ROCKETMAN (2019)
- ΕΙΔΟΣ: Μουσική Βιογραφία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντέξτερ Φλέτσερ
- ΚΑΣΤ: Τάρον Έτζερτον, Τζέιμι Μπελ, Ρίτσαρντ Μάντεν, Μπράις Ντάλας Χάουαρντ, Τζέμα Τζόουνς, Στίβεν Μάκιντος, Τομ Μπένετ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 121'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Ο Έλτον Τζον κάνει group therapy. Και γυρίζει πίσω στο παιδί που λεγόταν Ρέτζιναλντ Ντουάιτ…
«Καλούτσικη ταινία», έγραφε αναγνώστης στα σχόλια κάτω από την κριτική μου για το «Bohemian Rhapsody» τον περασμένο Νοέμβρη. Εδώ, λοιπόν, βιώνουμε ένα είδος… déjà vu, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις. Το «Rocketman» μιλά ξεκάθαρα για την αληθινή (;) ζωή ενός ομοφυλόφιλου (σοκ και δέος) καλλιτέχνη που έμελλε να γίνει παγκόσμιος star, επιλέγοντας όμως να την αφηγηθεί σε μορφή μιούζικαλ. Φυσικά, στο πλαίσιο μιας «αγιογραφίας» τού ακόμη εν ζωή μουσικού. Α, και ο ηθοποιός που τον υποδύεται είναι κομμάτι πιο εμφανίσιμος και σουλουπωμένος! Ας τολμούσαν να έκαναν και διαφορετικά…
Αν και το «Rocketman» μας πηγαίνει πίσω μέχρι και τα ‘50s, το όλο κλίμα της νοσταλγίας ελάχιστα βρετανικό θυμίζει, με το vintage να φέρνει στον νου περισσότερο καταλόγους σκανδιναβικών επίπλων σε συνδυασμό με ολίγη από… Broadway! Βλέπεις, ο (κάποτε ηθοποιός) Ντέξτερ Φλέτσερ και ο σεναριογράφος του «Billy Elliot» (οποία σατανική σύμπτωση…) Λι Χολ δείχνουν να ακολουθούν περισσότερο αυτά τα παραδείγματα σαν πρότυπο, μετατρέποντας τούτο το βιογραφικό φιλμ σε μία ιδανική «φαντασίωση» βίου, έτοιμη να μεταφερθεί σε οποιαδήποτε σκηνή και να εισπράττει για… ατελείωτες σεζόν. Το μουσικοχορευτικό του πράγματος ξενίζει αρχικά, ενίοτε αποκτά «μαγικές» διαστάσεις, κάπου χάνει το point του (σε συνάρτηση με τις υπόλοιπες σκηνές όπου ο ήρωας της ταινίας τραγουδά σε – απλά – ζωντανές εμφανίσεις του), αλλού σε κάνει να ξεχνάς και τι ακριβώς ήρθες να δεις!
Με λίγα λόγια, εδώ έχουμε να κάνουμε με μία μουσική βιογραφία που δεν επιφυλάσσει ιδιαίτερες εκπλήξεις σαν ιστορία, καθώς η πραγματικότητα μάλλον έχει αλλοιωθεί από το τόσο glitter και την extravaganza, ακουμπώντας επιδερμικά και στερεοτυπικά τον χαρακτήρα του Ρέτζιναλντ που έγινε Έλτον, πασχίζοντας ταυτόχρονα να εντυπωσιάσει με φανταχτερές αντι-ρεαλιστικές σκηνές τόσο φορτωμένες σε βαθμό να μοιάζουν με «άλλες» ταινίες, οι οποίες ασφυκτιούν στον περιορισμένο χρόνο διάρκειας του κάθε τραγουδιού. Το χειρότερο, δε, είναι όταν η οπτικοποίηση των συνθέσεων του Έλτον Τζον γίνεται με τόσο αβάσταχτα «κατά γράμμα» τρόπο (βλέπε το «Saturday Night’s Alright for Fighting»), ώστε να φτάνεις στη θέση να φαντάζεσαι ποια τραγούδια (θα) έπονται, πώς ακριβώς (θα) τα έχει «οραματιστεί» ο σκηνοθέτης και με ποιους στίχους θα φτάσουμε στο «ηθικό δίδαγμα» του φινάλε (έβαζα και στοίχημα γι’ αυτό, από νωρίς).
Σε σχέση με την καριέρα του Έλτον Τζον, περισσότερη έμφαση (φυσικά) δίνεται στην γνωριμία του με τον Μπέρνι Τόπιν, τον πλέον πολύτιμο συνεργάτη του στους στίχους, επί σειρά δεκαετιών. Πέραν αυτού, κυρίως στα λόγια ακούμε για καταχρήσεις σε αλκοόλ, ναρκωτικά και σεξ, ποτέ δεν ακουμπάμε τη μουσική βιομηχανία ή προσεγγίζουμε το παρασκήνιο του stardom, το focus είναι ερμητικά κλειστό γύρω από το πρόσωπο του κεντρικού χαρακτήρα, με εξαίρεση τα προαναφερθέντα… gay (#diplhs) νούμερα. Και επειδή το θίξαμε κι αυτό, ναι, υπάρχει μία σκηνή ομοφυλοφιλικού σεξ στο φιλμ (σε αντίθεση με το συντηρητικών επιλογών ύφος του «Bohemian Rhapsody»), όμως τούτο από μόνο του δεν κάνει το «Rocketman» καλή (ή τίμια, αν προτιμάς) ταινία.
Ο Τάρον Έτζερτον παίζει ελαφρώς ναρκισσιστικά, χωρίς να αισθάνεται την ανάγκη (ή και να μην έχει καθοδηγηθεί) να μιμηθεί τον Έλτον Τζον (όπως έκανε σε μεγάλο βαθμό με τον Φρέντι Μέρκιουρι πέρσι ο Ραμί Μαλέκ), άδει ικανοποιητικά και το όλο «φαντασιακό» πλησίασμα του pop μύθου τού δίνει κάμποσα άλλοθι ελευθεριότητας για να αποδράσει από την ίδια τη φιγούρα του ρεαλιστικού χαρακτήρα που υποδύεται. Για το μέγεθος των όσων έχει πετύχει μέχρι σήμερα ο κύριος Ντουάιτ, το «Rocketman» στέκει λίγο και πραγματικά άτολμο. Ο ίδιος, βέβαια, έδειξε ικανοποιημένος στην πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ Καννών. Είναι και executive producer…