοδικίας αποδείξεις. Πετυχαίνει, μάλιστα, να βάλει σε ασυνήθιστα για εκείνον χαμηλότονα καλούπια τον Ζαν Ντιζαρντέν, ο οποίος δίνει μια πειστικότατη, δίχως φανφάρες ερμηνεία. Η πραότητα του χαρακτήρα του στέκει παροιμιώδης (όπως παρουσιάζεται εδώ), αν και η αισθηματικού τύπου υποπλοκή που τον θέλει να έχει μπλέξει με παντρεμένη γυναίκα (Σενιέ), ελάχιστα προσθέτει στην αφήγηση, λειτουργώντας περισσότερο ως «αναγκαίο κακό», αφού φιλμ του Πολάνσκι χωρίς την συμμετοχή της συζύγου του Εμανουέλ Σενιέ μάλλον… δεν νοείται.

Η ηθική κατάπτωση είναι κάτι που και στο πρόσφατο παρελθόν έχει εξερευνήσει ο Πολάνσκι («Ο Πιανίστας» του 2002, αλλά και ο «Αόρατος Συγγραφέας» του 2010, περιστρέφονται γύρω από έναν παρόμοιο προβληματισμό), εδώ όμως μπορεί και γενικεύει, καθώς παρουσιάζει έναν ολόκληρο λαό να έχει χάσει την πυξίδα της εντιμότητας και του ήθους του. Το δημόσιο κάψιμο βιβλίων και τα αντισημιτικά graffiti δεν μπορεί παρά να φέρνουν στο μυαλό αυτά που λίγες δεκαετίες έπειτα ακολούθησαν στην Ευρώπη, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους που κρύβει το κατευθυνόμενο και απερίσκεπτο μίσος (σε μία αναγωγή που, δυστυχώς, διατηρείται ακόμα βάσιμη, παρά την υποτιθέμενη κοινωνική πρόοδο που έχει συντελεστεί από τον καιρό των αρχών του 20ου αιώνα). Η ποιότητα της παραγωγής στέκει σε πολύ υψηλά επίπεδα (κοστούμια και σκηνικά είναι δουλεμένα στην παραμικρή τους λεπτομέρεια), η δε τυπικά υπέροχη μουσική του ανεξάντλητου Αλεξάντρ Ντεσπλά συμπληρώνει με πειθώ το τελευταίο (;) έργο του Ρομάν Πολάνσκι.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Συμπαγές ιστορικό δράμα που ενίοτε μοιάζει με ντετέκτιβ στόρι εποχής, προσφέροντας έντιμη ενήλικη ψυχαγωγία, καθώς και άφθονη τροφή για σκέψη. Γίνεται ολίγον «ακαδημαϊκός» ο Πολάνσκι σε σχέση με τα προηγηθέντα φιλμ του, αυτό όμως αποτελεί συμπέρασμα και όχι ψόγο. Εάν πράγματι αποδειχθεί η τελευταία ταινία της μεγάλης του καριέρας (έχει πια κλείσει τα 86 του χρόνια ο Πολωνός σκηνοθέτης…), τότε μπορούμε να πούμε πως αποχωρεί αφήνοντας σαν ύστατο χαίρε κάτι το οποίο τιμά το σύνολο του έργου του, σβήνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την άτσαλη ανορθογραφία της «Αληθινής Ιστορίας» (2017).


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.